-
'Ενα φανταστικό άρθρο είχε κάποτε δημοσιευτεί και στο internet, από την ηλεκρονική σελίδα,
oasis.fortunecity.com...δυστυχώς πια δεν υπάρχει, αλλά ευτυχώς είχα προνοήσει να το 'σώσω' για το αρχείο μου, έτσι σας το παραθέτω αυτούσιο, προσθέτοντας επιπλέον και κάποια video,με λήψης από τους τότε αγώνες...
ίσως είναι αυτά ότι καλύτερο έχει ποτέ 'σηκωθεί' στο youtube που αφορά τους αγώνες στην Ελλαδα ...
δείτε τα...είναι τα ιδανικά για το μότο: 'για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι'...
μετά με μια ανάσα διαβάστε το ακόλουθο κείμενο!Τα χρόνια του '50 έως '70
http://www.youtube.com/watch?v=X7ogOicr66Q
http://www.youtube.com/watch?v=qFkeMfTyoXY
Youtube VideoMε αφορμή την πρόταση που έχει κατατεθεί στον Δήμο Κερκυραίων για την διεξαγωγή αγώνων αυτοκινήτου Formula 3 στην πόλη της Κέρκυρας, το ΕΧΙΤ αναζήτησε την 'προϊστορία' των αγώνων αυτών που είχαν πραγματοποιηθεί την δεκαετία του 60-70. Ο συνεργάτης του περιοδικού, Δημήτρης Λεβέντης, θυμάται, γεγονότα, περιστατικά και την γεύση μιας ολόκληρης εποχής που έχει αγκιστρωθεί στη μνήμη πολλών κερκυραίων.
Κείμενο: Δημήτρης Λεβέντης (απο το περιοδικο ΕΧΙΤ Αυγουστος'99)
'Ήταν ο αγώνας - σιρκουί αυτοκινήτου τουρισμού και μοτοσικλετών που σηματοδοτούσε για τα σκολιαρόπαιδα εκείνης της εποχής το πανηγυρικό τέλος των διακοπών.
Ο αγώνας που σταμάτησε οριστικά το 1972 για λόγους ασφαλείας όπως όλοι οι αγώνες εκτός πίστας μετά το τραγικό ατύχημα του Γιάννη Μεϊμαρίδη - 'Μαύρου' στον αγώνα της Ρόδου με την Αλφα GTAM την 'Αμερικάνα' που δεν μπόρεσε ποτέ να δαμάσει
φιγουρατζιδες και βοηθοι κριτου
Εκείνους τους χρόνους που τίποτα δεν προμήνυε τη σημερινή αλλοτρίωση, η κερκυραϊκή κοινωνία περίμενε τον αγώνα με αδημονία και η τοπική ΕΛΠΑ έκανε τα πάντα για την άρτια οργάνωση του.
Οι πρώτες συμμετοχές - μη ανταγωνιστικές περισσότερο φιγουρατζίδικες - οι 'Τζούλιες' και τα ΤΤ έφταναν από την Δευτέρα για να ανεβοκατεβαίνουν τη διαδρομή τα σούρουπα τρομάζοντας τα κορίτσια που εκείνη την ώρα έβγαιναν στην πιάτσα για βόλτα με τους θορύβους των ελευθέρων εξατμίσεων.
Ο αέρας ήταν βαρύς απ΄ το καμένο φυτικό λάδι και η πιτσιρικαρία - πλήρως ενημερωμένη για τ΄ αθλητικά - έψαχνε να βρει απ΄ τον κατάλογο των εφημερίδων και το αντίστοιχο νούμερο ποιος ήταν εκείνος που κατέβαινε τη Γαρίτσα με το πολύχρωμο 'εργαλείο' του.
Μαθαίναμε τα ξενοδοχεία που έμεναν οι αγωνιζόμενοι και τα καυτά μεσημέρια καθόμασταν με τις ώρες να χαζεύουμε τα παρδαλά τέρατα που δεν τα έβλεπες κάθε μέρα.
Σημειώναμε τους τύπους από τις ζάντες, τα λάστιχα, τα πρόσθετα φανάρια και τα φάϊμπερ - γκλας ακόμα και λίγα διαφημιστικά αυτοκόλλητα.
Οι πιο σοβαρές συμμετοχές έρχονταν την Παρασκευή. Ο Τζώννυ Πεσματζόγλου με τη λευκή 'Στρίγγλα' (Σεβρολέτ - Κορβέτ, Στινγκ - Ρευ), ο 'Μαύρος' με το κόκκινο τραίνο την Αλφα GTA και ο Φωτιάδης - αντιπρόσωπος τότε της Αλφα και της Σκόντα για την Ελλάδα - άφηναν τα καθαρόαιμα σκεπασμένα με καλύμματα έξω απ΄ το Κορφού Παλλάς και απέφευγαν την κυκλοφορία.
Οι ενήλικες και πιο περπατημένοι από μας κόλλαγαν στους υπεύθυνους της τοπικής ΕΛΠΑ για να διοριστούνε ¨βοηθοί κριτού' ώστε να ζήσουν τον αγώνα από κοντά.
Σαν τέτοιος βίωσα τον αγώνα το ΄69 και το ΄70 αλλά και σαν φανατικός φίλαθλος όλους σχεδόν τους προηγούμενους. Με τον φίλο μου τον Πέτρο περνάγαμε ώρες ατελείωτες στα προγνωστικά, στην ανάλυση των μηχανών, των σασί, των εξαρτημάτων, στο ψάξιμο του ¨πουσαρίσματος'.
Σκιτσάραμε τότε και οι δύο τις δικές μας επινοήσεις και λέγαμε να γίνουμε σχεδιαστές αυτοκινήτων. Ενημερωνόμαστε από το L΄ Automobile το Quattro Ruote και το Αuto Car που αγοράζαμε τακτικά απ΄ τον Μπούρα.
Προσπαθούσαμε να μπούμε στα ζητήματα της αρνητικής άνωσης και των κενών αέρος στα προσπεράσματα, στη σχέση του αρνητικού κάμπερ με την υπερστροφή, αγωνιζόμαστε να μπούμε στο πνεύμα του 'Βάνκελ', αναρωτιόμαστε για την εφαρμογή εκείνων των περίεργων διπλών αεροτομών όταν πρωτοεφαρμόσθηκαν στο πρωτότυπο Σάπαραλ του Τζιμ Χωλ στη Ντεϊτόνα.
Παραπέρα ονειρευόμαστε ένα ταξίδι στη Μόντσα, να δούμε τις κόκκινες Φερράρι των ’μον και Ιξ να κοντράρονται με τις γαλάζιες Ματρά των Σπούαρτ - Μπελτονάζ και τις γκριζοπράσινες λότους των Ριντ - Χιλλ και να βγαίνουν όλες μαζί απ΄ την Παραμπόλικα για τον τερματισμό - κι ας μας έπαιρνε ο χάρος που λέει ο λόγος.
όταν τα αυτοκινητα οργωναν την πολη.
Η διαδρομή του σιρκουί ήταν η εξής : Η εκκίνηση δινόταν από την είσοδο του Παλαιού Φρουρίου μέχρι το ύψος του Μαβίλη, κατέβαινε τη τεράστια ευθεία της Γαρίτσας μέχρι τη κλειστή φουρκέτα του Δεσύλλα. Γύριζε δεξιά τη Μ. Αθανασίου διέσχιζε τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας δεξιά στροφή της Μ. Δουκίσσης Μαρίας - παρατεταμένη σικαίην μεταξύ Ορφέα και Φοίνικα μετά κατηφόριζε μέχρι τον Καποδίστρια - και με καρφωμένη δευτέρα αριστερή στην Ιόνια Ακαδημία κατέβαινε γεμάτα την ευθεία της Καποδιστρίου μέχρι την ανοικτή διπλή δεξιά φουρκέτα της Κοφινέτας και ευθεία μετά μ΄ όλα τα άλογα στο δρόμο πάλι για Μποσκέτο - Μαβίλη - Γαρίτσα.
Η ανάβαση της Τρουμπέτας έγινε μόνο τα τρία τελευταία χρόνια (΄70 - ΄72) και πραγματοποιούνταν Σάββατο με δοκιμαστικά Παρασκευή απόγευμα.
Η άλλη ανάβαση του Αχιλλείου με μόνιμο σχεδόν νικητή τον Γ. Ραυτόπουλο ήταν φιλικός ανεπίσημος αγώνας που δεν μετρούσε στο πρωτάθλημα.
Πάντως η τοπική ΕΛΠΑ σχεδίασε στα τέλη του ΄60 μια διαδρομή τοπικού Ράλλυ και κάποια δεξιοτεχνία που ποτέ δεν έγιναν. Ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών Κώστας Μπότσιος ανερχόμενος αστέρας του Μπάνκιγκ Σύστεμ τότε, σημερινός διευθυντής της τοπικής Τράπεζας Εργασίας, προσπάθησε τα μάλλα αλλά η κεντρική ΕΛΠΑ δεν προχώρησε στις εδώδιμες απαιτήσεις.
Τότε δεν υπήρχαν τα οργανωμένα εργοστασιακά τιμ αλλά ηρωικοί οδηγοί που ήσαν ταυτόχρονα και μηχανικοί που έπιαναν τη βλάβη απ΄ τους ήχους της μηχανής ενώ έτρεχαν και πλήρωναν όλα τα έξοδα ή σχεδόν όλα απ΄ τη τσέπη τους - έτσι για να κάνουν το κομμάτι τους.
Ο αέρινος και ψύχραιμος 'Μαύρος' - ιδιοκτήτης των Αθηναϊκών
μεγαλοκαταστημάτων ’κρον - Ίλιον - Κρυστάλ - που τερμάτισε τη ζωή του στο τείχος της Ρόδου, ο αειθαλής Τζώννυ Πεσμαζόγλου αντιπρόσωπος της Τζένεραλ Μότορς στην Ελλάδα με τις Σέβυ και τις Όπελ, ο πληθωρικός Ψύχας με τα θηριώδη Volvo 544, ο αιώνια άτυχος Ανέστης με BMW και Πόρσε, ο δυναμικός Καπετανάκης με Ε - TYPE και BMW, ο Γιάννης Χρονίδης - ήρεμη δύναμη - με Ε - TYPE, ο μέγας ¨Είπωρχ' (Σ. Σοφιανόπουλος), που το ψευδώνυμο του ήταν αναγραμματισμός της εταιρείας του της γνωστής 'ΧΡΩΠΕΙ' και που εγκατέλειψε για πάντα τους αγώνες μετά το θάνατο του αδελφού του που συνέ-τριψε τ΄ αεροπλάνο του στα βουνά της Εύβοιας και τέλος ο καλύτερος όλων ο Γιώργος Ραυτόπουλος που πάνω σ΄ ένα δίχρονο DKW F12 των 1.300 κυβικών άφηνε πίσω τα θηρίαΤα πρώτα χρόνια αρχές του ΄60 τα περισσότερα αυτοκίνητα αγωνίζονταν τελείως νορμάλ χωρίς μετατροπές γι΄ αυτό και ο συναγωνισμός για τη κορυφή περιοριζόταν στα πολλά κυβικά. Οι Τζάγκουαρ Ε TYPE των Κοτσώνη, Μαρκομιχελάκη, Καπετανάκη, Χρονίδη και η λευκή Σέβυ VII του Τζώνυ Πεσματζόγλου, η περίφημη 'γουρούνα', μονοπωλούσαν το συναγωνισμό.
Την Αγγλοαμερικανική συμμαχία τάραξε μόνο ο Λέτο ντι Πριόλο, επίσημος δοκιμαστής της Αλφα Ρομέο με μια κόκκινη Τζουλιέτα Σπριντ 1600 που ο Κόμης Ντι Πριόλο την πήγαινε με μυαλό και καρδιά και έδειξε ότι δεν χρειαζόταν εκατοντάδες άλογα αλλά επιταχύνσεις και 'ελαστικός' κινητήρας για να πάρει κάποιος την Κέρκυρα. Μια άλλη Αλφα σπριντ που την πήγαινε επίσης πολύ γρήγορα ο Αλμπέρτο Νικόζια παρουσίασε προβλήματα και τερμάτησε τέταρτη πίσω από τον Πεσματζόγλου και την Τζουλιέττα του Θεοδωρακόπουλου.Το ίδιο απόγευμα η τρομερή ομάδα του Καίμπριτζ σε μια επίδειξη δύναμης έβγαλε άουτ τον Βύρωνα στον 7ο παίκτη και 'άφησεν πάλαν' στα 88 ρόνια.Την προηγούμενη χρονιά ο Τζώνυ είχε φέρει την Σέβυ V8 μισό γύρο μπροστά από τα ογκώδη Volvo Σ44,5 των Ψύχα και Βασιλειάδη. Σ΄ εκείνο τον αγώνα πέντε αυτοκίνητα που είχαν ήδη αφιχθεί εδώ με το 'Ανγκέλικα' δεν μπόρεσαν να δεχθούν τους οδηγούς τους που έμειναν στην Αθήνα μιας και οι ραγδαίες βροχές του σαββατοκύριακου επέφεραν ακυρώσεις στις πτήσεις. Μεταξύ τους και ο Τζων Κίνγκσεϊ, αξιωματούχος της American Embassy που θα καβάλαγε μια μαύρη τερατώδη Σεβρολέτ κοβρέτ που τον περήμενε μάταια έξω από το λιμάνι.
Το ΄63 ο Γιάννης Χρονίδης οδηγώντας συντηρητικά αλλά σταθερά γρήγορα πήρε κεφάλι από τους Πεσμαζόγλου - Ραυτόπουλο και παρά τη γερή κόντρα, πήρε την καρρώ σημαία. Στον ίδιο αγώνα θαυματούργησε με το ψευδώνυμο 'Τάκις' και ο Μπάρκουλης, όπως θα δούμε παρακάτω. Ο τοπικός ήρωας Πέτρος Ασωνίτης - ο ατρόμητος 'Τσούτσας' γνωστός επιχειρηματίας των Φέρυς και γόης εποχής που 'έφερνε' προς τον Έρολ Φλυν συμμετείχε στον αγώνα τρεις φορές. Το 1962 σε μια ανοικτή Σεβρολέτ Νας - σαν αριστοκρατικό ταξί - είχε πάει να βρει τον 'Άνταμ' στον κήπο του παλατιού μετά είχε κάνει την παρέλαση του με ένα Κονβερτιμπλ Ντεκαβέ και στο τελευταίο του αγώνα το ΄63 με το 'στρογγυλεμένο' του Auto Union - το ίδιο αμάξι που έκανε τη δουλειά του - είχε τη Τζάγκουαρ του Χρονίδη για τρεις ολόκληρους γύρους στους καθρέπτες του που ετοιμαζόταν να του ρίξει γύρο, πριν τη κατηφόρα της ΝΑΟΚ έκανε ένα τρομερό στριφογυριστό τετ - α - κε ανεβαίνοντας τα πεζοδρόμια, σκορπώντας τον πανικό στο φιλοθεάμον κοινό αλλά και στο Χρονίδη που δεν τον εμβόλισε από σπόντα.
