MONIMEΣ ΣTHΛEΣ Hμερομηνία δημοσίευσης: 23-07-06
**Οι τσιμεντοπλαγιές θα ανθίσουν πάλι **Tου Θανου Oικονομοπουλου
Ο Αντώνης Τρίτσης είχε απομακρυνθεί από το υπουργείο ΠΕΧΩΔΕ σε ένα περίπου προεκλογικό ανασχηματισμό εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ’80, επειδή, κόντρα στο ρεύμα, πίστευε πως η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Τον προσγείωσε στην πραγματικότητα η ευγενική «εξόδιος» επιστολή που του έστειλε ο τότε πρωθυπουργός, αναγγέλλοντάς του την «αναδόμησή» του, η τελευταία παράγραφος της οποίας τον ευχαριστούσε και τον τιμούσε επειδή «είχε γράψει ιστορία...»! Και η «ιστορία» αυτή ήταν η πολιτική του Τρίτση να βάλει μια και καλή τέρμα στην ιλαροτραγωδία των «αυθαίρετων» στη χώρα (εκείνη την εποχή, μετρούσαμε ήδη αυθαίρετα «2ης γενιάς»!), με ένα συνολικό «ρυθμιστικό σχέδιο», που προέβλεπε τη νομιμοποίηση (έναντι σχεδόν συμβολικού τιμήματος) όλων των αυθαίρετων καταπατήσεων και κτισμάτων (με το έξυπνο σύνθημα «αν το δηλώσεις, μπορείς να το σώσεις»!), για να τραβηχτεί μια «γραμμή» και από εκεί και έπειτα να μπει σε εφαρμογή μια συνολική εθνική οικιστική και ρυμοτομική πολιτική, που θα ’βαζε τέλος στις καταπατήσεις, τις αυθαιρεσίες, την άναρχη και «όπου δει» δόμηση, την οποία μάλιστα είχε φροντίσει να σχεδιάσει και να προετοιμάσει νομοθετικά...
Πού να ’ξερε ο άμοιρος, πως η ιστορία όχι μόνο... επαναλαμβάνεται, αλλά και ξαναγράφεται – και αυτό ακριβώς είχε αποφασίσει (θυμίζουμε: σε προεκλογική επί της ουσίας περίοδο) ο Ανδρέας Παπανδρέου, που για ψηφοθηρικούς λόγους θέλησε να... παρατείνει επ’ αόριστον τις «σφιχτές» και μη αναστρέψιμες προθεσμίες που είχε βάλει ο επί του περιβάλλοντος υπουργός του για τη «δήλωση-σωτηρία» των αυθαιρέτων, βάζοντας τα θεμέλια για τα αυθαίρετα «τρίτης γενιάς», κάτι για το οποίο ο Τρίτσης δεν συμφωνούσε για να μη γίνει «καραγκιόζης» (πού να φανταζόταν ο καημένος τι... προβολή θα εξασφάλιζε το «είδος» αργότερα!), πήρε παραμάσχαλα την «ιστορία» του και άλλαξε πόστο!
Εκτοτε, πέρασαν πάνω από 20 χρόνια, στη διαδρομή των οποίων έχουν γίνει οκτώ νομοθετικές ρυθμίσεις «νομιμοποίησης αυθαιρέτων», πάντα υπό τον «τίτλο-δέσμευση» πως η καθεμιά είναι και η... οριστικά τελευταία, και αισίως βιώνουμε την ένατη (αν δεν πέφτουμε έξω στο μέτρημα...) γενιά αυθαίρετων κτισμάτων και καταπατήσεων και κατά πώς πάει το πράγμα (και με την τωρινή «νέα τελευταία» ευκαιρία που δίνει η κυβέρνηση...), το πιθανότερο είναι πως θα... βαρεθούμε να μετράμε «γενιές» και να βλέπουμε η πολιτεία με συνέχεια και συνέπεια όχι μόνο να επιβραβεύει, έναντι ευτελούς τιμήματος, τους παρανόμους, αλλά να δίνει κίνητρα για διαιώνιση της παρανομίας, αφού το παλιό τρίτσειο σύνθημα «αν το δηλώσεις μπορείς να το σώσεις», έχει μεταλλαχθεί στο «αν καταπατήσεις και αυθαιρετήσεις, θα ’ρθει η στιγμή που... θα δικαιωθείς»! Στους παράνομους... τιμή και κίνητρα, στους νομοταγείς κόστος και περιφρόνηση!
