Ο Παπανδρέου αποφάσισε να αυξήσει τα κατώτατα όρια των μισθών και ημερομισθίων κατά 40%. Επρόκειτο για απόφαση που ανταποκρινόταν σε αναδιανεμητικές φιλοδοξίες, με δεδομένη όμως την εξέλιξη του πληθωρισμού και της παραγωγικότητας οδήγησε απότομα σε μεγάλη αύξηση του κόστους εργασίας ενώ ταυτόχρονα η ελληνική αγορά ανοιγόταν στον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό.
Έτσι έκλεισαν ή περιήλθαν σε πολύ δύσκολη θέση πολλές επιχειρήσεις, η ανεργία εκτινάχθηκε από 4% το 1981 σε 8,1% το 1984 ενώ και ο πληθωρισμός παρέμενε υψηλά. Η βιομηχανική κρίση σε συνδυασμό με τις επικρατούσες τότε ιδεολογικές απόψεις οδήγησαν στην εφαρμογή μέτρων κρατικοποιήσεων. Η αυξανόμενη ζήτηση σε συνδυασμό με τη στάσιμη προσφορά οδήγησε σε αυξημένες εισαγωγές και εξωτερικά τρέχοντα ελλείμματα.
Την ίδια εποχή η γαλλική σοσιαλιστική κυβέρνηση Μιτεράν το 1982, ένα χρόνο μετά την άνοδό της στην εξουσία εγκατέλειψε την παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατική πολιτική (η οποία στηριζόταν σε ευρείες κρατικοποιήσεις και επέκταση της συνολικής ζήτησης με πρόσθετες κρατικές δαπάνες) και προσανατολίστηκε στη νομισματική σταθερότητα ερχόμενη πιο κοντά στη γερμανική οικονομική φιλοσοφία.
Το 1985 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών εκτινάχθηκε στα 3,3 δις δολάρια. Η νέα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ που σχηματίστηκε μετά τις εκλογές του Ιουνίου 1985 αναγκάστηκε μετά από πολλούς δισταγμούς να υιοθετήσει ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης το οποίο συμφώνησε με την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και που συνοδεύθηκε από Ειδικό Κοινοτικό δάνειο ύψους 1,7 δις δραχμές.
Τα ειδικα μεσογειακα προγραμματα ηταν σταγονα στον ωκεανο.