Ο χρήστης Χρήστος Λάππας έγραψε:
Η εκκλησιαστική παράδοση άπτεται απολύτως άμεσα της βαθιάς πίστης σε ανταλλάγματα. [...] αν η εκκλησία έκανε μια πολυετή εκστρατεία ενημέρωσης των πιστών ότι η ανταμοιβή που υπόσχονται οι άγιοι και ο ίδιος ο Θεός δεν θα είναι σε αυτόν τον κόσμο, η εκκλησιαστική παράδοση θα έσβηνε από έλλειψη ενδιαφέροντος.
Αν η τήρηση ενός τρόπου ζωής δεν έχει σε καμία περίπτωση την υπόσχεση μια ανταμοιβής από τον Θεό όσο είσαι εν ζωή, [...] σε τι διαφέρει αυτό από το να πούμε ότι ο Θεός δεν υπάρχει και ότι ότι συμβαίνει είναι αποτέλεσμα τυχαιότητας και όχι ενός σχεδιασμού;
Τι νόημα έχει ένας Θεϊκός σχεδιασμός που δεν γίνεται σαφής στους πιστούς ώστε να αν επιλέξουν να ζήσουν σύμφωνα με τις επιταγές του να απολαύσουν την προστασία του;
Με όλο το θάρρος, δεν νοείται κανενός είδους αντάλλαγμα στην όποια πίστη και στον όποιο τρόπο ζωής επιλέγει οποιοσδήποτε, είτε άθεος είτε ένθεος. Συγγνώμη αλλά αν δεν νιώθω κάτι από τον τρόπο ζωής που κάνω, είτε τον αλλάζω, είτε τουλάχιστον τον τερματίζω μέχρι νεοτέρας. Η σωτηρία της ψυχής που 'υπόσχεται' η ορθοδοξία είναι αποτέλεσμα μιας ενεργούς επιλογής τρόπου ζωής, και όχι ενός καταναγκασμού προκειμένου να κερδηθεί η ανταμοιβή.
Ανταλλάγματα, απολαβές, αμοιβές.. λέξεις ασύμβατες με το περιεχόμενο μιας πίστης, μιας ομολογίας. Ο πιστός που αγωνίζεται για κάτι σ' αυτή τη ζωή, προσμένει (και σ' αυτήν και στην επόμενη ζωή -στην οποία πιστεύει), ό,τι ακριβώς κι εσύ όταν επιχειρείς να πετάξεις με το parapente στην ψηλότερη και ομορφότερη διαδρομή που έχεις ποτέ επιχειρήσει: τη βίωση ενός ανώτερου συναισθήματος, το ξεκόλλημα από τα πιεστικά και ανυπόφορα καθημερινά ζητήματα, τον εξευγενισμό της ανθρώπινης ύπαρξης, το φλερτ με τα όρια, μια δόση ατόφιας αγνής χαράς, το παίδεμα του εγώ, την απόλαυση αυτού που λέγεται ζωή, τη θεραπεία/σωτηρία της ψυχής (υπό οποιαδήποτε έννοια το καταλαβαίνει κανείς).
Υπό αυτή τη σκοπιά, το τάμα, το κερί, το προσκύνημα, το ευχέλαιο και ο αγιασμός, αποκτούν ένα νόημα ευχαριστίας / παράκλησης / παρηγοριάς / διατήρησης (ας το πω έτσι) του ανθρώπου εν εγρηγόρσει.
Ο Θεός υπάρχει στο βαθμό που τον πιστεύει κανείς. Δεν υπάρχει ρεαλιστική και απτή -για όλους- απόδειξη της ύπαρξής του. Εκείνος που τον πιστεύει, στο βαθμό που το κάνει και τον ζει, για κείνον υπάρχει και είναι και προφανές ότι υπάρχει. Για εκείνον που κόπτεται ότι δεν υπάρχει, ε, δεν υπάρχει (!), οι χίλιες αποδείξεις του πρώτου δεν του αρκούν για να τον δει. Εξ άλλου ο Θεός -εξ ορισμού ξανά- βιώνεται και αποκαλύπτεται. Δεν ανακαλύπτεται ούτε αποδεικνύεται. Βολικό -για εκείνον- θα λέγατε ε;
PS με τον όρο 'Εκκλησιαστική Παράδοση' (με Π κεφαλαίο, έχει σημασία) προφανώς δεν αποδίδεται η όποια εκκλησιαστική πρακτική ή συνήθεια των ανθρώπων. Το ότι το 99% των λεγομένων πιστών (τραβηγμένο το νούμερο) και το 99% του κλήρου (επίσης τραβηγμένο για έμφαση) μπορεί να ακολουθεί μια συγκεκριμένη πρακτική ή συνήθεια για χχ χρόνια (από παράνομες αμοιβές μέχρι δυσειδαιμονικές συνήθειες), αυτό δε σημαίνει ότι αποτελεί Εκκλησιαστική Παράδοση, ούτε αλήθεια της Πίστης, ούτε δόγμα της Ομολογίας, ούτε, ούτε. Τα δόγματα, οι αλήθειες, η Παράδοση, οι Κανόνες, κλπ είναι ζητήματα μεν λεπτά και δύσκολα και δυσερμήνευτα, διασαφηνισμένα δε, απ' αιώνος. Δεν είμαι σε θέση ούτε σε γνώση να εξηγήσω σωστά.