Το γαϊτανακι τησ γελοιοτητασ!
Αποφασίζει πάλι η πολιτεία να νομιμοποιήσει τις καταπατήσεις δημόσιας γης και να δώσει τίτλους ιδιοκτησίας σε 70.000 καταπατητές, με το σκεπτικό (που, πάντως, δεν λειτούργησε και δεν επιβεβαιώθηκε στην πράξη όλες τις προηγούμενες φορές – δεν θα ’πρεπε οι «υπεύθυνοι» κάτι να ’χουν μάθει;) πως χρειάζεται επιτέλους να «κλείσουν» οι παλιές υποθέσεις που πρακτικά έχουν «νομιμοποιηθεί» και να... τραβήξουμε για πολλοστή φορά πάλι «μια γραμμή» πέρα από την οποία θα πέφτει ο πέλεκυς στους υποψήφιους καταπατητές και αυθαιρετούχους. Σε απλά ελληνικά: «απλώς»... ξαναγράφουμε ιστορία!
Ας μη γίνουμε (όπως, όμως, δικαιούμεθα απολύτως!) καχύποπτοι και ας μη συνδέσουμε τη νέα νομοθετική πρωτοβουλία με τις επικείμενες δημοτικές (και όχι μόνο...) εκλογές ούτε με το απελπισμένο κυνήγι εσόδων στο οποίο επιδίδεται η κυβέρνηση (**προβλέπεται να εισπράξει από τη νομιμοποίηση και τη χορήγηση τίτλων περί τα 700 εκατομμύρια ευρώ!) **και ας μείνουμε στην ευγενή πρόθεση να μπει επιτέλους μια τάξη, για «τελευταία φορά». Ποια εχέγγυα έχει η κυβέρνηση πως με τη «ρύθμιση» δεν θα ανοίξει την όρεξη στην... επόμενη γενιά καταπατητών και αυθαιρετούχων, όπως δυστυχώς έχουμε δει να γίνεται κατ’ επανάληψη στο πρόσφατο παρελθόν;
Και με δεδομένο ότι η πλειοψηφία των καταπατηθέντων δημόσιων εκτάσεων αφορά δασικές ή αναδασωτέες περιοχές, εύλογη η ανησυχία πως η «όρεξη που θα ανοίξει» για την επόμενη γενιά καταπατητών θα απολήξει για ακόμη μια φορά στην ασέλγεια επί των όσων δασών μας έχουν απομείνει, πολύ περισσότερο, μάλιστα, που όλες οι ενδείξεις οδηγούν μάλλον με ασφάλεια στο συμπέρασμα, πως επίκειται μια συστηματικά σχεδιαζόμενη «υποτίμηση» της συνταγματικής προστασίας των δασών, που άρχισε να εκδηλώνεται με τον τελευταίο (επί ΠΑΣΟΚ, το 2003) νόμο που προσφέρει δυνατότητες «αποχαρακτηρισμού» εκτάσεων από «δασικές». Ενα νόμο που η Ν.Δ. ως αντιπολίτευση είχε στηλιτεύσει και χαρακτηρίσει «δασοκτόνο» (με τη «δέσμευση», μάλιστα, να τον καταργήσει μόλις έρθει στην εξουσία – μάλλον... λησμόνησε τις δεσμεύσεις της!) και εναντίον του εκκρεμούν προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας, η εκδίκαση των οποίων όμως... τρενάρει, ύστερα από συνεχείς κυβερνητικές παρεμβάσεις για αναβολή, προφανώς εν αναμονή της αναθεωρήσεως του άρθρου 24 του Συντάγματος που ρυθμίζει δεσμευτικά τα περί δάσους και δασικών εκτάσεων...
Τσιμεντο να γινει!
