Πέμπτη 3 Ιουνίου 2004
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Σήμερα ήρθα στα Άγια Χώματα μετά από έναν χρόνο. Τα κατάφερα και φέτος και έφυγα Πέμπτη μεσημέρι, οπότε το άγχος για το αν θα μπορέσω τελικά να φύγω αναβάλλεται για έναν χρόνο ακόμα.
Έφτασα αργά το απόγευμα και για να πω την αμαρτία μου, δεν θέλησα να πληρώσω τα λεφτά για το εισιτήριο στην Υπερειδική, ειδικά αφού έχασα τους πρωτοκλασάτους, χώρια που ποτέ δεν ήταν τα Παραλληλοδρόμια το φόρτε μου για να βλέπω και κάτι μου έλεγε ότι στη Λιλαία δεν θα με αφήναν να οδηγήσω…
Έφαγα όμως καλά στην ταβέρνα στο βουνό αν και έφτασα ψιλοαργά… και τώρα με βάζουν για ύπνο γιατί λέει αύριο θα με ξυπνήσουν νωρίς να πάμε να κλειστούμε στο πήδημα στην Ελάτεια. Σιγά να μην τα καταφέρουν, στη ντάλα μας βλέπω πάλι…
Παρασκευή 4 Ιουνίου 2004
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Τελικά τα κατάφεραν, με τα χίλια ζόρια βέβαια, αλλά τα κατάφεραν! Πρωινό ξύπνημα χαράματα (03.45!!!) για κλείσιμο στην Ελάτεια στο σημείο του συνονόματου Προφήτη με το πήδημα. Δεν έχω ξαναζήσει την εμπειρία του να ψάχνεις σημείο στην ειδική με τους προβολείς, και γι’αυτό κάτι στάβλους τους πέρασα για μοναστήρι! Ρώτησα και έναν κύριο πού είμαι, μου είπε ότι είμαι στην Τουλίπα 4, αλλά νομίζω ότι με κορόιδεψε γιατί δεν είδα καμία από δαύτες. Βέβαια μπορεί και να κάνω λάθος γιατί ήταν και σκοτάδι.
Με έβαλαν με το ζόρι να κοιμηθώ για να είμαι φρέσκος να δω τα αγωνιστικά που θα πηδούσαν και με τα πολλά με πήρε ο ύπνος, αλλά πάνω που άρχισα να βλέπω όνειρα άκουσα κάτι ίου-ίου από ένα αμάξι και με ξύπνησε. Πήγα σε κάτι πουρνάρια για να βλέπω καλύτερα και ενώ είχα αρχίσει να το διασκεδάζω ξαφνικά όλα σταμάτησαν και μετά από λίγο περνάγαν τα αγωνιστικά σαν να πηγαίναν κι αυτά εκδρομή γιατί έγινε ένα ατύχημα λίγο πιο κάτω.
Όταν φύγαμε, βρήκα στο δρόμο κάτι παιδιά και με ρώτησαν, αν θα μπορούσα λέει να
ρυμουλκήσω το αυτοκίνητό τους μέχρι ένα συνεργείο λίγο πιο πέρα γιατί είχαν μείνει από καρβουνάκια. Κατάλαβα ότι τόσο παλιό αμάξι που είχαν ήταν λογικό να μείνουν από καρβουνάκια, γιατί έχω μείνει κι εγώ από βενζίνη, αλλά το δικό μου αμάξι είναι πιο καινούργιο γι’αυτό έχει αυτοκόλλητα που λενε «Ράλι Ακρόπολις» και όχι «Ιστορικό Ράλι Ακρόπολις».
Αφού οδήγησα κάμπους και βουνά, φτάσαμε στη Στρώμη, αλλά επειδή είχαμε αργήσει και επειδή μέσα στο δάσος δεν είχε δρόμο να πάμε στο καλό σημείο που ήταν και οι άλλοι, είδα τα αγωνιστικά να περνάνε πολύ γρήγορα και μετά έπιασε βροχή και εγώ φοβήθηκα μην φάμε κανέναν κεραυνό στο κεφάλι έτσι που ήμασταν μέσα στο δάσος και φύγαμε.
