-
Ο χρήστης FlowerPower έγραψε:
greetings forum!
μολις ξυπνισα και παω να κανω μια φραπεδια γιατι κατα τις 11:30 θα ξεκινησω για θαλασσιτσα
what ?
δεν γινεται να τα εχουμε ολα στη ζωη μας!
α ξεχασα να πω οτι εχω 2 παγωμενες Guiness στην καταψυξη και θα τις παρω μαζι μου
και φυσικα βιβλιο/mp3 player -
οι μοντς πρεπει να κανουν θυσιες...και απο οτι καταλαβα απο το προηγουμενο σου ποστ επιθυμεις πολυ να με θυσιασεις αυτη τη στιγμη ε?
-
Ακούς εκεί βουτιές... Ψιτ, κάνε και μια βουτιά για μας!
Μια φορά την έπεσα νωρίς, και σας άφησα εδώ και ξεσαλώσατε..Βλέπεις, όταν ενώ παίζεις λίγο wow και έχεις 2-3 τέρατα να σου την πέφτουν, και σε πέρνει η πρώην, ε μετά, δεν γίνεται να συνεχίσεις. Πέφτεις και κοιμάσαι!
Skye, την ετοιμάζω την ιστορία...
Edit: βγαίνει μεγάλη γμτ!
-
1200 βγήκε να δούμε τι θα την κάνω τώρα...
-
Ο χρήστης drdino έγραψε:
1200 βγήκε να δούμε τι θα την κάνω τώρα...Επεισόδια σαν της Εσμεράλντα !
-
Σε συνέχειες, ε; Να κάνω την Φωσκολιάδα του ίντερνετ;
-
Γιατί όχι κάνε κάτι πάντως...μην πετάς κάτι και μετά...όλο δικαιολογίες
-
Το έχω έτοιμο σπίτι, τώρα είμαι σε νετκαφε για λίγο wow. Θα το βάλω σε δύο πόστ, και όποιος αντέξει...
-
εγω περιμενω παντως
δε νυσταζω
κατι δεν παει καλα με το βιολογικο μου ρολόιone YO comin' straight outta internet
-
Λοιπόν, πάω ασάπ σπίτι μου, και το ανεβάζω..
-
Μετά από επίμονες παρακλήσεις σύσσωμου (καλά το έγραψα;) του φόρουμ (του skye δηλαδή), ορίστε και η δική μου ιστορία…
Τίτλος; Οι όμορφες φιλίες, όμορφα καίγονται, ή αλλιώς, γιατί να μην ερωτευτείς στην Αγία Πετρούπολη.
Όλα προμηνύονταν τέλεια. Ο καιρός καλός, αν και κρύος, το αεροπλάνο άνετο, η παρέα καλή… Κοίταξα από το παράθυρο και αποχαιρέτησα το αεροδρόμιο Μακεδονία. Όχι ότι δεν θα το ξανάβλεπα, αλλά καμιά φορά η νοσταλγία είναι έντονη. Το αεροπλάνο ευθυγραμμίστηκε στον διάδρομο, για μια στιγμή δίστασε, και όπως πάντα, τέρμα τα γκάζια, ένα ηλίθιο χαμόγελο να σχηματίζεται στο πρόσωπο μου και ο φίλος μου να με ρωτάει επίμονα τι μλκ σκέφτηκα πάλι. Πού να του εξηγώ τώρα πώς νιώθει κάποιος ο οποίος βλέπει αεροπλάνα και αναστατώνεται. Έπρεπε να σου πω τελικά Αλέξη, μπορεί να με βοηθούσε στη συνέχεια να θυμάμαι άλλα πράγματα που μου αρέσουν……
Η παρένθεση στο σημείο αυτό είναι απαραίτητη νομίζω. Πού πηγαίνω; Ποιος είμαι; Ποιος είναι ο σκοπός μου στη ζωή; Τι είναι τελικά η ζωή; Από όλες αυτές τις απορίες, θα πω μόνο ότι πηγαίνω στην Ρωσία, στο Λένινγκραντ (Αγία Πετρούπολη) με το σχολείο μου. 1η λυκείου εγώ τότε, πωρωμένος με τα αυτοκίνητα, τα αεροπλάνα, και ενίοτε (εδώ γελάμε) τα παϊδάκια. Στο ενεργητικό μου, μερικές εφήμερες σχέσεις, χωρίς κάποιο ουσιαστικό συναίσθημα ή δέσιμο. Μικρός και άμαθος κοινώς. Ας κλείσει η παρένθεση.
Φτάνοντας στο κανονικό ύψος πτήσης, ακολουθεί η κλασσική διαμάχη με την νόστιμη αεροσυνοδό για το αν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσω walkman. Τρώω την κλασσική άρνηση, η συνοδός καθηγήτρια να μου φωνάζει να σταματήσω να κοντράρω αλλιώς θα με κατεβάσει κάτω (ναι, και να ήθελε, να δούμε μετά πως θα εξηγούσε στους γονείς μου πώς ο γιος τους έκανε ελεύθερη πτώση από τα 30000 πόδια χωρίς αλεξίπτωτο), οπότε βάζω τον λόγο της διαμάχης ξανά στο σακίδιο μου, και κάθομαι στη θέση μου εκνευρισμένος.