Ένας άλλος κερκυραίος αριστοκράτης ο Μπέμπης Βελιανίτης είχε επιχειρήσει να δείξει τις οδηγικές του ικανότητες στην ανάβαση του Αχιλλείου με μια μαύρη Άρμστρονγκ Σίντλευ. Ένα πελώριο, μπαρόκ αυτοκίνητο που το θυμάμαι κάθε απόγευμα να κάνει την βόλτα του στο Λιμάνι.
Το ΄64 ο Κώστας Τσάτσας - σήμερα τουριστικός πράκτορας στα βραδινά δοκιμαστικά του Σαββάτου καβάλησε το F12 του επιστήθιου φίλου του Γ. Ραυτόπουλου και έκανε μαγικά πράγματα πηγαίνοντας σαν τον άνεμο.
Εκείνο το Σάββατο μες το πρωινό ενώ το ασημένιο DKW ήταν παρκαρισμένο στο 'Ακταίον' κάποιος καλοθελητής έσπασε την τάπα και έριξε ζάχαρη στη βενζίνη. Το σαμποτάζ έγινε γρήγορα αντιληπτό και ο Κ.Τ. μετέφερε το τραυματισμένο αυτοκίνητο στο συνεργείο της BP του Σταύρου στη Λ. Αλεξάνδρας όπου η μηχανή λύθηκε, πλύθηκε και καθαρίστηκε μέσα σε ώρες για να είναι έτοιμη για τα δοκιμαστικά που τότε γίνονταν αργά.Ο Κώστας γεννημένος πιλότος με πάθος για τον κίνδυνο και τον αθλητισμό σακατεύτηκε νωρίς στα κάγκελα του Μποσκέτου με μια Φλορέτα και οι αγωνιστικές του φιλοδοξίες μαράθηκαν. Έτσι το παιδί - ζαρκάδι εγκατέλειψε και τα δοκάρια του τοπικού ’ρη όπου έπαιζε ως τερματοφύλακας. Και παρ΄ ότι είχε συμμετάσχει σε Ράλλυ ως συνοδηγός του Ραυτόπουλου εξήντλησε τις ικανότητες στα πούλμαν που οδηγούσε στις εκδρομές του πρακτορείου του.
Αξέχαστη σε εκείνον τον αγώνα του ΄63 έχει μείνει και η συμμετοχή του ζεν πρεμιέ Αντρέα Μπάρκουλη σ΄ ένα ανοικτό MGA, που επιβράδυνε στις ευθείες για να στείλει φιλάκια στα κορίτσια που λιώνανε. Τόσο δε είχε απορροφηθεί από την ανταπόκριση των κορασίδων όπου δεν κατάλαβε ότι η εξάτμιση του είχε 'κρεμάσει' και καιγόταν από το ύψος του ΝΑΟΚ - παρά μόνον όταν έφθασε στο 'Δεσύλλα' για να εισπράξει τη γενική θυμηδία των καραδοκούντων για ευτράπελα Κερκυραίων.
Την προηγούμενη χρονιά ένα προχειροφτιαγμένο καρτ βγήκε για επίδειξη στα πρωινά δοκιμαστικά της Κυριακής κι έτσι όπως ερχότανε σαν θορυβώδες ζουζούνι από την Καποδιστρίου για να μπει στο Λιστόν δεν πάτησε την γωνία του τέλους της κατηφόρας, βρέθηκε στον αέρα κι έσκασε εμπρός στο Κορφού του Τσιμή για να διαλυθεί στα εξών συνετέθη με τον άμοιρο οδηγό να είναι με το τιμόνι στα χέρια, καθισμένος στην άσφαλτο: 'Ω ρε σκασιά που ΄φαε σαν τον Μπάστερ Κήτον' παρατήρησε το 'καρφί' της παρέας ο αείμνηστος πνευματώδης Πίπος Αναγνώστης που καθόταν δίπλα μας με τους Ρούσσηδες (πατέρα - υιό) και όλοι ξέσπασαν σε γέλια.
Tο καλύτερο σημείο για να παρακολουθήσει κάποιος τον αγώνα ήταν κατά τη γνώμη μου η στροφή του Καποδίστρια. Ακόμα ψηλά στα ερείπια της Ακαδημίας μπορούσες να δεις το σιρκουϊ να κατεβαίνει όλη την κατηφόρα από την αυλή του Δεύτερου γυμνασίου να στρίβει αριστερά 'πατημένο' όλη την Καποδιστρίου μέχρι το Λιστόν και μετά τους έβλεπες να ξαναβγαίνουν με γεμάτη τετάρτη στο Ακταίον και να κατεβαίνουν την ΝΑΟΚ οπότε είχες τη δυνατότητα να παρατηρήσεις τις μη ορατές μεταβολές - προσπεράσματα που συνήθως γινόταν στα φρένα της Κοφινέτας .
Απ΄ τη ζηλευτή - για τους εφήβους εκείνης της εποχής - θέση του βοηθού κριτού ήσουν ενεργό μέρος του αγώνα άκουγες τα σχόλια και τα κουτσομπολιά από πρώτο χέρι, συγκέντρωνες διαφορετικές και ώριμες απόψεις για τις μετατροπές των 'εργαλείων', προσέφερες ουσιαστικό έργο ανεβοκατεβάζοντας τις σημαίες επιβράδυνσης δίπλα απ΄ τα αυτοκίνητα αλλά πάνω από όλα ήσουν κοντά σ΄ αυτή την ατμόσφαιρα του κινδύνου, που πλανιόταν σαν νέφος εκκλησιαστικού μυστηρίου, και μας παράσερνε σ΄ ένα πρωτόγνωρο γλυκό πυρετό!Δυσάρεστη στιγμή ήταν ο θάνατος του πρωταθλητή Αυστραλίας στα 500 κυβικά μοτοσικλέτας του άτυχου Μακ Ντόναλντ που μια εβδομάδα πριν είχε νικήσει στο Γκραν - Πρι της Βουδαπέστης και είχε κατέβει τον Αύγουστο του ΄70 στην πόλη μας, όπου στα απογευματινά δοκιμαστικά του Σαββάτου καρφώθηκε από τον πρώτο γύρο στα κάγκελα του κηπαρίου της Ρανιατέλας.
Την ίδια χρονιά είχε ένα παραλίγο μοιραίο ατύχημα ο Μάκης Σαλιάρης σε βραδινή αναγνωριστική της ανάβασης που έστειλε την Άλφα 1750 στους γκρεμούς αλλά βγήκε ζωντανός σε κώμα για να θερίσει τα επόμενα χρόνια τα πρωταθλήματα και την νυχτερινή ζωή της Αθήνας με τη θρυλική ντίσκο Αυτοκίνηση.
Το διαλυμένο όμορφο αυτοκίνητο είχε μείνει στη λαϊκή στο χώρο του σημερινού πάρκινγκ - ένα μήνα - σαν παρμένο λάφυρο και λεηλατήθηκε κυριολεκτικά.
Από ΄67 και δώθε είχαμε τους αγώνες των μοτοσικλετών που τους έπαιρναν πάντα ξένοι και που ήταν μετά το Ακρόπολις ο μόνος αγώνας με συμμετοχές αλλοδαπών διεθνούς εμβέλειας.Ενώ οι οδηγοί απ΄ τα αυτοκίνητα ήσαν από καλοστεκούμενες οικογένειες και καλοζωισμένοι οι Έλληνες μηχανόβιοι ήταν άλλες φάτσες, μυστήριες και πρωτόγονες, με κορμιά σπασμένα απ΄ τα καθημερινά ατυχήματα και το στοίχημα με το χάρο μες το αγριεμένο βλέμμα τους.
Ο Γκουντούφας, ο Ίσαρης, ο Λέκκας, ο Αντωνιάδης, ο Φλαμής, ο Χατζημιχάλης, ο Παπαδάτος πριν ακόμα γίνουν επίσημοι αναβάτες των μεγάλων εταιρειών ήταν παιδιά που ερχόταν εδώ, αφού ετοίμαζαν τις μηχανές τους στην αυλή του σπιτιού τους. Μετέφεραν τις κόντρες τους στην ευθεία του λιμανιού κάθε νύχτα και έκαναν τις κυράδες να χάνουν τον ύπνο τους και τους συνταξιούχους να ωρύονται. Οι αγώνες ξεκίνησαν το ΄67 και οι Αυστριακοί Βέρχεσερ και Μαξ έκαναν το 1-2 με Μάτσλες. Μισό γύρο πίσω πρώτος Έλληνας ο Γ. Παπαδάτος.Στον δεύτερο αγώνα είδαμε ένα αέρινο δίχρονο 150άρι - Αερμάκι και ένα κακομαθημένο Σπανιόλικο Μπουλντάκο να δαγκώνουν τις γιαπωνέζες 500άρες και 750άρες και τα 450άρια Μάτσλες και να κάνουν το ένα - δύο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον δεκαοχτάρη τότε Κωστόπουλο πάνω σε μια νορμάλ 350άρα Suzuki χωρίς αεροδυναμική θωράκιση (φέϊρινγκς) να στέκεται εμπρός απ΄ τον πρωταθλητή Γαλλίας Ραβέλ - στον αγώνα του ΄69 - για δέκα ολόκληρους γύρους και έκανε Έλληνες και ξένους να τρίβουν τα μάτια τους. Ο Ραβέλ - μακρυμάλλης και αγέρωχος - που τρία χρόνια μετά διάβηκε την Γαλλική Αχερουσία αφού γκρεμίστηκε με μια Καβασάκι Φάϊτερ στα βουνά της Ωβέρνης. Εκείνο τον αγώνα καθώς και τον επόμενο τον 'καθάρισαν' Ιταλοί. Ο Περόνε με Μάτσλες 500 και ο Τραμπαλζίνι με Τζιλέρα 500 που στον προηγούμενο αγώνα ήταν τρίτος.
Ο Νίκος Γκουντούφας ο καλύτερος αναβάτης όλων των εποχών για τη ώρα μας έδειξε τα δόντια του στον αγώνα του ΄70 αλλά έπεσε νωρίς.
Ο Χατζημιχάλης στην ανάβαση έφερε καλύτερο χρόνο κατά 2' από το πρώτο αυτοκίνητο. Στη βρεγμένη Κέρκυρα του ΄70 οι Ιταλοί φάνηκαν πολύ διαβασμένοι αφού χάραξαν τις γραμμές τους απάνω στα φύλλα των δένδρων που είχαν συσσωρευτεί σε στρώματα κοντά στα ρείθρα του δρόμου καλυτερεύοντας τη πρόσφυση τους.
Σαν περνούσαν τα μηχανήματα τους έδειχναν με αρχοντιά αυτό που ήταν: απόλυτα όπλα. Στα δοκιμαστικά του Σαββάτου αυτής της χρονιάς ήμουν βοηθός κριτή στην θέση Κ1 δηλαδή λίγο πιο πέρα από την εκκίνηση προς το 'Ακταίον'. Όλοι έφυγαν μπροστά αλλά η κόκκινη 350άρα δίχρονη Χόντα του Χατζημιχάλη έμεινε ακίνητη χωρίς να μπορεί να 'βγάλει' ανάφλεξη. Αυτός μου έκανε σήμα να τον βοηθήσω σπρώχνοντας τον πράγμα που απαγορευόταν από τον κανονισμό. Δίστασα, αλλά το αίσθημα αλληλεγγύης προς τους ριψοκίνδυνους αναβάτες και το τσαμπουκαλίδικο ύφος του πρωταθλητή μας μ΄ έκαναν να αψηφήσω την απαγόρευση και να μπω μες την πίστα και βάλθηκα να τον σπρώχνω τρέχοντας.
Δεν πιστεύω να φοβάσαι... (με καθησύχασε, ενώ από το Καβαλιέρι ακούγονταν ο συριστικός ήχος του πρώτου μηχανήματος που κατέβαινε).
Όχι βέβαια! (απάντησα... ενώ με είχε κόψει κρύος ιδρώτας, γιατί είμαστε καταμεσής του δρόμου, λίγο πριν την είσοδο του ΝΑΟΚ).
Η Χόντα μετά λίγα δευτερόλεπτα έβηξε άγρια φτύνοντας κάπνα και φλόγες για να χαθεί προς τη Γαρίτσα, πήδηξα με τη ψυχή στο στόμα στο πεζοδρόμιο ενώ η πρώτη μηχανή ήταν στα 20 μέτρα. Ευτυχώς που δε φρέναρε... Γύρισα στο πόστο μου για να εισπράξω τις παρατηρήσεις του προϊσταμένου κριτή που ήταν γέροντας και τυπικός καθώς και τη χλεύη των παρισταμένων νεανίδων γιατί η λευκή φορεσιά μου είχε γίνει κατάμαυρη από πάνω ως κάτω από τα προϊόντα καύσεως της μηχανής.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω εδώ ότι οι ξένοι έφερναν μαζί τους άλλον αέρα και πιο πολιτισμένο κλίμα στους αγώνες τόσο με τον εξοπλισμό τους όσο και με την τεχνική τους. Δεν ήταν ανάγκη να μπει κανείς σε μηχανολογικές ή αεροδυναμικές λεπτομέρειες για να δει τις τεράστιες διαφορες, αρκούσε η εμφάνιση.Οι δικοί μας ήσαν ντυμένοι σαν αεροπόροι του Α΄ παγκοσμίου πολέμου παρά σαν αναβάτες αγώνων. Είχαν βαριά πέτσινα μπουφάν σαν αυτά του Μάρλον Μπράντο στον 'Ατίθασο' που έμπαζαν από παντού και φούσκωναν, αυγοειδή κράνη που έκλειναν με πέτσινες γκέτες στα πλαϊνά και άφηναν τον αυχένα ακάλυπτο και στρογγυλά γυαλιά οξυγονο-κόλλησης. Ο τρόπος που καβαλούσαν ήταν μεν ριψοκίνδυνος και εντυπωσιακός αλλά ούτε ασφαλής μήτε ο πιο γρήγορος ήταν.
