Της Πόπης Διαμαντάκου,''Τα Νέα''
**Eθνοπανηγυρτζίδικη τσαντίλα **
Με το χεβιμεταλλάδικο κιτς καλοαναθρεμμένων σχολιαρόπαιδων από την Φιλανδία να βγάζει τη γλώσσα του στο σουσουδογκλάμουρ σινιέ ξενυχτάδικης πίστας της ελληνικής συμμετοχής, το γιουροβιζιονικό μας γλέντι ολοκληρώθηκε υπερβάλλοντας εαυτόν σε πανηγυρτζίδικη απολαυστική κακογουστιά.
Αυτό είναι η Γιουροβίζιον, μουτσούνες, μεταμορφώσεις, καρναβάλια, παιδικό κιτς. Το αναγάγαμε σε εθνική υπόθεση, αλλά εκείνη η υποδοχή της πρωτιάς πέρυσι από τον υπουργό Επικρατείας δεν κατέληξε και στην ανάλογης επισημότητας παράδοσή της στους επόμενους νικητές, όπως η ευγένεια ορίζει.
Με την αμήχανη απονομή στο τέλος και το όνομα του κ. Ρουσσόπουλου να ακούγεται για να ανέβει στη σκηνή χωρίς εκείνος να βρίσκεται πουθενά, αποκάλυψε πως μάλλον το χιούμορ μας δεν έφτασε μέχρι τέλους.
Ο επικοινωνιακός θρίαμβος δεν επετεύχθη, αλλά ο πολιτισμός φαίνεται στην ήττα.
H Ευρώπη - και η χώρα μας άλλωστε - ψήφισε το συγκρότημα των Lordi με τα τερατόμορφα κοστουμάκια που σήκωναν τις ανθοδέσμες της νίκης ψηλά σαν χαρούμενη χορωδία Ουρσουλινών που κέρδισε σε διαγωνισμό θρησκευτικών ύμνων.
Το χαρήκαμε, το χειροκροτήσαμε με το εθνικό πάθος που άρμοζε σε μια διοργάνωση τέτοιου ευρωπαϊκού επιπέδου και κυρίως αξιοποιήσαμε πλήρως την ευκαιρία να επιδείξουμε κι εμείς το άφθαστης αισθητικής ελληνολατρικό κιτς μας με μια πρωτοποριακή παρέμβαση στο τελετουργικό του θεσμού. Προσθέσαμε τελετή έναρξης τηρώντας τη νεο-ολυμπιακή παράδοσή μας μπολιασμένη από την αισθητική φεϊμ-στορικού μπαλετακίου.
Οι πρωτοπορίες άλλωστε σφραγίζουν τον μακραίωνο πολιτισμό του έθνους των Ελλήνων.
Ως εκ τούτου τον ξεδιπλώσαμε στη σκηνή της Γιουροβίζιον με την καλλιτεχνική επιμέλεια των Φωκά Ευαγγελινού και Δημήτρη Παπαδημητρίου.
H αισθητική πρόταση άρχισε από τη βραδιά των προημιτελικών με μια εμπνευσμένη σκηνική αναπαράσταση προθήκης καταστήματος ειδών λαϊκής τέχνης και αγαλματιδίων του Μοναστηρακίου - κρίμα που ήταν αδύνατον να περιβληθεί όλο αυτό με άρωμα σουβλακίου για να έχουμε πιστή απόδοση των τουριστικών απολαύσεων που προσφέρουμε.
Κακόγουστα κοστούμια, πλαστικές περούκες, ο Δίας να τραγουδάει «Volare» κρατώντας ένα χοντρό ματσούκι, Σπαρτιάτες πολεμιστές μπαλέτο και στη συνέχεια, Λύκειο Ελληνίδων με ωραιότατους παραδοσιακούς ήχους και Μαρκόπουλο με ντεκόρ σύμβολα του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, όλα ένας πολτός πανηγυρτζίδικου φολκλορικού αλαλούμ. Μπορεί να χάρισαν γέλιο σε κάθε πικραμένο, αλλά έδωσαν και στυφούς τόνους όσον αφορά την εθνική επένδυση σε ένα τέτοιο λούνα παρκ.
H χαριστική βολή ήρθε την τελική βραδιά με σόου, που άρχισε με κάτι σαν γιουροβιζιονική Επίδαυρο και μοναδική ταιριαστή πινελιά τον Καραγκιόζη επί σκηνής, που ξεσήκωσε τα πλήθη, όπως και το συρτάκι που ακολούθησε.
Περάσαμε τη Γιουροβίζιον για Ολυμπιακούς Αγώνες, μπερδευτήκαμε, υπερβάλαμε σε κιτς, αλλά υπερβάλαμε και σε σοβαροφάνεια της ελληνικής συμμετοχής, που αίφνης μέσα στο πανηγύρι με τα κουδούνια τη θέλαμε λιτή, χωρίς μπαλέτα, με την ερμηνεία της Βίσση να κυριαρχεί, αλλά και αυτή χωρίς τραγούδι που να την αντέχει. Το πάθος ξεκάρφωτο με τη Βίσση να χτυπιέται στη σκηνή, φαινόταν σαν παντομίμα. Δεν κατάφερε να αποβάλει και το στυλ της πίστας όταν τραγουδάει στο φαν κλαμπ της, δεν βοήθησε και το Γκοτιέ που ήταν ραμμένο για τέτοια ακριβώς εμφάνιση και ξεφουσκώσαμε στην ένατη θέση.
Το ζεύγος των παρουσιαστών απολύτως γιουροβιζιονικό, ένας συνδυασμός εξαγώγιμης αρρενωπής γοητείας με τον Sakis και ελληνοαμερικανικής εισαγόμενης αισθητικής με τη Μενούνος, αντεπεξήλθε θαυμάσια.
Το ζεύγος των σχολιαστών, Καπουτζίδης - Μακρυπούλια, υπερέβαλε σε σχολιασμούς, φλυάρησε και έχασε στο τέλος χιούμορ και κέφι, καθώς δεν ερχόταν ο θρίαμβος.