Και τότε (και όποιος μου πει ότι δεν ξεκινάμε παράγραφο με «και»), να κάνει τα παράπονα του αλλού, δεν με ενδιαφέρει), την βλέπω… διαγώνιά μου, κάθεται η πιο όμορφη κοπέλα που έχω δει. Γαλάζια μάτια, ξανθιά, απίστευτα γλυκό πρόσωπο. Σε μι στιγμή, ξέχασα τα πάντα. Πώς με λένε, το ότι ήμουν εκνευρισμένος, το ότι ο φίλος μου από δίπλα προσπαθούσε να μου αρπάξει το κεκάκι σοκολάτας. Όσο απότομα έκανα την αναγνώριση, άλλο τόσο απότομα τέλειωσαν όλα. Προσγειώθηκα στην θέση μου ξανά, προσπαθώντας να πω στον εαυτό μου πως δεν είναι αυτή για μένα. Η πτήση λοιπόν συνεχίστηκε κανονικά, εγώ όπως πάντα να απολαμβάνω μια ακόμα βόλτα με αεροπλάνο και ο κολλητός να ακούει κρυφά death metal.
Στην στάση στο Άμστερνταμ ήρθαν τα πρώτα συμπτώματα. Πού να είναι τώρα αυτή; Να τη, πίνει καφέ σε ένα μαγαζί με μια φίλη της. Να πάω και εγώ, ή θα με διώξουν; Τι να κάνω; Τελικά αποφάσισα πως τέτοια πράγματα δεν είναι για μένα, οπότε πήγα και πήρα ένα περιοδικό αυτοκινήτων και ένα σάντουιτς και άραξα σε ένα τραπέζι. Δεν άντεξα για πολύ: σηκώθηκα και πήγα και έκατσα μαζί τους. Την μία εκ των δύο, την ήξερα. Οπότε έπιασα λίγη κουβέντα, μιλήσαμε για διάφορα θέματα, και συνειδητοποίησα πως δεν πάει και άσχημα το πράγμα. Ωραία, τελικά ούτε ψώνιο είναι, ούτε τίποτα. Όμως είχε φτάσει η ώρα της αναχώρησης για τον τελικό μας προορισμό, το κρύο Λένινγκραντ. Χωριστήκαμε, επιβιβαστήκαμε στο αεροπλάνο και για να μην τα πολυλογώ (εσείς εκεί που διαβάζετε, μην χαζογελάτε, σας βλέπω!) φτάσαμε μετά από αρκετές ώρες στο ξενοδοχείο μας. -
-
Χε, χε, έπιασες το πνεύμα... σε λίγο ακολουθεί και το part 2...
-
Άντε βρε άνθρωπε μας κρατάς σε αγωνία!
-
Έφτασεεεεε.....
Το βράδυ κλασσικά χωρισμένοι σε ανδροπαρέες (καφροπαρέες, αλλά υγεία) και γυναικοπαρέες. Είχαμε αγοράσει μπύρες, βότκες, πατατάκια και όλα τα σχετικά ψιψιψώνια, οπότε η νύχτα προβλεπόταν μακριά. Κανείς δεν έδειχνε να νοιάζεται ότι την επόμενη μέρα είχαμε το συνέδριο, όλοι διασκεδάζανε. Μόνο ένας φαινόταν να έχει λιγότερη διάθεση.
«Καλά είσαι ρε τρόμπα;», με ρωτάνε οι φίλοι μου. Καλά είμαι, απλά λίγο κουρασμένος, απαντάω, και η μύτη που κοντεύει να ξεπεράσει σε μήκος τον υπερσιβηρικό. Έχοντας πει την κατάλληλη δικαιολογία, ξεκινάω για το δωμάτιο.
Περπατώντας σιγά-σιγά στον διάδρομο, νιώθω ότι δεν είμαι μόνος… Και ναι, κάθεται μόνη της σε έναν καναπέ. Όπως είναι φυσικό νομίζω, πήγα και κάθισα δίπλα της. Ήθελα να της μιλήσω, να μου πει τα πάντα, να της πω οτιδήποτε σκέφτομαι. Το μυαλό μου να στροφάρει σαν το τάπερ σε ανάβαση, και παρόλα αυτά, να μην λέω τίποτα. Ξαφνικά καταλαβαίνω ότι με κοιτάζει. Όντως, λίγο περίεργο κάποιος να κάθεται δίπλα σου και να σε κοιτάζει σαν χάνος. Προσπαθώ να πω κάτι, «τι κάνεις» μουρμουρίζω. Μου απαντάει, και αρχίζω επιτέλους και εγώ να μιλάω. Μιλάμε για τα πάντα, για όλη μας την ζωή. 11 το βράδυ είχα φύγει από το δωμάτιο των φίλων μου, 5 γύρισα στο δικό μου. Μιλούσαμε, μιλούσαμε και μιλούσαμε και άλλο. Εγώ από μέσα μου να σκέφτομαι πως δεν υπάρχει περίπτωση, κάποια πλάκα μου κάνουν. Ένιωθα, ήξερα, πως είχα βρει το άλλο μου μισό. Μπορεί να ήμουν μικρός τότε, λίγο αφελής ίσως, αλλά το ένιωθα.
