Ο χρήστης Pai Mei έγραψε:
Εκ των πραγμάτων, αν δεν υπάρξει απόδειξη του συγκεκριμένου ισχυρισμού, τότε καταλύεται και η ισχύς του, άρα κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να αποδείξει τον οποιοδήποτε ισχυρισμό, προκειμένου ο τελευταίος να θεωρηθεί βάσιμος.
Φυσικά, όπως θα μπορούσε να υπάρξει απόδειξη ότι ισχύει, θα μπορούσε να υπάρξει και απόδειξη ότι δεν ισχύει, άρα είτε α) ο ισχυρισμός μπορεί να είναι βάσιμος χωρίς να αποδειχθεί (εδώ πρέπει να αποσαφηνιστούν οι έννοιες του 'ισχυρισμού' και του 'βάσιμου'), ή β)ο ισχυρισμός μπορεί να αποδειχθεί/καταρριφθεί από τρίτον.
Αν υποθέσουμε ότι οι ισχυρισμοί χωρίζονται σε τρεις βασικές κατηγορίες, κρίση, αξίωμα και -θα προσέθετα- παρατήρηση, η αλήθειά τους σε ποιές περιπτώσεις συνδέεται με την αποδειξιμότητά τους και για την ακρίβεια προέρχεται από αυτή; Μπορούν να είναι αληθείς, χωρίς να αποδειχθούν; Μπορεί να αποδειχθεί ότι δεν αποδεικνύονται; Η απόδειξη, στην περίπτωση της παρατήρησης, επικυρώνει την αλήθειά της, ή μήπως μετατρέπεται απλώς σε ένα μέσο 'πιστοποίησης' προς τον μη παρατηρητή.
Δεν ξέρω κι εγώ, για αυτό θέτω τα ερωτήματα, που έχουν πολλή δουλειά στη λύση τους.
Ωραία προσθέτεις και την παρατήρηση.
Ας πούμε όμως τώρα, ποια έιναι η διαφορά της παρατήρησης από την κρίση; Φαντάζομαι με τον όρο 'κρίση' δίνουμε ένα θετικό ['επιστημονικό'] συλλογιστικό περιεχόμενο, αλλιώς και η παρατήρηση είναι κάποιου είδους κρίση. Επίσης δεν εντάσσονται και αυστηρά υποκειμενικές ποιοτικές κρίσεις [καλό γκομενάκι αυτή π.χ.]. Για 'μένα η διαφορά τους έγκειται ακριβώς πάνω σε αυτό το μέρος της συλλογιστικής. Στους λόγους [τα λογικά επιχειρήματα δλδ] οι οποίοι καθιστούν την κρίση εύλογη και τη διαφοροποιούν από μια αυθαίρετη παρατήρηση. Κρίση έχουμε όταν βασιζόμαστε στη λογική για να παράγουμε μια θέση, παρατήρηση όταν η θέση αποτελεί αποτέλεσμα της αισθητηριακής αντίληψης [είδα ένα κόκκινο αυτοκίνητο, ο τάδε ήταν παρόν]. Με μια έννοια, η συλλογιστική κρίση εξ ορισμού περιέχει και τα επιχειρήματά της αληθείας της, αλλιώς δεν είναι κρίση αλλά αυθαίρετη παρατήρηση, ή αλλιώς μονάχα η εύλογη κρίση ορίζεται και όχι η άλογη.