Η επιρροή - έστω και οπτικά - στην Κέρκυρα με την ευρωπαϊκή εξέλιξη καθώς και το πάθος για ανταγωνισμό έφερε πρόοδο στην ελληνική μοτοσικλέτα. Χρόνο με το χρόνο μηχανές και άνθρωποι βελτιώνονταν.
Ο αγώνας ήταν βέβαια ανάμικτος και όλες οι κατηγορίες έτρεχαν μαζί σαν τ΄ αυτοκίνητα άλλωστε και όπως με είχε πληροφορήσει ο πάντα ενήμερος Πέτρος Καραλής το αγγλικό 'Motor Sport' παρομοίαζε μισοειρωνικά - μισοσοβαρά τη Κέρκυρα σαν μικρό Μαν. Σ΄ αυτό το νησί στο Ιρλανδικό κανάλι γίνεται εξάωρος αγώνας για όλες τις κατηγορίες και τύπους μοτοσικλέτας - Τράϊαλς, Εντούρο, Ρέϊσινγκ πίστας, Κρος, απλές Βέσπες - όλες μαζί ανακατωμένες κι όποιος αντέξει. Μια ακόμη ξένη βαρβάτη συμμετοχή ήταν στ΄ αυτοκίνητα αυτή του λάτρη της Κέρκυρας Γερμανού δόκτορα Μπους.
Το ΄64 με μια ασημένια με μαύρο καπό Πόρσε Καρέρα με ψυχή Άμπαρθ μπήκε επικεφαλής στον αγώνα μπροστά από την Τζάγκουαρ του Χρονίδη και τον Ραυτόπουλο να σπινάρει σφήνα στις στροφές πίσω τους.Ο αγώνας ήταν συναρπαστικός μέχρι που η Πόρσε έκαψε φλάντζες και άφησε την πρωτιά στο Γιάννη Χρονίδη που εκείνη τη χρονιά κατέκτησε το πρωτάθλημα νικώντας στον επόμενο αγώνα στο Τατόι τους Ραυτόπουλο και Ψίχα. (Το ρεκόρ γύρου εκείνης της χρονιάς του ταχύτατου Ραυτόπουλου κανένας μέχρι τώρα δεν το έχει γκρεμίσει ).
Δεύτερος τερμάτισε ο 'Νίνο' ο 'ιπτάμενος συμβολαιογράφος' με μια μπλε Τζουλιέτα. Αυτός ήταν και ο πρώτος Έλληνας που επιχείρησε να μετατρέψει μετά τρία χρόνια ένα απλό αυτοκίνητο σε πρωτοτάϊπ στα καλούπια της HF του Μουνάρι, κόβοντας οροφές, βάζοντας διπλά εμφανή ρολ μπαρ, αδειάζοντας θέσεις, προσθέτοντας πλαστικά αεροδυναμικά φτερά και αεροτομές και άνοιξε το δρόμο για την κατασκευή και προσαρμογή των ελληνικών πρωτοτύπων με τους Αντωνιάδη και Σάλιαρη που καθιέρωσαν την ειδική αυτή κατηγορία. Ο ιπτάμενος Ντίνος Σαμαρόπουλος χάθηκε κι αυτός εδώ και πέντε χρόνια σε κάποιο δρόμο προς τη Χαλκίδα.
Ο Δρ. Μπους τίμησε με τη συμμετοχή του τον αγώνα δύο ακόμα φορές χωρίς να διακριθεί ιδιαίτερα το ΄68 και το ΄70. Το εργαλείο του ’μπαρθ είχε αρχίσει να γερνάει, αλλά αυτός επέμενε συμμετέχοντας και στα Ακρόπολις με ένα γαλάζιο Φολκσβάγκεν 1600S.
Εκείνος αγώνας του ΄64 μπορεί να έχασε το ενδιαφέρον του στην κορυφή μετά τις εγκαταλείψεις των Μπους και Ραυτόπουλου αλλά πίσω έγιναν συγκλονιστικές μάχες ανάμεσα στις φευγάτες Τζούλιες, τα Κούπερ, τα κακομούτσουνα NSU PRINZ 4 (που είχαν τους αερόψυκτους κινητήρες σχεδιασμένους για το Afrika Corps και την έρημο) τα στρογγυλεμένα Σκόντα Οκτάβια και τα διαβολάκια 700άρια BΜW που είχαν στήσει τρελό χορό με νικητή τον Ειπώρχ. Τερμάτισε ακόμα και ένα πράσινο ατσούμπαλο Μόσκβιτς που οδηγήθηκε ηρωικά από τον Πετρουνάκο διευθυντή της Πρόκτερ & Γκαμπλ στην Ελλάδα. Το ίδιο αμάξι ήταν και το μοναδικό που είχε τερματίσει στο Ακρόπολις εκείνης της χρονιάς και ο οδηγός του είχε αναδειχθεί σε εθνικό ήρωα, μιας και εκείνο το εξοντωτικό ράλλυ είχε βγάλει άουτ μηχανήματα όπως εκείνη την περίφημη Μερσεντές του Μποέρινγκερ, το Ρόβερ 3000 του Ρότζερ Κλαρκ, την Πόρσε 911 Τ, του Τοϊβόνεν το Βολβο Αμαζόνα του Ούβε ’ντερσον, την Κορτίνα του Κ. Έρικσον και άλλους επαγγελματίες ραλίστες που τα μηχανήματα τους είχαν παραδώσει το πνεύμα στους θεούς των ελληνικών άγριων βουνών και ποταμών.
Το Ακρόπολις κέρδισε ο Τομ Τράνα με μια Volvo 5445 που το σκαρί της ήταν γλυπτό αριστούργημα. Τα σκληρότροχα Μόσκβιτς γνώρισαν μεγάλες πιένες στην αγορά μετά την επιτυχία - έστω στην τελευταία θέση - του τερματισμού.
Το ΄66 ήταν μια συννεφιασμένη Κυριακή μ΄ ένα συναρπαστικό αγώνα, η Αυγουστιάτικη βροχή δεν ήρθε αλλά τα μικρά αυτοκίνητα κέρδισαν πάλι τις εντυπώσεις.
Ο Σταύρος Ζαλμάς με το μαυροκόκκινο Κούπερ μπήκε μπροστά απ΄ την άλικη Τζάγκουαρ του Μαρκομιχελάκη (συζύγου της Χριστίνας Σύλβα και μεγαλογιατρού ιδιοκτήτη του ομώνυμου ιδρύματος) με οδηγό τον Κοτσώνη και με τον Γ. Ραυτόπουλο με το ασημί F12 να χώνεται πίσω τους σαν αθόρυβο σύννεφο. Στη μέση του αγώνα αφού ο Σταύρος εκείνη την ημέρα ήταν λύκος και οδηγούσε στα 10/10 ρίχνοντας άφθονα μήκη στους πάντες βρέθηκε πίσω από τον Τζώννυ που πήγαινε με μια Σέβυ V6 για να τον ντουμπλάρει, ο Γέρος εκδικητικά ξοφλώντας κάποιο λογαριασμό της περασμένης Πάρνηθας τον έκλεινε προκλητικά όλο τον υπόλοιπο αγώνα, το Κούπερ λυσσασμένα κατέβαινε με τους φανούς ιωδίου αναμένους την ευθεία της Γαρίτσας μάταια όμως. Ο έμπειρος Τζώννυ τον εκνεύρισε, έμεινε πίσω και ο Κοτσώνης τον έφτασε και τον πέρασε ένα γύρο πριν το τέλος για να πάρει την καρώ σημαία και να καταχειροκροτηθεί απ΄ το αδαές πλήθος που συνήθως υποστήριζε τα μεγάλα αυτοκίνητα.Το μαύρο ΄67 ο αγώνας έγινε σε μια καθαρή μέρα, ηλιόλουστη και γλυκιά, από ΄κείνες που μας έκαναν να ξεχνάμε έστω και για λίγο τη σκοτεινιά που είχε πλακώσει και που κάτι πανηγύρια σαν εκείνο που θα γινόταν την επόμενη εβδομάδα για την 'πολεμική αρετή την Ελλήνων και την συντριβήν των κομμουνιστοσυμοριτών', φέρναν θλίψη και εμετό. Η νεολαία συμμαζεύτηκε, 'κουρά αν χρω' στα σχολειά αρχαΐζουσα και οι μαθητές στην οικογενειακή εστία από τις 8 μ.μ. και είσοδος στα ακατάλληλα από 17 ετών και απάνω - πριν ήταν από 15 το όριο - που θεωρήθηκε από εμάς μεγαλύτερο αίσχος και απ΄ τα ξερονήσια.
Μάλιστα εκείνη την Κυριακή τα ήδη αναρτηθέντα πανώ με τα συνθήματα υπέρ της 'εθνοσωτηρίου επαναστάσεως' είχαν ανακατευθεί με εκείνα - τα διαφημιστικά - των εταιρειών και με τις αχυρόμπαλες και τα λάστιχα στις στροφές και το ντεκόρ απέπνεε μια μοναδική γελοιότητα.
Όλοι περίμεναν την κόντρα ανάμεσα στη λευκή βασίλισσα που μόλις είχε φτάσει απ΄ την Αμερική, την Στινγκ Ρέϋ, τη 'Στρίγγλα', του Τζώννυ Πεσματζόγλου και την Κόμπρα AC του Αγλούπα βγαλμένη απ΄ τα νυστέρια του Κάρολ Σέλμπυ.
Οι πιτσιρικάδες είχαν ενθουσιαστεί με το ανοιχτό ρόαντστερ και η πιάτσα όλη την εβδομάδα βούιζε για το που βρισκόταν και που άραζε το Αμερικάνικο φίδι. Μια όμορφη Ιταλίδα όμως η κόκκινη Αλφα GTA του Γιάννη Μεϊμαρίδη ήρθε να κλέψει την παράσταση και να πάρει τον αγώνα άνετα για ν΄ αναδειχθεί με το χρόνο στο πιο θρυλικό αυτοκίνητο των ελληνικών αγώνων.
Την Πολ - Ποτίσιον είχε μια ασημένια η ασημένια BMW 2000 TISA του Ειπώρχ που όμως άργησε στην εκκίνηση για να κυνηγάει με άγριες διαθέσεις - βγαίνοντας με τις μπάντες συνέχεια - το Μαύρο αλλά δεν μπόρεσε, κάποιο καπάκι την πρόδωσε. Πίσω η Στινγκ Ρέϋ δεν κατάφερε να προσαρμοστεί στον αγώνα ενώ η Κόμπρα βυθίστηκε στις τελευταίες θέσεις με τα τετρακόσια τόσα άλογα της πνιγμένα στους στενούς δρόμους και παρ΄ ότι φίλαθλοι και μη προσπαθούσαν να την ενθαρρύνουν δεν κατάφερε τίποτα. Όπως είπε κάποιος κορφιάτης ειδήμονας 'η εξάτμιση τση κόμπρας κάνει μόνο για να ψένει πατάτες'.Σ΄ αυτό τον αγώνα άρχισα να καταλαβαίνω κι εγώ ότι οι πραγματικές μάχες δεν γινόταν στην κορυφή αλλά αρκετά πίσω στα τραινάκια που σχημάτιζαν δυάδες, τριάδες, τετράδες, τα αυτοκίνητα μικρού κυβισμού - που μπορεί να αγοράσει ο καθένας - εκεί που έβγαιναν οι μελλοντικοί πρωταθλητές ή δοκίμαζαν τις πραγματικές τους δυνάμεις οι έμπειροι. Εκείνη τη χρονιά ο 'Μέλας' (Γιώργος Μεϊμαρίδης ) στάθηκε πεισματικά μπροστά απ΄ τον 'Υψηλάντη' (Αλέκο Μανιατόπουλο) με το ΤΤ και το Ντάτσουν 1600 του γερόλυκου Κουλεντιανού πέρασε στα φρένα του Δεσύλλα το στριγγλιάρισμα χιλιάρι του NSU TT του νεαρού και πολλά υποσχόμενου Λέκκα.
Την επόμενη χρονιά το ΄68 ήταν η σειρά του Ζαλμά να πάρει τη ρεβάνς. Ήταν η πρώτη χρονιά που είχαν πρωτοέρθει οι BWM 2002 τα αυτοκίνητα που θα σφράγιζαν μια εποχή σε όλη την Ευρώπη.Η λευκή Σνίτσλερ του Είπωρχ που έσπασε τα χρονόμετρα στα δοκιμαστικά, η κόκκινη Αλπίνα του Καπετανάκη, η γαλάζια του Σπυρίδωνα Τσιβινίδη, του ανθρώπου που δάνειζε το πηγαίο ταλέντο του ως κασκαντέρ στις σκηνές καταδιώξεως των ελληνικών φιλμ νουαρ της εποχής που είχαν ως πρότυπο το 'Μπούλιτ' με τον αξέχαστο Στηβ Μακ Κουϊν.
Στα δοκιμαστικά των μοτοσικλετών είχε συμμετάσχει και τοπικός μυστακοφόρος αναβάτης με μία γηραλέα BMW και με στολή Γερμανού μοτοσικλετιστή του ΄40 που αποκλείστηκε απ΄ τον αγώνα παρ΄ όλη την ευγενή προσπάθεια.
Στον αγώνα του ΄68 άνοιξαν οι κερκυραϊκοί ουρανοί λίγο πριν την εκκίνηση, τα φαβορί βούλιαξαν και τα πολύστροφα μικρά αυτοκίνητα διέπρεψαν. Το αγαπημένο μου γαλάζιο Ρενώ Γκορντίνι R8 του Γιώργου Κρητικού πετάχτηκε μπροστά με το Ζαλμά δεύτερο και οι BMW πίσω να προσπαθούν να βάλουν τα άλογα τους το δρόμο, η Στρίγγλα του Τζώννυ και η Άλφα του Μαύρου ήταν να τις λυπάσαι...