Εμείς, όμως, να τα παραβλέψουμε όλα αυτά και να μείνουμε στην... καλοπροαίρετη απορία: προς τι αυτή η «πρεμούρα» νομιμοποίησης των καταπατήσεων από πλευράς πολιτείας, τη στιγμή μάλιστα που (το ομολογούν οι αρμόδιοι!) καλά καλά δεν... γνωρίζει πόσοι είναι οι καταπατητές (τους «υπολογίζει» σε 70.000) και πόσες (και πού!) είναι οι καταπατημένες εκτάσεις; Το λογικό δεν θα ήταν, η όποια «ρύθμιση» (έστω με το σκεπτικό της «τακτοποίησης» παρανομιών που έχουν πάρει με τα χρόνια τελεσίδικο χαρακτήρα «διαμορφωμένης πραγματικότητας»....) να γίνει ΑΦΟΥ πρωτα έχει ολοκληρωθεί η αμαρτωλή και «σερνόμενη» χρόνια ολόκληρα υπόθεση της σύνταξης εθνικού κτηματολογίου, εθνικού δασολογίου και να έχουν «αποτυπωθεί» οι «δασικοί χάρτες»;
Αυτοί οι τελευταίοι, ειδικά, που κατά τους ειδικούς δασολόγους θα αποτελούσαν την ασφαλέστερη μέθοδο για να ξέρουμε «τι και πού» αποτελεί δάσος και «ποιοι και πότε» (δόξα τω Θεώ, υπάρχουν οι αεροφωτογραφίες!) το καταπάτησαν, θα μπορούσαν σχετικά εύκολα και φθηνά (αποτελούν μόλις το 4% του συνολικού κόστους του κτηματολογίου...) να καταρτισθούν, πλην για... περίεργους και εκ των πραγμάτων ύποπτους λόγους χρονίζουν και δεν μιλάει κανείς γι’ αυτούς...
Είναι νοητό (ιδίως με τη σωρευμένη εμπειρία αδιαφάνειας και διαφθοράς που κάθε χρόνο διαπιστώνεται στον συγκεκριμένο τομέα...), το τι είναι ή δεν είναι δάσος να... **επαφίεται στην «κρίση» (συχνά... «λαδωμένη»!) των κατά τόπους δασαρχείων και υπηρεσιών, **που αποδεδειγμένα κάνουν τα στραβά μάτια και έχουν επιτρέψει τις καταπατήσεις και την προκλητική αυθαίρετη δόμηση; Δεν ξέρουν οι κυβερνητικοί υπεύθυνοι (οι σημερινοί, όπως και οι προηγούμενοι...) πως όχι και σε τόσο «απρόσιτες» περιοχές, εδώ δίπλα μας, στην πολύπαθη και... κατακαμένη Πεντέλη, πριν καλά καλά σβήσουν οι φλόγες (σε «υποχρεωτικώς αναδασωτέες εκτάσεις», λόγω φωτιάς!) μπαίνουν οι μπουλντόζες και οι μπετονιέρες; Χωρίς την παραμικρή όχληση από τις δασικές υπηρεσίες ή έστω από κάποιον... περίεργο αστυνομικό που περιπολεί;
Δεν βιώνουμε μια... αβίωτη Αθήνα,** οι «παρυφές» (μέχρι πρότινος – σήμερα σχεδόν «κέντρο» της!) της οποίας οικοπεδοποιήθηκαν και οικοδομήθηκαν παράνομα, πάνω σε... μπαζωμένα ρέματα («μετά» κλαίμε για τις πλημμύρες!) με την ανοχή (στην πράξη: παρότρυνση!) της πολιτείας, που επιβραβεύει περιοδικά τις παρανομίες και τις αυθαιρεσίες, δημιουργώντας κάθε τόσο τις προϋποθέσεις και δίνοντας τα κίνητρα για την... «επόμενη γενιά»; Φτιάξαμε, έτσι, μια πόλη που δεν αερίζεται, δεν περπατιέται, δεν «αναπνέει», δεν έχει διόδους απορροής των βρόχινων υδάτων, δεν περιβάλλεται από πράσινα βουνά, αλλά... τσιμεντοποιημένες πλαγιές που την πνίγουν και της δημιουργούν ασφυξία... Και μια από τα ίδια για τη χώρα ολόκληρη!**
Ολα με την προκλητική απουσία συνολικού οικιστικού σχεδιασμού, χωρίς έγνοια για το περιβάλλον –του «σήμερα» και του «αύριο»–,** με μια πολιτεία που αποφεύγει να βάζει κανόνες και να διασφαλίζει την εφαρμογή τους, μια πολιτεία που διαπνέεται από την «αρχή» του ρουσφετιού, του μικροπολιτικαντισμού, της... «ιερής» αποφυγής του πολιτικού κόστους. **Στην Ελλάδα ζεις, μάλλον δεν υπάρχει ελπίς...