Αυτήν την φορά δεν οδήγησα πολύ και φτάσαμε στην Πυρά, όπου στην ψησταριά δεν είχε μείνει τίποτα να φάμε κι εγώ πείναγα λιγάκι. Στην αναζήτηση της κοπάνας με τη βίλα την πρώτη φορά δεν ήμουν τυχερός και ανακάλυψα τον περιφερειακό της Πυράς. Ρώτησα κι έναν κύριο που συνάντησα αν ψάχνει την ειδική και μου είπε ότι αυτός απλώς πάει σπίτι του (νάτος ο ιδιοκτήτης της βίλας). Τη δεύτερη φορά που μου σφυρίξαν για το γήπεδο του μπάσκετ, τα βρήκα όλα πάρα πολύ εύκολα και πάρα πολύ γρήγορα επίσης και πήρα τον ανηφορικό λασπόδρομο που ο Acro ονομάζει χωματόδρομο. Εκεί διασταυρώθηκα αρχικά με έναν άλλο κύριο με Alfa Romeo 4x4 που μου είπε ότι εγώ με το Jimny μπορεί και να έβγαινα τελικά επάνω. Μετά διασταυρώθηκα και με ένα τζιπ του WRC TV και στην προσπάθεια να κάνω χώρο για να περάσουν κόντεψα να τουμπάρω… Μου έφεραν το τζιπ στα ίσια όλα τα καλά παιδιά που με ακολουθούσαν και τα παιδιά του WRC εκτός από έναν που τράβαγε το περιστατικό με την κάμερα, και άμα δει η αδερφή μου πώς παραλίγο να καταντήσω το αυτοκίνητό της θα με σκίσει.
Χωρίς να το καταλάβω πέσαμε σε μια μαύρη τρύπα και βγήκαμε στη Σκωτία. Κρύο, βροχή, ομίχλη και λασπουριό στα Highlands, τα παπούτσια μου καταμούσκεμα. Είχε και εκεί ράλι, πολύ διαφορετικό από το Ακρόπολις, τα αγωνιστικά γλιστρούσαν συνέχεια μέσα στη λάσπη, περνάγαν και από κάτι ποταμάκια, αλλά πολύ το χάρηκα κι αυτό.
Γυρίσαμε μετά τον ουραγό από την ειδική και, πάλι μέσα από μια μαύρη τρύπα, βρέθηκα στην Ελλάδα. Τώρα γράφω στο κρεβάτι με το μάτι να μισοκλείνει από τη νύστα, τουλάχιστον αύριο θα με ξυπνήσουνε αργότερα.
**Σάββατο 5 Ιουνίου 2004 **
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Αισθάνομαι τουλάχιστον σαν πασάς, χόρτασα ύπνο σήμερα. Με ξύπνησαν πάλι με το ζόρι βέβαια, αλλά ήταν ήδη 6.00 το πρωί. Φύγαμε βολιδόν, που αν και η ειδική ήταν από πάνω μας, εγώ έπρεπε να οδηγήσω γύρω γύρω όλον τον Παρνασσό για να βρεθούμε για Δροσοχώρι στο σωστό σημείο. Αφού έστριψα αριστερά στην πλατεία Εθνικής Αντίστασης, βρήκα το χωριό και τον ανηφορικό τσιμεντόδρομο που γκρίνιαζα στην σκέψη ότι έπρεπε να περπατήσω. Αλλά το τζιπάκι τα κατάφερε μια χαρά και πάρκαρα κοντά στην ειδική.