Ο Σταύρος Ζαλμάς πέρασε μπροστά μετά μερικούς γύρους για να μείνει εκεί μέχρι τέλος γλιστρώντας σαν να ήταν επάνω σε ράγες στις στροφές που τις έπαιρνε με χειρόφρενο (!!) όπως δήλωσε μετά ο ίδιος. Ένας άλλος νεαρός με ένα νορμάλ 1000άρι κουπεράκι τερμάτισε στην έβδομη θέση διασύροντας τις BMW. Ήταν ο μελλοντικός πρωταθλητής Γιώργος Μοσχούς που άρχισε να ξεδιπλώνει τις τεράστιες οδηγικές του ικανότητες.
Ο Σταμάτης Κόκοτας με την λευκή Τζάγκουαρ Ε Τάϊπ, πήρε τις αχυρόμπαλλες της Κοφινέτας παραμάζωμα κι έφθασε μέχρι την πύλη της Τροχαίας, τρομοκρατώντας το πλήθος.
Ανοίγοντας μια παρένθεση εδώ θέλω να θυμίσω ότι η Ε Τάϊπ του λαϊκού τροβαδούρου ήταν η ίδια που ΄χε νικήσει στη Ρόδο λίγους μήνες πριν με τον Ιωακειμίδη στο βολάν της και άνηκε στον Ι. Χατζημιχάλη γόνο της γνωστής Αθηναϊκής οικογένειας (κοσμήματα - ρολόγια Ωμέγα - κρασιά κ.λ.π.). Ο Ιωακειμίδης, λαϊκό παιδί αλλά και κλέφτης αυτοκινήτων είχε βάλει σε χοντρό λούκι τον Χατζημιχάλη, που τον είχε εισάγει στα κοσμικά σαλόνια και είχε ιδρύσει την πρώτη οργανωμένη αγωνιστική ομάδα την OMEGA RACING TEAM. Αυτός ο τύπος παρέσυρε τον φίλο του - που του τα ΄χωνε χοντρά - σε κάποια ληστεία εις βάρος ώριμης θελκτικής κυρίας (που σήμερα ως γεγονός δεν θα περνούσε ούτε στα ψιλά) με αποτέλεσμα να ξεσπάσει σκάνδαλο ολκής και η Τζάγκουαρ να ξεπουληθεί κακήν κακώς για να ταλαιπωρηθεί στα χέρια του αρχάριου τότε Κόκοτα αλλά και η κοινή γνώμη με πρωτοσέλιδα του τύπου, Ραλλίστες = αλήτες = τζιζ - μπουμ - κακά κ.λ.π.
Μετά τον αγώνα έκανα μια βόλτα στα πιτ που ήταν στο πεζοδρόμιο απέναντι από το Μποσκέτο, εκεί όταν είδα τους μηχανικούς βουτηγμένους στη λάσπη και στη κάπνα τα εξαρτήματα χυμένα φίρδην μίγδην και τις μηχανές λυμένες κατάλαβα καλά ότι αυτό που βλέπαμε ήταν μια αστραφτερή βιτρίνα και ότι ο πραγματικός αγώνας παιζόταν αλλού.Ο Ζαλμάς όμως ήταν και πάλι άτυχος. Έχασε τον αγώνα στα χαρτιά κατόπιν ένστασης του Κρητικού για το γκρουπ του Κούπερ και το R8 μετά το Τατόι πήρε το πρωτάθλημα στην κατηγορία του.
Το ΄69 το γρήγορο πολύχρωμο τσίρκο ξαναμαζεύτηκε με πολύ λίγες αλλαγές στη σύνθεση του. Ο Ανέστης με μια τερατώδη Ασημένια Σνίτσερ 2002 είχε σπάσει το συναγωνισμό στα δοκιμαστικά παίρνοντας την Πολ Ποζίσιον. Πίσω ο Μαύρος, η Στρίγγλα τρίτη και τέταρτος ο εκπληκτικός εκείνη τη χρονιά Υψηλάντης με ένα λευκό NSU 1200 TT 24βάλβιδο που την ατίθαση καρδιά του είχε χτίσει ο Σπιτς στη Γερμανία και το είχε κατεβάσει ο ίδιος στην Πάρνηθα πριν μερικούς μήνες προκαλώντας με τον στριγκό βρυχηθμό του το φάντασμα του μακαρίτη Φον Τριπς που το ρεκόρ του με μια Μερσεντές 300 SEL είχε στοιχειώσει το βουνό απ΄ τη δεκαετία του ΄50. Αλλά κάποιο από τα διπλά μπουζί του κλάταρε και το πνεύμα του Γερμανού Βαρώνου κοιμάται ακόμα ήσυχο.
Ο Ανέστης πάντα άτυχος δεν κατάφερε να ολοκληρώσει ούτε τρεις γύρους και ο Μαύρος μπήκε μπροστά από τον Τζώννυ για να μείνει μέχρι το τέλος στην κορυφή ο μικροκαμωμένος αθηναίος δανδής οδήγησε σαν προγραμματισμένο ρομπότ και θριάμβευσε. Στα μέσα του αγώνα έγινε το θαύμα. Το λευκό ΤΤ πέρασε μπροστά απ΄ την Στινγκ Ρέυ και έγινε το σώσε για μερικούς γύρους που τα 1300 κυβικά του ΤΤ άντεξαν καβάλα στα 7000 cm3 της Στρίγγλας. Θυμάμαι ακόμα ζωντανά την εικόνα απ΄ το νευρώδες μικρό αυτοκίνητο να κατεβαίνει τρελά την Καποδιστρίου με το πίσω καπό ανοιχτό με λάστιχα και μέσα να είναι ορατοί οι κύλινδροι έτοιμοι να εκραγούν απ΄ την υπερπροσπάθεια. Αυτό το έστω προσωρινό προσπέρασμα έχει μείνει στα ελληνικά αγωνιστικά χρονικά σαν μονομαχία Δαβίδ - Γολιάθ.Πιο πίσω έγινε ένας τρομερός αγώνας ανάμεσα σε δύο ζευγάρια οδηγών που άφησαν εποχή, στο πρώτο ο Μάκης Φωτιάδης με μια σκούρα Μπερλίνα 1750 S είχε στους προφυλακτήρες του το Όπελ Καντετ 1900 Ραλλύ του Μπάμπη Λιβιεράτου αγνώστου με το ψευδώνυμο 'Σιρόκο' - γαμπρού του Τζώννυ - που θέρισε τίτλους τα επόμενα χρόνια με την γαλάζια Αλπίν.
Λίγα δευτερόλεπτα πιο κάτω ο Σ. Ζουμπούλης με ΤΤ αγωνιζόταν να κρατηθεί μπροστά από τον Κορφιάτη που είχε κληρονομήσει το DKW του Ραυτόπουλου και πήγαινε σαν τον άνεμο αλλά του είχε σπάσει η τάπα του ρεζερβουάρ και οι σταγόνες της βενζίνης σχημάτιζαν ένα παράξενο τόξο στον αέρα.
Η κατάταξη στην κορυφή έμεινε η ίδια μ΄ αυτή της εκκίνησης, ο αγώνας ήταν χορταστικός και άφησε ικανοποιημένους ακόμα και τους ηλικιωμένους Κερκυραίους που γκρίνιαζαν επειδή ο αγώνας τους χάλαγε το κυριακάτικο πρωινό τους στου Ζήσιμου.
Ένας απ΄ αυτούς μάλιστα έχων άποψη επί παντός επιστητού σχολίαζε μεγαλόφωνα την ποιότητα των αμερικάνικων μηχανών μετά την ήττα της Κορβέτ ότι δηλαδή 'οι Αμερικανοί καλά θα κάνουνε να πάνε να μαζέψουν τα καλαμπόκια τους παρά να σιάχνουνε τέτοια κάρα που τα περνάνε ως και τα κατσαριδάκια και που να δεις τι κάζο θα γένει τώρα που φτάνουνε τα ρούσικα'. Αυτά και άλλα όμορφα αντιιμπεριαλιστικά έλεγε ο ηλικιωμένος φίλος για να διαψευσθεί οικτρά την επόμενη χρονιά.
Το ΄70 είχε γεμάτο πρόγραμμα δοκιμαστικά στην Ανάβαση της Τρουμπέτας την Παρασκευή τ΄ απόγευμα, αγώνες ανάβασης το πρωί του Σαββάτου δοκιμαστικά του σιρκουί μοτό και αυτοκινήτων Σάββατο απόγευμα και τελικοί την Κυριακή το πρωί, με λίγα λόγια Πανδαισία για την παρέα των κερκυραίων εφήβων που είχαν μαζευτεί στη σύσκεψη κριτών. Την Παρασκευή το πρωί στο Ολυμπίκ, δίπλα μας είχε καθίσει ο Αυστραλός Μακντόναλντ για να υπογράψει το δελτίο συμμετοχής του, η ευγενική και ήρεμη μορφή του ξανθού νέου θα χανόταν για πάντα μερικές ώρες μετά.
Κάποιοι απ΄ την ίδια κερκυραϊκή παρέα με περισσό θράσος ανέβαιναν το βουνό μαζί με τους αγωνιζομένους σε νυχτιάτικες αναγνωριστικές με τ΄ αυτοκίνητα των πατεράδων τους όλη τη διάρκεια της εβδομάδας έτσι ο Νίκος Μάνεσης με ένα Σιτροέν Μεχαρί και ο Έντυ Τσαρουγκιάν με ένα Πεζώ 404 προσπάθησαν με δεξιότεχνα ανάποδα τιμόνια να πλησιάσουν τους χρόνους των αγωνιζομένων. Στον αγώνα της Τρουμπέτας ο Τζώννυ επικράτησε άνετα και δικαίωσε το παρατσούκλι του ως 'Γέρος των Βουνών'. Πίσω του είχε τον Παύλο Μαδεντζή, φοιτητή απ΄ την Αγγλία που είχε φέρει το πρώτο Έσκορτ RS 2000 στους ελληνικούς δρόμους.
Για το σιρκουί ο συναγωνισμός προβλεπόταν φοβερός υπήρχαν έξι 2002 στο γκρουπ 6 με τα καλύτερα ονόματα. Ο Γιώργος Μοσχούς με την ασπρόμαυρη Ελεκτρόνικα βγαλμένη απ΄ τα χέρια του μαέστρου Τζοβάνι Ραγκούζα, ο Κοτζαμάνης νικητής της Ρόδου με Αλπίνα, ο Ανέστης με τη Σνίτσλερ, ο Τσινιβίδης με τη γαλανόλευκη Αλπίνα, ο Κόκοτας με την πρώην του Καπετανάκη πουσαρισμένη απ΄ τον Σπανό, κι ο Τσαβός με μια πορτοκαλιά ΤΙ φτιαγμένη από τα χέρια του.
Ο Φωτιάδης μόλις είχε φέρει την GTAM - Αμερικάνα. Ο Μαύρος με το κόκκινο τρένο, ο 'Νίνο' λανσάριζε το πρώτο ελληνικό πρωτότυπο και ο Διονυσόπουλος κατέβαινε με το πρώτο αξιοπρόσεκτο γιαπωνέζικο, μια ασπροκόκκινη Τσέλικα 2000.Η καταρρακτώδης βροχή της Κυριακής όμως έφερε τα πάνω κάτω, ο Τζώννυ με 'λάστιχα βροχής' και φορώντας κάτι αρχαίες ελαφριές μαύρες ζάντες πετάχτηκε μπρος απ΄ την Ελεκτρόνικα που είχε την Πολ για να μείνει σε πείσμα των BMW που τον κυνήγησαν ανελέητα σταθερά πρώτος μέχρι το τέλος του αγώνα.
Πρώτος 'έπεσε' ο Μοσχούς που αναπτύσσοντας τεράστια ταχύτητα - πάνω από 210 χλμ - πριν τη ΝΑΟΚ έφυγε με σάλτο στο κατήφορο και προσγειώθηκε με πάταγο στο ύψος της σκάλας του δημάρχου για να εγκαταλείψει αφού του... κόπηκε η τρόμπα λαδιού. Ο Τσινιβίδης μετά όρμηξε τρελά πίσω απ΄ τη 'Στρίγγλα' σταυρώνοντας τα χέρια σε συνεχόμενα ανάποδα και πραγματοποίησε μια από τις πιο θεαματικές εμφανίσεις που είδε ποτέ η Κέρκυρα εις μάτην όμως, εγκατέλειψε κι αυτός την υπερθέρμανση. Ο Κοτζαμάνης βγήκε απ΄ τη μάχη από νωρίς γιατί είχε ξεκινήσει με στεγνά λάστιχα και τέλος ρίχτηκε στο κυνήγι ο Κόκοτας - που είχε ξεκινήσει τελευταίος γιατί δεν είχε λάβει μέρος στα δοκιμαστικά - αλλά ώριμος πια έκανε τρομερή προσπάθεια καταπίνοντας την τεράστια διαφορά αφού ξανακέρδισε το ντουμπλάρισμα που του είχε κάνει ο Τζώννυ συντρίβοντας τα ρεκόρ γύρου σταδιακά τον έφερε σε απόσταση βολής κι αν ο αγώνας είχε μερικούς γύρους ακόμη θα τον έπαιρνε στα σίγουρα.Ο Τζώννυ άξιζε τη νίκη αφού στέγνωσε - με την πλάγια φιδίσια εξάτμιση του - κυριολεκτικά την υγρή άσφαλτο, νικώντας την ολισθηρότητα και τις ευαίσθητες Γερμανίδες 2002 που ήταν μια 'χούφτα δέκατα' αργότερες απ΄ τη Στρίγγλα και ένιωθε την καυτή τους ανάσα μιάμιση ολόκληρη ώρα.Την ίδια χρονιά σαν γνήσιος φίλαθλος ταξίδεψα να δω το Τατόι που πήρε ο Μαύρος, ο αγώνας ήταν θεαματικός αλλά δεν είχε την άγρια ομορφιά της Κέρκυρας. Το ΄71 ήταν η χρονιά του Μοσχού που πάνω στην Ελεκτρόνικα έκανε το νταμπλ Ανάβαση και Αγώνα που πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά Ιούνιο για να γίνει η μοιραία Ρόδος το Σεπτέμβρη που έμελλε να είναι και ο τελευταίος αγώνας εκτός πίστας στη χώρα μας.
Αυτό το τελευταίο το έχασα όντας μαθητής στην Αθήνα δεν κατάφερα να το σκάσω και προσπάθησα να τον παρακολουθήσω με τηλεφωνική συνδιάλεξη διαρκείας από φίλο μου που μου αναμετέδιδε τις εικόνες σαν σπορτσκάστερ.