Σαφώς στην περίπτωση της παρατήρησης κυρίως έχουμε την αυθεντία του παρατηρητή. Εν μέρει η ίδια η αισθητηριακή αντίληψη είναι εν πρώτοις αδιαμφισβήτητη. Καθείς όμως μπορεί να προσβάλλει την αυθεντία του παρατηρητή και να ζητήσει αποδείξεις, διατυπώνοντας -εμμέσως ή αμέσως- μια κρίση γύρω από την αυθεντία του παρατηρητή. Αυτή η κρίση -πλέον- όμως πρέπει να είναι βάσιμη. Πρέπει δλδ κάποιος να παρουσιάσει κάποιους λόγους οι οποίοι τον οδήγησαν στο να πιστέψει ότι ο παρατηρητής ψεύδεται/είναι ανίκανος/είναι πλανεμμένος. Τονίζω ξανά ότι με την παρατήρηση αναφέρομαι σε 'αισθητηριακή παρατήρηση' [είδα, άκουσα, ένιωσα κλπ], και όχι σε μια πιθανή 'λογική παρατήρηση'. Εδώ δηλαδή ξεκινάμε από το ότι το γεγονός της αισθητηριακής αντίληψης είναι κάτι αδιαμφισβήτητο, στον ίδιο βαθμό που η πηγή της -η ύλη δλδ- θεωρείται αυθύπαρκτη.
Ποιο είναι το νόημα της κρίσης;
Δεν είναι δυνατόν να πρέπει ανά πάσα στιγμή και για το κάθε τι που υποστηρίζουμε να μπορούμε να παρατηρούμε πλήρως (ή έστω με στατιστικά ικανοποιητικό τρόπο) το σύνολο της πραγματικότητας. Δεν είναι δυνατόν να έχουμε άμεση παρατήρηση για κάθε τι που θέλουμε να υποστηρίξουμε. Και δεν χρειάζεται βεβαίως, στο βαθμό που μπορούμε να βρούμε κάποιους κανόνες που θα μας οδηγούν από μερικές αποδεδειγμένες/αποδεκτές παρατηρήσεις σε νέα λογικά συμπεράσματα τα οποία έχουμε διασφαλίσει ότι θα έιναι αληθινά/πραγματικά.
Αυτοί οι κανόνες λοιπόν, είναι η λογική. Είναι ο μοναδικός εκείνος τρόπος που μπορεί να μας απαλλάξει από την ανάγκη διαρκούς και πλήρους παρατήρησης της ύλης για το οτιδήποτε θέλουμε να θεωρήσουμε, και κατ' αντιστοιχεία ο μοναδικός εκέινος τρόπος που προσφέρει κριτήρια διαψευσιμότητας πέραν της παρατήρησης. Ως εκ τούτου, προκειμένου να έχουμε μια χρήσιμη και αληθινή κρίση, αυτή πρέπει να περιέχει και την λογική επιχειρηματολογία, αλλιώς τίποτα δεν εξασφαλίσει το νόημα της ύπαρξής της.
Ένα αξίωμα -ως αξίωμα- δεν τίθεται καθαυτό υπό κρίση. Παρ' όλ' αυτά ακόμα και το αξίωμα, διαμέσου τόσο των προεκτάσεών του, όσο -και πάλι- των λόγων που οδήγησαν σε αυτό, όπως και ακόμα της σχέσης του με τα υπόλοιπα αξιώματα [αναφέρομαι στην αρχή της αντίφασης], μπορεί να κριθεί.
Και πάμε (ξανά) στην κρίση -με το θετικό συλλογιστικό περιεχόμενο-. Δηλαδή την λογική κρίση.
ΕΝ πρώτοις εγώ λέω πως η λογική κρίση, εξ ορισμού πρέπει να είναι λογική και ως εκ τούτου να 'περιέχει' τα λογικά επιχειρήματα της αληθείας της. Δεν είναι μια πρωτογενής γνώση [αισθητηριακή], ούτε και ένα αδιαμφισβήτητο αξίωμα, αλλά ένα λογικό παράγωγο.