Μπήκαμε μέσα από ένα σημείο που φύλαγε ένας unsafety marshall, προχωρήσαμε καμιά 500ριά μέτρα, κι αφού δεν βρήκαμε τους υπόλοιπους του ραντεβού μας αφού είχαν στηθεί 200 ολόκληρα μέτρα μακρύτερα, γυρίσαμε και καθήσαμε στην φουρκέτα της σκόνης. Εκεί θα μπορούσα να έβλεπα τα αγωνιστικά για αρκετή ώρα, αλλά το μόνο που έβλεπα είναι ανθρώπους να μετατρέπονται μαγικά σε κουραμπιέδες και έναν με άψογα τζελαρισμένο κατάμαυρο μαλλί να έχει γεράσει κατά 50 χρόνια και να έχει γίνει ένας γκριζαρισμένος παπούς μετά το πέρασμα του ουραγού.
Μετά που άνοιξε η ειδική, μπήκαμε μέσα και την οδήγησα ώσπου βρήκα τους συγκατοίκους μου σε ένα πλάτωμα, αλλά δεν μείναμε εκεί. Μετά από μερικά χιλιόμετρα, βρήκα άλλους φαγανούς φίλους μου σε μια καντίνα, αλλά ούτε εκεί μείναμε. Και ύστερα από άλλα μερικά χιλιόμετρα έφτασα στα νταμάρια, όπου και μείναμε τελικά. Τώρα αν και ο περισσότερος κόσμος πάει στα νταμάρια το καλοκαίρι για να ακούσει τραγούδια και να δει θέατρο, εγώ άκουσα παλιές ιστορίες και είδα καινούργια αγωνιστικά.
Όταν τελειώσαμε κι από εκεί, φύγαμε για Λαμία. Εκεί βρήκαμε πάλι πολλούς φίλους μας και μάθαμε ότι οι κακοί στον τεχνικό έλεγχο έριξαν μια ποινή στον πρώτο γιατί δεν είχε λασπωτήρες. Σημείωσα στο μυαλό μου, να θυμηθώ στην πρώτη ευκαιρία να βάλω κι εγώ στο αυτοκίνητό μου, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται, και συνέχισα το φαγητό μου, μέχρι που έσκασα και ήρθαμε εδώ για ύπνο. Αύριο θα πάμε σε μια άλλη περιοχή και θα σηκωθούμε πρωί πάλι…
Κυριακή 6 Ιουνίου 2004
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Είχα γράψει κάποτε ότι η τελευταία μέρα είναι πάντα σαν Μεγάλη Παρασκευή, χαρμολύπη. Ξυπνάς το πρωί και προσπαθείς να εστιαστείς στο ότι ο αγώνας συνεχίζεται και σήμερα, αλλά κάτι σε κρατάει από το να βγάλεις εντελώς από το μυαλό σου τη σκέψη του γυρισμού. Τέλος πάντων…
Φύγαμε αρκετά νωρίς το πρωί για τη Λαμία όπου θα αφήναμε λέει το ένα αυτοκίνητο στο πάρκινγκ του σούπερ μάρκετ, γιατί ήταν βολικό στο γυρισμό (νάτο πάλι το φάντασμα της τελευταίας μέρας). Μετά αφού πήραμε τα βουνά προς Στίρφακα, φτάσαμε στο χωριό Καλαμάκι (θεσσαλιστί: «Προυφάνι») και επειδή ήταν νωρίς σχετικά, βρήκαμε και παρκάραμε σε κοντινό σημείο. Εκεί ανταμώσαμε άλλον φίλο μας, κυνηγό στο επάγγελμα, που είχε μετατρέψει το φορτηγάκι του σε γκαρσονιέρα (αλήθεια λέω, είχε και καδράκι με αγωνιστικό) και έμεινε εκεί όλη τη νύχτα να μας φυλάει θέση. Τελικά δεν μας την κράταγε και πολύ καλά, και για τιμωρία τον βάλαμε με το μαχαίρι του και ξεχέρσωσε όλο το βουνό από τα αγκάθια για να βολευτούμε. Είχε κιόλας πει ότι είχε φέρει και κρέατα για να ψήσουμε, αλλά δεν το πιστεύω γιατί έβαλε τα αγκάθια σε μια γωνία και όλο έλεγε τι καλή σούπα που θα μπορούσε να φτιάξει με δαύτα.