Η νεανική παρέα των 'βοηθών κριτών' δεν ξαναμαζεύτηκε πια σαν οργανικό τμήμα του αγώνα. Ο βασικός της πυρήνας όμως παρέμεινε δεμένος και σήμερα οι περισσότεροι είναι εκλεκτοί και επώνυμοι κερκυραίοι. Ένας απ΄ αυτούς δεν υπάρχει πια, ο ακριβός φίλος μου Αρσάκ Μαρκοσιάν, που μοιραζόμαστε για χρόνια το ίδιο θρανίο και συνάντησε το πεπρωμένο του εδώ και 16 χρόνια πάνω στην αγαπημένη του μοτοσικλέτα (στη μνήμη του άλλωστε αφιερώνω και τούτες τις γραμμές). Αυτές είναι κάποιες από τις ελάχιστες θύμησες που κράτησα από την αυγουστιάτικη γιορτή της Κέρκυρας. Δυστυχώς δεν μου έμεινε κανένα έντυπο, ολόκληρη σειρά από 'Αuto Express' και 'Βολάν' και 'I.X. αυτοκίνητο', θυσιάστηκαν στον Μολώχ των ιδεολογικών αναζητήσεων σε μια αλλαγή που έκανα για μια μεταχειρισμένη 'Παγκόσμια ιστορία' στο βιβλιοπωλείο του Σπανού μιας και αρχές του ΄70 άλλα ενδιαφέροντα πιο σημαντικά και άλλα ερωτήματα εισέβαλλαν εκβιαστικά στο μυαλό και τη συνείδηση.
Αν έκανα κάποια λάθη στις ημερομηνίες και τα ονόματα ας με διορθώσει όποιος τα θυμάται καλύτερα γιατί ούτε σημειώσεις είχα κρατήσει τότε που πίστευα - όπως οι περισσότεροι νέοι - ότι η μνήμη σε ακολουθεί σαν πεισματάρα σύζυγος.
Καλό βέβαια θα ήταν να ξαναφέρουμε τον αγώνα ή κάποιο μηχανικό ασφάλτινο αγώνα στην Κέρκυρα (αυτή η υδάτινη φόρμουλα εμένα προσωπικά δεν με εμπνέει καθόλου) απ΄ ό,τι γνωρίζω υπάρχουν ακόμη ευρωπαϊκές και αμερικανικές πόλεις που κρατάνε αγώνες με πρώτο και καλύτερο το Μονακό. Έχω παρακολουθήσει στο 1976 το συγκεκριμένο αγώνα και τολμώ χωρίς ίχνος εθνικιστικής μεροληψίας να πως ότι δεν έχει μεγάλες διαφορές σαν διαδρομή από την Κέρκυρα. Η ποιότητα του ασφαλτοτάπητα, τα μέτρα και οι μπάρες ασφαλείας είναι πράγματα που γίνονται για να προσθέσω ότι το πριγκιπάτο ζει τις 364 μέρες του χρόνου γι΄ αυτό τον αγώνα και απ΄ αυτόν έχοντας μια καταπληκτική οργάνωση και δομή. Κι αν οι μεγάλες ιπποδυνάμεις δεν είναι πια βατές στους δρόμους μας ας γίνει κάποιος μικρότερος αγώνας, όπως η κοντινή ιταλική φόρμουλα 3 (που τρέχει και ο Έλληνας Νικολούζος) ή καρτ ή 125άρες μηχανές, ας γίνει μόνο η ανάβαση, ας γίνει κάτι τέλος πάντων που θα φέρει και έσοδα και φήμη και θα μας βγάλει απ΄ το τέλμα των στατικών πανηγυριών. ’ποψη μου είναι να κυνηγήσουμε κάποιον από τους διπλούς αγώνες του πρώην DΤΜ (νυν ITC) που γίνονται με αυτοκίνητα τουρισμού έχουν πανευρωπαϊκό ενδιαφέρον και ο ανταγωνισμός των επίσημων εταιρειών είναι τεράστιος. Αλλά για να γίνει κάτι πρέπει να ξεκινήσει κάποια δραστηριότητα να ιδρυθεί ένας τοπικός αγωνιστικός όμιλος που ν΄ αρχίσει από κάτι απλό που μπορεί να συμμετάσχει ο καθένας όπως π.χ. μια δεξιοτεχνία ή έστω ένα κυνήγι θησαυρού με στοιχεία ράλλυ όπως γίνεται ακόμα στην Πάτρα, όπως γινόταν σε πολλές επαρχιακές πόλεις. Πριν εισβάλλουν τα κουτιά που ξεκουτιαίνουν και τα πολυκαταστήματα για την επιβεβαίωση της ηλιθιότητας του καταναλωτισμού - τότε που τα χειμωνιάτικα σαββατοκύριακα ακόμα έλαμπαν κι ο καθένας ήξερε τον άλλο με το μικρό του όνομα και τα βλέμματα ήταν απλά και καθαρά...
Υστερόγραφο: Μετά από είκοσι χρόνια η ΕΛΠΑ πρότεινε στον Δήμο Κερκυραίων την συνδιοργάνωση ενός αγώνα του Εθνικού Πρωταθλήματος Formula 3. Αντιπροσωπεία της ΕΛΠΑ που επισκέφθηκε την πόλη της Κέρκυρας δήλωσε ευχαριστημένη από τους δρόμους και πρότεινε οι αγώνες να γίνονται τα επόμενα πέντε χρόνια.
Το κόστος της διργάνωσης είναι 103 εκατ. από τα οποία τα 73 είναι για την κατασκευή των δρόμων και τα 30 για την όλη διοργάνωση που θα αναλάβει η DEMA, ο επίσημος φορέας που έχει αναθέσει η ΕΛΠΑ τη διοργάνωση των εθνικών αγώνων η οποία αναλαμβάνει να φέρει 120 κριτές και χρονομέτρες, γιατρούς, ασθενοφόρα, γερανούς αλλά και τη διαφήμηση των αγώνων σε εθνικά και ευρωπαϊκά ΜΜΕ.
Η διαδρομή που προτάθηκε είναι περίπου η ίδια με την πλαιότερη: Εκκίνηση από Μποσκέτο ακολουθώντας την οδό Ελευθερίας, Λεωφόρο Δημοκρατίας, Λεωφόρο Αλεξάνδρας με στροφή από την κολώνα του Ντούγκλα, Ριζοσπαστών Βουλευτών, Ασπιώτη -μπροστά από Ορφέα-, οδός Ακαδημίας, Καποδιστρίου, Δούσμανη -και πιάτσα ταξί Πάνω Πλατείας- και εσωτερική στροφή από το Πάρκινγκ.
Ας σημειωθεί τέλος, ότι η πρόταση αυτή της ΕΛΠΑ κατατέθηκε πέρυσι τον Σεπτέμβριο, δίχως έως σήμερα το Δημοτικό Συμβούλιο Κερκυραίων να απαντήσει οριστικά...'πηγη: oasis.fortunecity.com
-
'Ενα φανταστικό άρθρο είχε κάποτε δημοσιευτεί και στο internet, από την ηλεκρονική σελίδα,
oasis.fortunecity.com...δυστυχώς πια δεν υπάρχει, αλλά ευτυχώς είχα προνοήσει να το 'σώσω' για το αρχείο μου, έτσι σας το παραθέτω αυτούσιο, προσθέτοντας επιπλέον και κάποια video,με λήψης από τους τότε αγώνες...
ίσως είναι αυτά ότι καλύτερο έχει ποτέ 'σηκωθεί' στο youtube που αφορά τους αγώνες στην Ελλαδα ...
δείτε τα...είναι τα ιδανικά για το μότο: 'για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι'...
μετά με μια ανάσα διαβάστε το ακόλουθο κείμενο!Τα χρόνια του '50 έως '70
http://www.youtube.com/watch?v=X7ogOicr66Q
http://www.youtube.com/watch?v=qFkeMfTyoXY
Youtube VideoMε αφορμή την πρόταση που έχει κατατεθεί στον Δήμο Κερκυραίων για την διεξαγωγή αγώνων αυτοκινήτου Formula 3 στην πόλη της Κέρκυρας, το ΕΧΙΤ αναζήτησε την 'προϊστορία' των αγώνων αυτών που είχαν πραγματοποιηθεί την δεκαετία του 60-70. Ο συνεργάτης του περιοδικού, Δημήτρης Λεβέντης, θυμάται, γεγονότα, περιστατικά και την γεύση μιας ολόκληρης εποχής που έχει αγκιστρωθεί στη μνήμη πολλών κερκυραίων.
Κείμενο: Δημήτρης Λεβέντης (απο το περιοδικο ΕΧΙΤ Αυγουστος'99)
'Ήταν ο αγώνας - σιρκουί αυτοκινήτου τουρισμού και μοτοσικλετών που σηματοδοτούσε για τα σκολιαρόπαιδα εκείνης της εποχής το πανηγυρικό τέλος των διακοπών.
Ο αγώνας που σταμάτησε οριστικά το 1972 για λόγους ασφαλείας όπως όλοι οι αγώνες εκτός πίστας μετά το τραγικό ατύχημα του Γιάννη Μεϊμαρίδη - 'Μαύρου' στον αγώνα της Ρόδου με την Αλφα GTAM την 'Αμερικάνα' που δεν μπόρεσε ποτέ να δαμάσει
φιγουρατζιδες και βοηθοι κριτου
Εκείνους τους χρόνους που τίποτα δεν προμήνυε τη σημερινή αλλοτρίωση, η κερκυραϊκή κοινωνία περίμενε τον αγώνα με αδημονία και η τοπική ΕΛΠΑ έκανε τα πάντα για την άρτια οργάνωση του.
Οι πρώτες συμμετοχές - μη ανταγωνιστικές περισσότερο φιγουρατζίδικες - οι 'Τζούλιες' και τα ΤΤ έφταναν από την Δευτέρα για να ανεβοκατεβαίνουν τη διαδρομή τα σούρουπα τρομάζοντας τα κορίτσια που εκείνη την ώρα έβγαιναν στην πιάτσα για βόλτα με τους θορύβους των ελευθέρων εξατμίσεων.
Ο αέρας ήταν βαρύς απ΄ το καμένο φυτικό λάδι και η πιτσιρικαρία - πλήρως ενημερωμένη για τ΄ αθλητικά - έψαχνε να βρει απ΄ τον κατάλογο των εφημερίδων και το αντίστοιχο νούμερο ποιος ήταν εκείνος που κατέβαινε τη Γαρίτσα με το πολύχρωμο 'εργαλείο' του.
Μαθαίναμε τα ξενοδοχεία που έμεναν οι αγωνιζόμενοι και τα καυτά μεσημέρια καθόμασταν με τις ώρες να χαζεύουμε τα παρδαλά τέρατα που δεν τα έβλεπες κάθε μέρα.
Σημειώναμε τους τύπους από τις ζάντες, τα λάστιχα, τα πρόσθετα φανάρια και τα φάϊμπερ - γκλας ακόμα και λίγα διαφημιστικά αυτοκόλλητα.
Οι πιο σοβαρές συμμετοχές έρχονταν την Παρασκευή. Ο Τζώννυ Πεσματζόγλου με τη λευκή 'Στρίγγλα' (Σεβρολέτ - Κορβέτ, Στινγκ - Ρευ), ο 'Μαύρος' με το κόκκινο τραίνο την Αλφα GTA και ο Φωτιάδης - αντιπρόσωπος τότε της Αλφα και της Σκόντα για την Ελλάδα - άφηναν τα καθαρόαιμα σκεπασμένα με καλύμματα έξω απ΄ το Κορφού Παλλάς και απέφευγαν την κυκλοφορία.
Οι ενήλικες και πιο περπατημένοι από μας κόλλαγαν στους υπεύθυνους της τοπικής ΕΛΠΑ για να διοριστούνε ¨βοηθοί κριτού' ώστε να ζήσουν τον αγώνα από κοντά.
Σαν τέτοιος βίωσα τον αγώνα το ΄69 και το ΄70 αλλά και σαν φανατικός φίλαθλος όλους σχεδόν τους προηγούμενους. Με τον φίλο μου τον Πέτρο περνάγαμε ώρες ατελείωτες στα προγνωστικά, στην ανάλυση των μηχανών, των σασί, των εξαρτημάτων, στο ψάξιμο του ¨πουσαρίσματος'.
Σκιτσάραμε τότε και οι δύο τις δικές μας επινοήσεις και λέγαμε να γίνουμε σχεδιαστές αυτοκινήτων. Ενημερωνόμαστε από το L΄ Automobile το Quattro Ruote και το Αuto Car που αγοράζαμε τακτικά απ΄ τον Μπούρα.
Προσπαθούσαμε να μπούμε στα ζητήματα της αρνητικής άνωσης και των κενών αέρος στα προσπεράσματα, στη σχέση του αρνητικού κάμπερ με την υπερστροφή, αγωνιζόμαστε να μπούμε στο πνεύμα του 'Βάνκελ', αναρωτιόμαστε για την εφαρμογή εκείνων των περίεργων διπλών αεροτομών όταν πρωτοεφαρμόσθηκαν στο πρωτότυπο Σάπαραλ του Τζιμ Χωλ στη Ντεϊτόνα.
Παραπέρα ονειρευόμαστε ένα ταξίδι στη Μόντσα, να δούμε τις κόκκινες Φερράρι των ’μον και Ιξ να κοντράρονται με τις γαλάζιες Ματρά των Σπούαρτ - Μπελτονάζ και τις γκριζοπράσινες λότους των Ριντ - Χιλλ και να βγαίνουν όλες μαζί απ΄ την Παραμπόλικα για τον τερματισμό - κι ας μας έπαιρνε ο χάρος που λέει ο λόγος.
όταν τα αυτοκινητα οργωναν την πολη.
Η διαδρομή του σιρκουί ήταν η εξής : Η εκκίνηση δινόταν από την είσοδο του Παλαιού Φρουρίου μέχρι το ύψος του Μαβίλη, κατέβαινε τη τεράστια ευθεία της Γαρίτσας μέχρι τη κλειστή φουρκέτα του Δεσύλλα. Γύριζε δεξιά τη Μ. Αθανασίου διέσχιζε τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας δεξιά στροφή της Μ. Δουκίσσης Μαρίας - παρατεταμένη σικαίην μεταξύ Ορφέα και Φοίνικα μετά κατηφόριζε μέχρι τον Καποδίστρια - και με καρφωμένη δευτέρα αριστερή στην Ιόνια Ακαδημία κατέβαινε γεμάτα την ευθεία της Καποδιστρίου μέχρι την ανοικτή διπλή δεξιά φουρκέτα της Κοφινέτας και ευθεία μετά μ΄ όλα τα άλογα στο δρόμο πάλι για Μποσκέτο - Μαβίλη - Γαρίτσα.