Ως κάθε τι, για να είναι τέτοιο και όχι κάτι άλλο πρέπει να 'συμμορφώνεται' με τον ίδιο του τον ορισμό. Μια λογική παραγωγή εκτός απο το αποτέλεσμα πρέπει να περιέχει και τον τρόπο. Αλλιώς δεν είναι λογική παραγωγή αλλά κάτι άλλο [μια αυθαίρετη θέση -> αξίωμα]
Δηλαδή, μια λογική κρίση δίχως τη λογική της, δεν είναι λογική κρίση. Ως εκ τούτου δεν χρειάζεται κάποιου είδους απόδειξη ότι 'πρέπει να αποδεικνύεται ο ισχυρισμός' διότι εξ ορισμού μόνο με την απόδειξη του ισχυρισμού [το εύλογο του ζητήματος] ορίζεται η λογική κρίση.
Η αξία φυσικά του ορισμού αυτού της κρίσης, έγκειται στο πρακτικό περιεχόμενο που δίνει κανείς στην 'αλήθεια'. Αν δεχόμασταν την οποιοδήποτε παραγώμενη αλήθεια [διαχωρισμός από τις αισθήσεις] ως de facto πραγματική δίχως την οποιαδήποτε ανάγκη απόδειξης ή παρουσίασης δλδ των λογικών επιχειρημάτων που τη στηρίζουν, τότε -ακολουθώντας εν πρώτοις μια εις άτοπον- που θα καταλήγαμε;
Ποια είναι η αξία μιας μιας λογικής αλήθειας δίχως τη λογική της;
Θα είχαμε φτάσει ποτέ να θεωρήσουμε την κρίση αν αυτή δεν εμπεριείχε και τη λογική; Θα είχε το οποιοδήποτε νόημα;
Αν όμως την εμπεριέχει, τότε απαιτείται μαζί με την ίδια.
Δηλαδή θεωρώ ότι μια λογική κρίση δίχως της παρουσίαση της λογικής της, αποτυγχάνει να εκπληρώσει και τα δύο. Δηλαδή ούτε πληροί τα κριτήρια για να θεωρηθεί λογική κρίση, ούτε έχει το οποιοδήποτε νόημα.
Τώρα, μια αυθαίρετη θέση [ως το 'αντίθετο' της λογικής κρίσης] μπορεί να τύχει να είναι αληθινή. Τι σημαίνει αληθινή; Σύμμορφη προς την πραγματικότητα ας πούμε. Αν δεν υπάρχει εξ αρχής όμως το λογικό της τμήμα, τότε μιλάμε απλώς για μια σύμπτωση.
Σε κάθε περίπτωση δεν αναιρείται όμως το γεγονός ότι υπάρχει μια ποιοτική διαφορά μεταξύ της εύλογης κρίσης και της άλογης αυθαιρεσίας. Και αυτή η διαφορά έγκειται στη μεθοδολογία, μια μεθολογία [επιστήμη] η οποία είναι και η μόνη που μπορεί να οδηγήσει στην παραγωγή πρακτικών (βλ. αληθινών) αποτελεσμάτων. Η αξία δηλαδή της απαίτησης της 'λόγικής' σε μια 'κρίση', θεωρώ πως είναι εν μέρει αυταπόδεικτη από την ίδια τη λειτουργία της επιστήμης στην ιστορία. Είπαμε, για μένα η πραγματικότητα είναι η βάση αλήθειας. Η ιστορική λειτουργία της επιστήμης για μένα αποτελεί απόδειξη της αλήθειας του ισχυρισμού ότι η κρίση έχει νόημα μόνο ως εύλογη κρίση. Ιδεαλιστικά ούτως ή άλλως έτσι ορίζεται οπότε μονάχα έτσι έχει νόημα και ύπαρξη.
Σε κάθε περίπτωση, όπως και να το δει κανείς, η 'κρίση' έχει νόημα μόνο ως 'εύλογη κρίση' και ως εκ τούτου εμπεριέχει τη λογική επιχειρηματολογία -που εξασφαλίζει το εύλογο του ζητήματος-. Και καθότι την εμπεριέχει, προκειμένου μια διατύπωση να αποτελεί κρίση και όχι αυθαιρεσία πρέπει να διατυπώνει και το εύλογο τμήμα της.