Είδαμε και εκεί τα αγωνιστικά να περνάνε, φάγαμε και εκεί την απαραίτητη σκόνη, μιας και το βράδυ είχαμε φάει τα απαιτούμενα κρέατα, και ενοχλημένοι από τον πάρα πολύ κόσμο, σαν να είχαμε αγοράσει τα πηδήματα για πάρτη μας, φύγαμε κι από εκεί.
Αφού πορευτήκαμε σε μέρη γνωστά από πέρυσι, πήραμε έναν δρόμο για να κλείσουμε το Ακρόπολις με τον Άγιο Στέφανο. Χρειάστηκε να πάρουμε μία υποκοπάνα που ήταν μόνο για 4x4 κι εγώ να πω την αλήθεια όταν έβλεπα τις κλίσεις που έπαιρναν οι μπροστινοί μου, αγχώθηκα λίγο γιατί δεν ήταν εκεί τηλεοπτικά συνεργεία και άμα τουμπάριζα ποιος θα το κατέγραφε; Τελικά δεν τουμπάρισα και φτάσαμε στην ειδική σε ένα πανέμορφο σημείο, αλλά πρέπει να ήταν εκεί περίπου όλη η Ελλάδα. Αποφασίσαμε να κλειστούμε εκεί του χρόνου (πρώτα ο Θεός και η Αγία Αννίτα) και μείναμε όρθιοι να βλέπουμε τα αγωνιστικά γιατί άμα καθόσουνα κάτω δεν έβλεπες τίποτα.
Όταν τελειώσανε τα περάσματα, φύγαμε αφού πρώτα έκλεψα και μια πινακίδα που λέει ότι αν καθόμουνα στην περιοχή που οριοθετούσε υπήρχε κίνδυνος να ακυρωθεί η ειδική, άσχετα αν καθόντουσαν εκεί ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι όταν έφευγε το ελικόπτερο. Κατεβήκαμε στη Λαμία στον τερματισμό, που ήταν τόσο μα τόσο βαρετός και η παρέα σκόρπισε…
Στο δρόμο για το σπίτι μου οδηγούσα πολύ αργά, δεν βιαζόμουνα να φτάσω. Τελικά όμως, όσο αργά και να πας, ο προορισμός είναι δεδομένος κι αφού εγώ δεν είχα μποτιλιάρισμα, είχα το χρόνο να κάνω μπάνιο και να βγω και για καφέ πριν καταρρεύσω τελικά.
Τώρα είμαι εδώ στο γνώριμο κρεβάτι μου και θυμάμαι όλα αυτά που έζησα τρεις μέρες πάνω στο βουνό…
Δευτέρα 7 Ιουνίου 2004
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Ακόμα δεν μπορώ να ξεπεράσω το προηγούμενο τριήμερο. Σερφάρω στα δίκτυα και διαβάζω εμπειρίες κι άλλων που είχαν την ευτυχία να δούνε αυτά που είδα κι εγώ. Κοιτάζω τον ουρανό και μου φαίνεται ότι τα σύννεφα είναι πολύ ψηλότερα από αυτό που συνήθισα να βλέπω τις προηγούμενες μέρες.
Ανασυγκρότηση… Το καλοκαίρι ήρθε… Κι όπως ευχηθήκαμε χτες με τον υπεύθυνο χρονομέτρησης στον Άγιο Στέφανο, και του χρόνου.
Κι επιτέλους ας γράφουν οι αφίσες και τα αυτοκόλλητα ότι πρόκειται για το 52ο, εντάξει;