Η ανάβαση της Τρουμπέτας έγινε μόνο τα τρία τελευταία χρόνια (΄70 - ΄72) και πραγματοποιούνταν Σάββατο με δοκιμαστικά Παρασκευή απόγευμα.
Η άλλη ανάβαση του Αχιλλείου με μόνιμο σχεδόν νικητή τον Γ. Ραυτόπουλο ήταν φιλικός ανεπίσημος αγώνας που δεν μετρούσε στο πρωτάθλημα.
Πάντως η τοπική ΕΛΠΑ σχεδίασε στα τέλη του ΄60 μια διαδρομή τοπικού Ράλλυ και κάποια δεξιοτεχνία που ποτέ δεν έγιναν. Ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών Κώστας Μπότσιος ανερχόμενος αστέρας του Μπάνκιγκ Σύστεμ τότε, σημερινός διευθυντής της τοπικής Τράπεζας Εργασίας, προσπάθησε τα μάλλα αλλά η κεντρική ΕΛΠΑ δεν προχώρησε στις εδώδιμες απαιτήσεις.
Τότε δεν υπήρχαν τα οργανωμένα εργοστασιακά τιμ αλλά ηρωικοί οδηγοί που ήσαν ταυτόχρονα και μηχανικοί που έπιαναν τη βλάβη απ΄ τους ήχους της μηχανής ενώ έτρεχαν και πλήρωναν όλα τα έξοδα ή σχεδόν όλα απ΄ τη τσέπη τους - έτσι για να κάνουν το κομμάτι τους.
Ο αέρινος και ψύχραιμος 'Μαύρος' - ιδιοκτήτης των Αθηναϊκών
μεγαλοκαταστημάτων ’κρον - Ίλιον - Κρυστάλ - που τερμάτισε τη ζωή του στο τείχος της Ρόδου, ο αειθαλής Τζώννυ Πεσμαζόγλου αντιπρόσωπος της Τζένεραλ Μότορς στην Ελλάδα με τις Σέβυ και τις Όπελ, ο πληθωρικός Ψύχας με τα θηριώδη Volvo 544, ο αιώνια άτυχος Ανέστης με BMW και Πόρσε, ο δυναμικός Καπετανάκης με Ε - TYPE και BMW, ο Γιάννης Χρονίδης - ήρεμη δύναμη - με Ε - TYPE, ο μέγας ¨Είπωρχ' (Σ. Σοφιανόπουλος), που το ψευδώνυμο του ήταν αναγραμματισμός της εταιρείας του της γνωστής 'ΧΡΩΠΕΙ' και που εγκατέλειψε για πάντα τους αγώνες μετά το θάνατο του αδελφού του που συνέ-τριψε τ΄ αεροπλάνο του στα βουνά της Εύβοιας και τέλος ο καλύτερος όλων ο Γιώργος Ραυτόπουλος που πάνω σ΄ ένα δίχρονο DKW F12 των 1.300 κυβικών άφηνε πίσω τα θηρίαΤα πρώτα χρόνια αρχές του ΄60 τα περισσότερα αυτοκίνητα αγωνίζονταν τελείως νορμάλ χωρίς μετατροπές γι΄ αυτό και ο συναγωνισμός για τη κορυφή περιοριζόταν στα πολλά κυβικά. Οι Τζάγκουαρ Ε TYPE των Κοτσώνη, Μαρκομιχελάκη, Καπετανάκη, Χρονίδη και η λευκή Σέβυ VII του Τζώνυ Πεσματζόγλου, η περίφημη 'γουρούνα', μονοπωλούσαν το συναγωνισμό.
Την Αγγλοαμερικανική συμμαχία τάραξε μόνο ο Λέτο ντι Πριόλο, επίσημος δοκιμαστής της Αλφα Ρομέο με μια κόκκινη Τζουλιέτα Σπριντ 1600 που ο Κόμης Ντι Πριόλο την πήγαινε με μυαλό και καρδιά και έδειξε ότι δεν χρειαζόταν εκατοντάδες άλογα αλλά επιταχύνσεις και 'ελαστικός' κινητήρας για να πάρει κάποιος την Κέρκυρα. Μια άλλη Αλφα σπριντ που την πήγαινε επίσης πολύ γρήγορα ο Αλμπέρτο Νικόζια παρουσίασε προβλήματα και τερμάτησε τέταρτη πίσω από τον Πεσματζόγλου και την Τζουλιέττα του Θεοδωρακόπουλου.Το ίδιο απόγευμα η τρομερή ομάδα του Καίμπριτζ σε μια επίδειξη δύναμης έβγαλε άουτ τον Βύρωνα στον 7ο παίκτη και 'άφησεν πάλαν' στα 88 ρόνια.Την προηγούμενη χρονιά ο Τζώνυ είχε φέρει την Σέβυ V8 μισό γύρο μπροστά από τα ογκώδη Volvo Σ44,5 των Ψύχα και Βασιλειάδη. Σ΄ εκείνο τον αγώνα πέντε αυτοκίνητα που είχαν ήδη αφιχθεί εδώ με το 'Ανγκέλικα' δεν μπόρεσαν να δεχθούν τους οδηγούς τους που έμειναν στην Αθήνα μιας και οι ραγδαίες βροχές του σαββατοκύριακου επέφεραν ακυρώσεις στις πτήσεις. Μεταξύ τους και ο Τζων Κίνγκσεϊ, αξιωματούχος της American Embassy που θα καβάλαγε μια μαύρη τερατώδη Σεβρολέτ κοβρέτ που τον περήμενε μάταια έξω από το λιμάνι.
Το ΄63 ο Γιάννης Χρονίδης οδηγώντας συντηρητικά αλλά σταθερά γρήγορα πήρε κεφάλι από τους Πεσμαζόγλου - Ραυτόπουλο και παρά τη γερή κόντρα, πήρε την καρρώ σημαία. Στον ίδιο αγώνα θαυματούργησε με το ψευδώνυμο 'Τάκις' και ο Μπάρκουλης, όπως θα δούμε παρακάτω. Ο τοπικός ήρωας Πέτρος Ασωνίτης - ο ατρόμητος 'Τσούτσας' γνωστός επιχειρηματίας των Φέρυς και γόης εποχής που 'έφερνε' προς τον Έρολ Φλυν συμμετείχε στον αγώνα τρεις φορές. Το 1962 σε μια ανοικτή Σεβρολέτ Νας - σαν αριστοκρατικό ταξί - είχε πάει να βρει τον 'Άνταμ' στον κήπο του παλατιού μετά είχε κάνει την παρέλαση του με ένα Κονβερτιμπλ Ντεκαβέ και στο τελευταίο του αγώνα το ΄63 με το 'στρογγυλεμένο' του Auto Union - το ίδιο αμάξι που έκανε τη δουλειά του - είχε τη Τζάγκουαρ του Χρονίδη για τρεις ολόκληρους γύρους στους καθρέπτες του που ετοιμαζόταν να του ρίξει γύρο, πριν τη κατηφόρα της ΝΑΟΚ έκανε ένα τρομερό στριφογυριστό τετ - α - κε ανεβαίνοντας τα πεζοδρόμια, σκορπώντας τον πανικό στο φιλοθεάμον κοινό αλλά και στο Χρονίδη που δεν τον εμβόλισε από σπόντα.
Ένας άλλος κερκυραίος αριστοκράτης ο Μπέμπης Βελιανίτης είχε επιχειρήσει να δείξει τις οδηγικές του ικανότητες στην ανάβαση του Αχιλλείου με μια μαύρη Άρμστρονγκ Σίντλευ. Ένα πελώριο, μπαρόκ αυτοκίνητο που το θυμάμαι κάθε απόγευμα να κάνει την βόλτα του στο Λιμάνι.
Το ΄64 ο Κώστας Τσάτσας - σήμερα τουριστικός πράκτορας στα βραδινά δοκιμαστικά του Σαββάτου καβάλησε το F12 του επιστήθιου φίλου του Γ. Ραυτόπουλου και έκανε μαγικά πράγματα πηγαίνοντας σαν τον άνεμο.
Εκείνο το Σάββατο μες το πρωινό ενώ το ασημένιο DKW ήταν παρκαρισμένο στο 'Ακταίον' κάποιος καλοθελητής έσπασε την τάπα και έριξε ζάχαρη στη βενζίνη. Το σαμποτάζ έγινε γρήγορα αντιληπτό και ο Κ.Τ. μετέφερε το τραυματισμένο αυτοκίνητο στο συνεργείο της BP του Σταύρου στη Λ. Αλεξάνδρας όπου η μηχανή λύθηκε, πλύθηκε και καθαρίστηκε μέσα σε ώρες για να είναι έτοιμη για τα δοκιμαστικά που τότε γίνονταν αργά.Ο Κώστας γεννημένος πιλότος με πάθος για τον κίνδυνο και τον αθλητισμό σακατεύτηκε νωρίς στα κάγκελα του Μποσκέτου με μια Φλορέτα και οι αγωνιστικές του φιλοδοξίες μαράθηκαν. Έτσι το παιδί - ζαρκάδι εγκατέλειψε και τα δοκάρια του τοπικού ’ρη όπου έπαιζε ως τερματοφύλακας. Και παρ΄ ότι είχε συμμετάσχει σε Ράλλυ ως συνοδηγός του Ραυτόπουλου εξήντλησε τις ικανότητες στα πούλμαν που οδηγούσε στις εκδρομές του πρακτορείου του.
Αξέχαστη σε εκείνον τον αγώνα του ΄63 έχει μείνει και η συμμετοχή του ζεν πρεμιέ Αντρέα Μπάρκουλη σ΄ ένα ανοικτό MGA, που επιβράδυνε στις ευθείες για να στείλει φιλάκια στα κορίτσια που λιώνανε. Τόσο δε είχε απορροφηθεί από την ανταπόκριση των κορασίδων όπου δεν κατάλαβε ότι η εξάτμιση του είχε 'κρεμάσει' και καιγόταν από το ύψος του ΝΑΟΚ - παρά μόνον όταν έφθασε στο 'Δεσύλλα' για να εισπράξει τη γενική θυμηδία των καραδοκούντων για ευτράπελα Κερκυραίων.
Την προηγούμενη χρονιά ένα προχειροφτιαγμένο καρτ βγήκε για επίδειξη στα πρωινά δοκιμαστικά της Κυριακής κι έτσι όπως ερχότανε σαν θορυβώδες ζουζούνι από την Καποδιστρίου για να μπει στο Λιστόν δεν πάτησε την γωνία του τέλους της κατηφόρας, βρέθηκε στον αέρα κι έσκασε εμπρός στο Κορφού του Τσιμή για να διαλυθεί στα εξών συνετέθη με τον άμοιρο οδηγό να είναι με το τιμόνι στα χέρια, καθισμένος στην άσφαλτο: 'Ω ρε σκασιά που ΄φαε σαν τον Μπάστερ Κήτον' παρατήρησε το 'καρφί' της παρέας ο αείμνηστος πνευματώδης Πίπος Αναγνώστης που καθόταν δίπλα μας με τους Ρούσσηδες (πατέρα - υιό) και όλοι ξέσπασαν σε γέλια.
Tο καλύτερο σημείο για να παρακολουθήσει κάποιος τον αγώνα ήταν κατά τη γνώμη μου η στροφή του Καποδίστρια. Ακόμα ψηλά στα ερείπια της Ακαδημίας μπορούσες να δεις το σιρκουϊ να κατεβαίνει όλη την κατηφόρα από την αυλή του Δεύτερου γυμνασίου να στρίβει αριστερά 'πατημένο' όλη την Καποδιστρίου μέχρι το Λιστόν και μετά τους έβλεπες να ξαναβγαίνουν με γεμάτη τετάρτη στο Ακταίον και να κατεβαίνουν την ΝΑΟΚ οπότε είχες τη δυνατότητα να παρατηρήσεις τις μη ορατές μεταβολές - προσπεράσματα που συνήθως γινόταν στα φρένα της Κοφινέτας .
Απ΄ τη ζηλευτή - για τους εφήβους εκείνης της εποχής - θέση του βοηθού κριτού ήσουν ενεργό μέρος του αγώνα άκουγες τα σχόλια και τα κουτσομπολιά από πρώτο χέρι, συγκέντρωνες διαφορετικές και ώριμες απόψεις για τις μετατροπές των 'εργαλείων', προσέφερες ουσιαστικό έργο ανεβοκατεβάζοντας τις σημαίες επιβράδυνσης δίπλα απ΄ τα αυτοκίνητα αλλά πάνω από όλα ήσουν κοντά σ΄ αυτή την ατμόσφαιρα του κινδύνου, που πλανιόταν σαν νέφος εκκλησιαστικού μυστηρίου, και μας παράσερνε σ΄ ένα πρωτόγνωρο γλυκό πυρετό!Δυσάρεστη στιγμή ήταν ο θάνατος του πρωταθλητή Αυστραλίας στα 500 κυβικά μοτοσικλέτας του άτυχου Μακ Ντόναλντ που μια εβδομάδα πριν είχε νικήσει στο Γκραν - Πρι της Βουδαπέστης και είχε κατέβει τον Αύγουστο του ΄70 στην πόλη μας, όπου στα απογευματινά δοκιμαστικά του Σαββάτου καρφώθηκε από τον πρώτο γύρο στα κάγκελα του κηπαρίου της Ρανιατέλας.
Την ίδια χρονιά είχε ένα παραλίγο μοιραίο ατύχημα ο Μάκης Σαλιάρης σε βραδινή αναγνωριστική της ανάβασης που έστειλε την Άλφα 1750 στους γκρεμούς αλλά βγήκε ζωντανός σε κώμα για να θερίσει τα επόμενα χρόνια τα πρωταθλήματα και την νυχτερινή ζωή της Αθήνας με τη θρυλική ντίσκο Αυτοκίνηση.
Το διαλυμένο όμορφο αυτοκίνητο είχε μείνει στη λαϊκή στο χώρο του σημερινού πάρκινγκ - ένα μήνα - σαν παρμένο λάφυρο και λεηλατήθηκε κυριολεκτικά.