Το επόμενο πρωί ξυπνάω νιώθοντας πολύ περίεργα. Κόμπος στο στομάχι, ταχυπαλμία, το θυμάμαι σαν τώρα. Μια σκέψη πρωτόγνωρη: ένα πρόσωπο, το πρόσωπο της…πού να είναι τώρα άραγε; Πρέπει οπωσδήποτε να την βρω. Στο πρωινό, όσο απίστευτο και αν φαινόταν σε όλους, δεν έφαγα απολύτως τίποτα. Σκεφτόμουν συνέχεια, προσπαθούσα να καταλάβω τι μου συμβαίνει. Ένας από τους «μεγάλους» τότε, πέταξε την ατάκα: «ρε μάγκα, σαν ερωτευμένος είσαι!», είπε, «φάε τίποτα». Αυτό ήταν, την είχα δαγκώσει για τα καλά μάλλον. Και τώρα τι κάνουμε; Τώρα προσπαθούμε να είμαστε συνέχεια μαζί της…γιατί μόνο όταν είσαι μαζί της νιώθεις καλά. Νιώθεις ήρεμος, δυνατός, έτοιμος να καταφέρεις τα πάντα. Είμαι σοβαρά γιατρέ μου…
Οι μέρες κυλάνε…1,2,3,4 μέρες περνάνε. Η ίδια ρουτίνα: από το πρωί μέχρι το απόγευμα το συνέδριο, στο οποίο εγώ δεν προσέχω καθόλου. Περιμένω να τελειώσει για να βρεθώ μαζί της… Και όταν βρισκόμαστε, να νιώθω σαν να την ξέρω χρόνια…μιλάμε συνέχεια, κοιμόμαστε μαζί μερικά βράδια, «τυχαίες» σωματικές επαφές, υπονοούμενα… Την κατάσταση μου δεν αργεί να την παρατηρήσει ο φίλος μου, ο οποίος μετά από πολύ πρήξιμο, και αφού ορκιστεί πως δεν θα μιλήσει σε κανέναν, μαθαίνει την πολυπόθητη πληροφορία.
Η κατάσταση να χειροτερεύει. Την θέλω, και όμως δεν την έχω. Δεν έχω νιώσει έτσι ποτέ… Μια λύση υπάρχει, «οι μεγάλοι». Μετά από μια μεγάλη κουβέντα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως δεν θα γίνει κάτι όσο είμαστε στο εξωτερικό, αλλά πρέπει να της μιλήσω. Δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω. Το προτελευταίο βράδυ, αποφασίζω πως έφτασε η στιγμή. Αφού περάσω από το δωμάτιο των μεγάλων για την ευλογία τους, πηγαίνω στο δωμάτιο της. Στην αρχή, δεν τολμάω να θίξω τίποτα. Όσο περνάει όμως η ώρα, αγχώνομαι. Κάποια στιγμή, όταν το κλίμα με ευνοούσε, αφού πήρα μια βαθιά ανάσα, εκφράζομαι. Της λέω πόσο μου αρέσει, πως με γεμίζει απίστευτα, και πως θα ήθελα να δοκιμάσουμε.
Τότε έρχεται η μισητή ατάκα: «συγνώμη, αλλά σε βλέπω σαν φίλο». Ναι, δίκιο έχεις, σκέφτομαι, εγώ φταίω, και λοιπά αυτοκριτικά. Μαζεύω τα κομμάτια μου, και κλείνομαι στο δωμάτιο μου. Βγαίνω την επόμενη μέρα, και όλοι όσοι ήξεραν κατάλαβαν…δεν χρειάστηκε να πω τίποτα. Όταν γύρισα Ελλάδα, μιλήσαμε με μηνύματα. Άκουσα διάφορα πράγματα, όπως «δεν σου έδωσα κάποιο δικαίωμα για να νομίσεις ότι θα μπορούσε να γίνει κάτι», και άλλα… Η ουσία όμως ήταν μία: χυλόπιτα, και μάλιστα σε κάτι τόσο δυνατό…Περιττό να πω πως οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα και καταστάσεις είναι καθαρά συμπτωματική.
Επίσης, η ιστορία έχει γραφεί με χιουμοριστική διάθεση.
-
γλούπ
-
-
δύο λέξεις
grow up ρε!
(μην το πάρεις στραβά δεν στη λέω) -
Εγώ να grow up;
-
That must be hurt
Pub-Σουβλατζίδικο: Ολονυχτίς κ Ολημερίς!! [#1]