Από ΄67 και δώθε είχαμε τους αγώνες των μοτοσικλετών που τους έπαιρναν πάντα ξένοι και που ήταν μετά το Ακρόπολις ο μόνος αγώνας με συμμετοχές αλλοδαπών διεθνούς εμβέλειας.Ενώ οι οδηγοί απ΄ τα αυτοκίνητα ήσαν από καλοστεκούμενες οικογένειες και καλοζωισμένοι οι Έλληνες μηχανόβιοι ήταν άλλες φάτσες, μυστήριες και πρωτόγονες, με κορμιά σπασμένα απ΄ τα καθημερινά ατυχήματα και το στοίχημα με το χάρο μες το αγριεμένο βλέμμα τους.
Ο Γκουντούφας, ο Ίσαρης, ο Λέκκας, ο Αντωνιάδης, ο Φλαμής, ο Χατζημιχάλης, ο Παπαδάτος πριν ακόμα γίνουν επίσημοι αναβάτες των μεγάλων εταιρειών ήταν παιδιά που ερχόταν εδώ, αφού ετοίμαζαν τις μηχανές τους στην αυλή του σπιτιού τους. Μετέφεραν τις κόντρες τους στην ευθεία του λιμανιού κάθε νύχτα και έκαναν τις κυράδες να χάνουν τον ύπνο τους και τους συνταξιούχους να ωρύονται. Οι αγώνες ξεκίνησαν το ΄67 και οι Αυστριακοί Βέρχεσερ και Μαξ έκαναν το 1-2 με Μάτσλες. Μισό γύρο πίσω πρώτος Έλληνας ο Γ. Παπαδάτος.Στον δεύτερο αγώνα είδαμε ένα αέρινο δίχρονο 150άρι - Αερμάκι και ένα κακομαθημένο Σπανιόλικο Μπουλντάκο να δαγκώνουν τις γιαπωνέζες 500άρες και 750άρες και τα 450άρια Μάτσλες και να κάνουν το ένα - δύο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον δεκαοχτάρη τότε Κωστόπουλο πάνω σε μια νορμάλ 350άρα Suzuki χωρίς αεροδυναμική θωράκιση (φέϊρινγκς) να στέκεται εμπρός απ΄ τον πρωταθλητή Γαλλίας Ραβέλ - στον αγώνα του ΄69 - για δέκα ολόκληρους γύρους και έκανε Έλληνες και ξένους να τρίβουν τα μάτια τους. Ο Ραβέλ - μακρυμάλλης και αγέρωχος - που τρία χρόνια μετά διάβηκε την Γαλλική Αχερουσία αφού γκρεμίστηκε με μια Καβασάκι Φάϊτερ στα βουνά της Ωβέρνης. Εκείνο τον αγώνα καθώς και τον επόμενο τον 'καθάρισαν' Ιταλοί. Ο Περόνε με Μάτσλες 500 και ο Τραμπαλζίνι με Τζιλέρα 500 που στον προηγούμενο αγώνα ήταν τρίτος.
Ο Νίκος Γκουντούφας ο καλύτερος αναβάτης όλων των εποχών για τη ώρα μας έδειξε τα δόντια του στον αγώνα του ΄70 αλλά έπεσε νωρίς.
Ο Χατζημιχάλης στην ανάβαση έφερε καλύτερο χρόνο κατά 2' από το πρώτο αυτοκίνητο. Στη βρεγμένη Κέρκυρα του ΄70 οι Ιταλοί φάνηκαν πολύ διαβασμένοι αφού χάραξαν τις γραμμές τους απάνω στα φύλλα των δένδρων που είχαν συσσωρευτεί σε στρώματα κοντά στα ρείθρα του δρόμου καλυτερεύοντας τη πρόσφυση τους.
Σαν περνούσαν τα μηχανήματα τους έδειχναν με αρχοντιά αυτό που ήταν: απόλυτα όπλα. Στα δοκιμαστικά του Σαββάτου αυτής της χρονιάς ήμουν βοηθός κριτή στην θέση Κ1 δηλαδή λίγο πιο πέρα από την εκκίνηση προς το 'Ακταίον'. Όλοι έφυγαν μπροστά αλλά η κόκκινη 350άρα δίχρονη Χόντα του Χατζημιχάλη έμεινε ακίνητη χωρίς να μπορεί να 'βγάλει' ανάφλεξη. Αυτός μου έκανε σήμα να τον βοηθήσω σπρώχνοντας τον πράγμα που απαγορευόταν από τον κανονισμό. Δίστασα, αλλά το αίσθημα αλληλεγγύης προς τους ριψοκίνδυνους αναβάτες και το τσαμπουκαλίδικο ύφος του πρωταθλητή μας μ΄ έκαναν να αψηφήσω την απαγόρευση και να μπω μες την πίστα και βάλθηκα να τον σπρώχνω τρέχοντας.
Δεν πιστεύω να φοβάσαι... (με καθησύχασε, ενώ από το Καβαλιέρι ακούγονταν ο συριστικός ήχος του πρώτου μηχανήματος που κατέβαινε).
Όχι βέβαια! (απάντησα... ενώ με είχε κόψει κρύος ιδρώτας, γιατί είμαστε καταμεσής του δρόμου, λίγο πριν την είσοδο του ΝΑΟΚ).
Η Χόντα μετά λίγα δευτερόλεπτα έβηξε άγρια φτύνοντας κάπνα και φλόγες για να χαθεί προς τη Γαρίτσα, πήδηξα με τη ψυχή στο στόμα στο πεζοδρόμιο ενώ η πρώτη μηχανή ήταν στα 20 μέτρα. Ευτυχώς που δε φρέναρε... Γύρισα στο πόστο μου για να εισπράξω τις παρατηρήσεις του προϊσταμένου κριτή που ήταν γέροντας και τυπικός καθώς και τη χλεύη των παρισταμένων νεανίδων γιατί η λευκή φορεσιά μου είχε γίνει κατάμαυρη από πάνω ως κάτω από τα προϊόντα καύσεως της μηχανής.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω εδώ ότι οι ξένοι έφερναν μαζί τους άλλον αέρα και πιο πολιτισμένο κλίμα στους αγώνες τόσο με τον εξοπλισμό τους όσο και με την τεχνική τους. Δεν ήταν ανάγκη να μπει κανείς σε μηχανολογικές ή αεροδυναμικές λεπτομέρειες για να δει τις τεράστιες διαφορες, αρκούσε η εμφάνιση.Οι δικοί μας ήσαν ντυμένοι σαν αεροπόροι του Α΄ παγκοσμίου πολέμου παρά σαν αναβάτες αγώνων. Είχαν βαριά πέτσινα μπουφάν σαν αυτά του Μάρλον Μπράντο στον 'Ατίθασο' που έμπαζαν από παντού και φούσκωναν, αυγοειδή κράνη που έκλειναν με πέτσινες γκέτες στα πλαϊνά και άφηναν τον αυχένα ακάλυπτο και στρογγυλά γυαλιά οξυγονο-κόλλησης. Ο τρόπος που καβαλούσαν ήταν μεν ριψοκίνδυνος και εντυπωσιακός αλλά ούτε ασφαλής μήτε ο πιο γρήγορος ήταν.
Η επιρροή - έστω και οπτικά - στην Κέρκυρα με την ευρωπαϊκή εξέλιξη καθώς και το πάθος για ανταγωνισμό έφερε πρόοδο στην ελληνική μοτοσικλέτα. Χρόνο με το χρόνο μηχανές και άνθρωποι βελτιώνονταν.
Ο αγώνας ήταν βέβαια ανάμικτος και όλες οι κατηγορίες έτρεχαν μαζί σαν τ΄ αυτοκίνητα άλλωστε και όπως με είχε πληροφορήσει ο πάντα ενήμερος Πέτρος Καραλής το αγγλικό 'Motor Sport' παρομοίαζε μισοειρωνικά - μισοσοβαρά τη Κέρκυρα σαν μικρό Μαν. Σ΄ αυτό το νησί στο Ιρλανδικό κανάλι γίνεται εξάωρος αγώνας για όλες τις κατηγορίες και τύπους μοτοσικλέτας - Τράϊαλς, Εντούρο, Ρέϊσινγκ πίστας, Κρος, απλές Βέσπες - όλες μαζί ανακατωμένες κι όποιος αντέξει. Μια ακόμη ξένη βαρβάτη συμμετοχή ήταν στ΄ αυτοκίνητα αυτή του λάτρη της Κέρκυρας Γερμανού δόκτορα Μπους.
Το ΄64 με μια ασημένια με μαύρο καπό Πόρσε Καρέρα με ψυχή Άμπαρθ μπήκε επικεφαλής στον αγώνα μπροστά από την Τζάγκουαρ του Χρονίδη και τον Ραυτόπουλο να σπινάρει σφήνα στις στροφές πίσω τους.Ο αγώνας ήταν συναρπαστικός μέχρι που η Πόρσε έκαψε φλάντζες και άφησε την πρωτιά στο Γιάννη Χρονίδη που εκείνη τη χρονιά κατέκτησε το πρωτάθλημα νικώντας στον επόμενο αγώνα στο Τατόι τους Ραυτόπουλο και Ψίχα. (Το ρεκόρ γύρου εκείνης της χρονιάς του ταχύτατου Ραυτόπουλου κανένας μέχρι τώρα δεν το έχει γκρεμίσει ).
Δεύτερος τερμάτισε ο 'Νίνο' ο 'ιπτάμενος συμβολαιογράφος' με μια μπλε Τζουλιέτα. Αυτός ήταν και ο πρώτος Έλληνας που επιχείρησε να μετατρέψει μετά τρία χρόνια ένα απλό αυτοκίνητο σε πρωτοτάϊπ στα καλούπια της HF του Μουνάρι, κόβοντας οροφές, βάζοντας διπλά εμφανή ρολ μπαρ, αδειάζοντας θέσεις, προσθέτοντας πλαστικά αεροδυναμικά φτερά και αεροτομές και άνοιξε το δρόμο για την κατασκευή και προσαρμογή των ελληνικών πρωτοτύπων με τους Αντωνιάδη και Σάλιαρη που καθιέρωσαν την ειδική αυτή κατηγορία. Ο ιπτάμενος Ντίνος Σαμαρόπουλος χάθηκε κι αυτός εδώ και πέντε χρόνια σε κάποιο δρόμο προς τη Χαλκίδα.
Ο Δρ. Μπους τίμησε με τη συμμετοχή του τον αγώνα δύο ακόμα φορές χωρίς να διακριθεί ιδιαίτερα το ΄68 και το ΄70. Το εργαλείο του ’μπαρθ είχε αρχίσει να γερνάει, αλλά αυτός επέμενε συμμετέχοντας και στα Ακρόπολις με ένα γαλάζιο Φολκσβάγκεν 1600S.
Εκείνος αγώνας του ΄64 μπορεί να έχασε το ενδιαφέρον του στην κορυφή μετά τις εγκαταλείψεις των Μπους και Ραυτόπουλου αλλά πίσω έγιναν συγκλονιστικές μάχες ανάμεσα στις φευγάτες Τζούλιες, τα Κούπερ, τα κακομούτσουνα NSU PRINZ 4 (που είχαν τους αερόψυκτους κινητήρες σχεδιασμένους για το Afrika Corps και την έρημο) τα στρογγυλεμένα Σκόντα Οκτάβια και τα διαβολάκια 700άρια BΜW που είχαν στήσει τρελό χορό με νικητή τον Ειπώρχ. Τερμάτισε ακόμα και ένα πράσινο ατσούμπαλο Μόσκβιτς που οδηγήθηκε ηρωικά από τον Πετρουνάκο διευθυντή της Πρόκτερ & Γκαμπλ στην Ελλάδα. Το ίδιο αμάξι ήταν και το μοναδικό που είχε τερματίσει στο Ακρόπολις εκείνης της χρονιάς και ο οδηγός του είχε αναδειχθεί σε εθνικό ήρωα, μιας και εκείνο το εξοντωτικό ράλλυ είχε βγάλει άουτ μηχανήματα όπως εκείνη την περίφημη Μερσεντές του Μποέρινγκερ, το Ρόβερ 3000 του Ρότζερ Κλαρκ, την Πόρσε 911 Τ, του Τοϊβόνεν το Βολβο Αμαζόνα του Ούβε ’ντερσον, την Κορτίνα του Κ. Έρικσον και άλλους επαγγελματίες ραλίστες που τα μηχανήματα τους είχαν παραδώσει το πνεύμα στους θεούς των ελληνικών άγριων βουνών και ποταμών.
Το Ακρόπολις κέρδισε ο Τομ Τράνα με μια Volvo 5445 που το σκαρί της ήταν γλυπτό αριστούργημα. Τα σκληρότροχα Μόσκβιτς γνώρισαν μεγάλες πιένες στην αγορά μετά την επιτυχία - έστω στην τελευταία θέση - του τερματισμού.
Το ΄66 ήταν μια συννεφιασμένη Κυριακή μ΄ ένα συναρπαστικό αγώνα, η Αυγουστιάτικη βροχή δεν ήρθε αλλά τα μικρά αυτοκίνητα κέρδισαν πάλι τις εντυπώσεις.
Ο Σταύρος Ζαλμάς με το μαυροκόκκινο Κούπερ μπήκε μπροστά απ΄ την άλικη Τζάγκουαρ του Μαρκομιχελάκη (συζύγου της Χριστίνας Σύλβα και μεγαλογιατρού ιδιοκτήτη του ομώνυμου ιδρύματος) με οδηγό τον Κοτσώνη και με τον Γ. Ραυτόπουλο με το ασημί F12 να χώνεται πίσω τους σαν αθόρυβο σύννεφο. Στη μέση του αγώνα αφού ο Σταύρος εκείνη την ημέρα ήταν λύκος και οδηγούσε στα 10/10 ρίχνοντας άφθονα μήκη στους πάντες βρέθηκε πίσω από τον Τζώννυ που πήγαινε με μια Σέβυ V6 για να τον ντουμπλάρει, ο Γέρος εκδικητικά ξοφλώντας κάποιο λογαριασμό της περασμένης Πάρνηθας τον έκλεινε προκλητικά όλο τον υπόλοιπο αγώνα, το Κούπερ λυσσασμένα κατέβαινε με τους φανούς ιωδίου αναμένους την ευθεία της Γαρίτσας μάταια όμως. Ο έμπειρος Τζώννυ τον εκνεύρισε, έμεινε πίσω και ο Κοτσώνης τον έφτασε και τον πέρασε ένα γύρο πριν το τέλος για να πάρει την καρώ σημαία και να καταχειροκροτηθεί απ΄ το αδαές πλήθος που συνήθως υποστήριζε τα μεγάλα αυτοκίνητα.Το μαύρο ΄67 ο αγώνας έγινε σε μια καθαρή μέρα, ηλιόλουστη και γλυκιά, από ΄κείνες που μας έκαναν να ξεχνάμε έστω και για λίγο τη σκοτεινιά που είχε πλακώσει και που κάτι πανηγύρια σαν εκείνο που θα γινόταν την επόμενη εβδομάδα για την 'πολεμική αρετή την Ελλήνων και την συντριβήν των κομμουνιστοσυμοριτών', φέρναν θλίψη και εμετό. Η νεολαία συμμαζεύτηκε, 'κουρά αν χρω' στα σχολειά αρχαΐζουσα και οι μαθητές στην οικογενειακή εστία από τις 8 μ.μ. και είσοδος στα ακατάλληλα από 17 ετών και απάνω - πριν ήταν από 15 το όριο - που θεωρήθηκε από εμάς μεγαλύτερο αίσχος και απ΄ τα ξερονήσια.
Μάλιστα εκείνη την Κυριακή τα ήδη αναρτηθέντα πανώ με τα συνθήματα υπέρ της 'εθνοσωτηρίου επαναστάσεως' είχαν ανακατευθεί με εκείνα - τα διαφημιστικά - των εταιρειών και με τις αχυρόμπαλες και τα λάστιχα στις στροφές και το ντεκόρ απέπνεε μια μοναδική γελοιότητα.
Όλοι περίμεναν την κόντρα ανάμεσα στη λευκή βασίλισσα που μόλις είχε φτάσει απ΄ την Αμερική, την Στινγκ Ρέϋ, τη 'Στρίγγλα', του Τζώννυ Πεσματζόγλου και την Κόμπρα AC του Αγλούπα βγαλμένη απ΄ τα νυστέρια του Κάρολ Σέλμπυ.
Οι πιτσιρικάδες είχαν ενθουσιαστεί με το ανοιχτό ρόαντστερ και η πιάτσα όλη την εβδομάδα βούιζε για το που βρισκόταν και που άραζε το Αμερικάνικο φίδι. Μια όμορφη Ιταλίδα όμως η κόκκινη Αλφα GTA του Γιάννη Μεϊμαρίδη ήρθε να κλέψει την παράσταση και να πάρει τον αγώνα άνετα για ν΄ αναδειχθεί με το χρόνο στο πιο θρυλικό αυτοκίνητο των ελληνικών αγώνων.
Την Πολ - Ποτίσιον είχε μια ασημένια η ασημένια BMW 2000 TISA του Ειπώρχ που όμως άργησε στην εκκίνηση για να κυνηγάει με άγριες διαθέσεις - βγαίνοντας με τις μπάντες συνέχεια - το Μαύρο αλλά δεν μπόρεσε, κάποιο καπάκι την πρόδωσε. Πίσω η Στινγκ Ρέϋ δεν κατάφερε να προσαρμοστεί στον αγώνα ενώ η Κόμπρα βυθίστηκε στις τελευταίες θέσεις με τα τετρακόσια τόσα άλογα της πνιγμένα στους στενούς δρόμους και παρ΄ ότι φίλαθλοι και μη προσπαθούσαν να την ενθαρρύνουν δεν κατάφερε τίποτα. Όπως είπε κάποιος κορφιάτης ειδήμονας 'η εξάτμιση τση κόμπρας κάνει μόνο για να ψένει πατάτες'.Σ΄ αυτό τον αγώνα άρχισα να καταλαβαίνω κι εγώ ότι οι πραγματικές μάχες δεν γινόταν στην κορυφή αλλά αρκετά πίσω στα τραινάκια που σχημάτιζαν δυάδες, τριάδες, τετράδες, τα αυτοκίνητα μικρού κυβισμού - που μπορεί να αγοράσει ο καθένας - εκεί που έβγαιναν οι μελλοντικοί πρωταθλητές ή δοκίμαζαν τις πραγματικές τους δυνάμεις οι έμπειροι. Εκείνη τη χρονιά ο 'Μέλας' (Γιώργος Μεϊμαρίδης ) στάθηκε πεισματικά μπροστά απ΄ τον 'Υψηλάντη' (Αλέκο Μανιατόπουλο) με το ΤΤ και το Ντάτσουν 1600 του γερόλυκου Κουλεντιανού πέρασε στα φρένα του Δεσύλλα το στριγγλιάρισμα χιλιάρι του NSU TT του νεαρού και πολλά υποσχόμενου Λέκκα.
Την επόμενη χρονιά το ΄68 ήταν η σειρά του Ζαλμά να πάρει τη ρεβάνς. Ήταν η πρώτη χρονιά που είχαν πρωτοέρθει οι BWM 2002 τα αυτοκίνητα που θα σφράγιζαν μια εποχή σε όλη την Ευρώπη.Η λευκή Σνίτσλερ του Είπωρχ που έσπασε τα χρονόμετρα στα δοκιμαστικά, η κόκκινη Αλπίνα του Καπετανάκη, η γαλάζια του Σπυρίδωνα Τσιβινίδη, του ανθρώπου που δάνειζε το πηγαίο ταλέντο του ως κασκαντέρ στις σκηνές καταδιώξεως των ελληνικών φιλμ νουαρ της εποχής που είχαν ως πρότυπο το 'Μπούλιτ' με τον αξέχαστο Στηβ Μακ Κουϊν.
Στα δοκιμαστικά των μοτοσικλετών είχε συμμετάσχει και τοπικός μυστακοφόρος αναβάτης με μία γηραλέα BMW και με στολή Γερμανού μοτοσικλετιστή του ΄40 που αποκλείστηκε απ΄ τον αγώνα παρ΄ όλη την ευγενή προσπάθεια.
Στον αγώνα του ΄68 άνοιξαν οι κερκυραϊκοί ουρανοί λίγο πριν την εκκίνηση, τα φαβορί βούλιαξαν και τα πολύστροφα μικρά αυτοκίνητα διέπρεψαν. Το αγαπημένο μου γαλάζιο Ρενώ Γκορντίνι R8 του Γιώργου Κρητικού πετάχτηκε μπροστά με το Ζαλμά δεύτερο και οι BMW πίσω να προσπαθούν να βάλουν τα άλογα τους το δρόμο, η Στρίγγλα του Τζώννυ και η Άλφα του Μαύρου ήταν να τις λυπάσαι...
Ο Σταύρος Ζαλμάς πέρασε μπροστά μετά μερικούς γύρους για να μείνει εκεί μέχρι τέλος γλιστρώντας σαν να ήταν επάνω σε ράγες στις στροφές που τις έπαιρνε με χειρόφρενο (!!) όπως δήλωσε μετά ο ίδιος. Ένας άλλος νεαρός με ένα νορμάλ 1000άρι κουπεράκι τερμάτισε στην έβδομη θέση διασύροντας τις BMW. Ήταν ο μελλοντικός πρωταθλητής Γιώργος Μοσχούς που άρχισε να ξεδιπλώνει τις τεράστιες οδηγικές του ικανότητες.
Ο Σταμάτης Κόκοτας με την λευκή Τζάγκουαρ Ε Τάϊπ, πήρε τις αχυρόμπαλλες της Κοφινέτας παραμάζωμα κι έφθασε μέχρι την πύλη της Τροχαίας, τρομοκρατώντας το πλήθος.
Ανοίγοντας μια παρένθεση εδώ θέλω να θυμίσω ότι η Ε Τάϊπ του λαϊκού τροβαδούρου ήταν η ίδια που ΄χε νικήσει στη Ρόδο λίγους μήνες πριν με τον Ιωακειμίδη στο βολάν της και άνηκε στον Ι. Χατζημιχάλη γόνο της γνωστής Αθηναϊκής οικογένειας (κοσμήματα - ρολόγια Ωμέγα - κρασιά κ.λ.π.). Ο Ιωακειμίδης, λαϊκό παιδί αλλά και κλέφτης αυτοκινήτων είχε βάλει σε χοντρό λούκι τον Χατζημιχάλη, που τον είχε εισάγει στα κοσμικά σαλόνια και είχε ιδρύσει την πρώτη οργανωμένη αγωνιστική ομάδα την OMEGA RACING TEAM. Αυτός ο τύπος παρέσυρε τον φίλο του - που του τα ΄χωνε χοντρά - σε κάποια ληστεία εις βάρος ώριμης θελκτικής κυρίας (που σήμερα ως γεγονός δεν θα περνούσε ούτε στα ψιλά) με αποτέλεσμα να ξεσπάσει σκάνδαλο ολκής και η Τζάγκουαρ να ξεπουληθεί κακήν κακώς για να ταλαιπωρηθεί στα χέρια του αρχάριου τότε Κόκοτα αλλά και η κοινή γνώμη με πρωτοσέλιδα του τύπου, Ραλλίστες = αλήτες = τζιζ - μπουμ - κακά κ.λ.π.
Μετά τον αγώνα έκανα μια βόλτα στα πιτ που ήταν στο πεζοδρόμιο απέναντι από το Μποσκέτο, εκεί όταν είδα τους μηχανικούς βουτηγμένους στη λάσπη και στη κάπνα τα εξαρτήματα χυμένα φίρδην μίγδην και τις μηχανές λυμένες κατάλαβα καλά ότι αυτό που βλέπαμε ήταν μια αστραφτερή βιτρίνα και ότι ο πραγματικός αγώνας παιζόταν αλλού.Ο Ζαλμάς όμως ήταν και πάλι άτυχος. Έχασε τον αγώνα στα χαρτιά κατόπιν ένστασης του Κρητικού για το γκρουπ του Κούπερ και το R8 μετά το Τατόι πήρε το πρωτάθλημα στην κατηγορία του.
Το ΄69 το γρήγορο πολύχρωμο τσίρκο ξαναμαζεύτηκε με πολύ λίγες αλλαγές στη σύνθεση του. Ο Ανέστης με μια τερατώδη Ασημένια Σνίτσερ 2002 είχε σπάσει το συναγωνισμό στα δοκιμαστικά παίρνοντας την Πολ Ποζίσιον. Πίσω ο Μαύρος, η Στρίγγλα τρίτη και τέταρτος ο εκπληκτικός εκείνη τη χρονιά Υψηλάντης με ένα λευκό NSU 1200 TT 24βάλβιδο που την ατίθαση καρδιά του είχε χτίσει ο Σπιτς στη Γερμανία και το είχε κατεβάσει ο ίδιος στην Πάρνηθα πριν μερικούς μήνες προκαλώντας με τον στριγκό βρυχηθμό του το φάντασμα του μακαρίτη Φον Τριπς που το ρεκόρ του με μια Μερσεντές 300 SEL είχε στοιχειώσει το βουνό απ΄ τη δεκαετία του ΄50. Αλλά κάποιο από τα διπλά μπουζί του κλάταρε και το πνεύμα του Γερμανού Βαρώνου κοιμάται ακόμα ήσυχο.
Ο Ανέστης πάντα άτυχος δεν κατάφερε να ολοκληρώσει ούτε τρεις γύρους και ο Μαύρος μπήκε μπροστά από τον Τζώννυ για να μείνει μέχρι το τέλος στην κορυφή ο μικροκαμωμένος αθηναίος δανδής οδήγησε σαν προγραμματισμένο ρομπότ και θριάμβευσε. Στα μέσα του αγώνα έγινε το θαύμα. Το λευκό ΤΤ πέρασε μπροστά απ΄ την Στινγκ Ρέυ και έγινε το σώσε για μερικούς γύρους που τα 1300 κυβικά του ΤΤ άντεξαν καβάλα στα 7000 cm3 της Στρίγγλας. Θυμάμαι ακόμα ζωντανά την εικόνα απ΄ το νευρώδες μικρό αυτοκίνητο να κατεβαίνει τρελά την Καποδιστρίου με το πίσω καπό ανοιχτό με λάστιχα και μέσα να είναι ορατοί οι κύλινδροι έτοιμοι να εκραγούν απ΄ την υπερπροσπάθεια. Αυτό το έστω προσωρινό προσπέρασμα έχει μείνει στα ελληνικά αγωνιστικά χρονικά σαν μονομαχία Δαβίδ - Γολιάθ.Πιο πίσω έγινε ένας τρομερός αγώνας ανάμεσα σε δύο ζευγάρια οδηγών που άφησαν εποχή, στο πρώτο ο Μάκης Φωτιάδης με μια σκούρα Μπερλίνα 1750 S είχε στους προφυλακτήρες του το Όπελ Καντετ 1900 Ραλλύ του Μπάμπη Λιβιεράτου αγνώστου με το ψευδώνυμο 'Σιρόκο' - γαμπρού του Τζώννυ - που θέρισε τίτλους τα επόμενα χρόνια με την γαλάζια Αλπίν.
Λίγα δευτερόλεπτα πιο κάτω ο Σ. Ζουμπούλης με ΤΤ αγωνιζόταν να κρατηθεί μπροστά από τον Κορφιάτη που είχε κληρονομήσει το DKW του Ραυτόπουλου και πήγαινε σαν τον άνεμο αλλά του είχε σπάσει η τάπα του ρεζερβουάρ και οι σταγόνες της βενζίνης σχημάτιζαν ένα παράξενο τόξο στον αέρα.
Η κατάταξη στην κορυφή έμεινε η ίδια μ΄ αυτή της εκκίνησης, ο αγώνας ήταν χορταστικός και άφησε ικανοποιημένους ακόμα και τους ηλικιωμένους Κερκυραίους που γκρίνιαζαν επειδή ο αγώνας τους χάλαγε το κυριακάτικο πρωινό τους στου Ζήσιμου.
Ένας απ΄ αυτούς μάλιστα έχων άποψη επί παντός επιστητού σχολίαζε μεγαλόφωνα την ποιότητα των αμερικάνικων μηχανών μετά την ήττα της Κορβέτ ότι δηλαδή 'οι Αμερικανοί καλά θα κάνουνε να πάνε να μαζέψουν τα καλαμπόκια τους παρά να σιάχνουνε τέτοια κάρα που τα περνάνε ως και τα κατσαριδάκια και που να δεις τι κάζο θα γένει τώρα που φτάνουνε τα ρούσικα'. Αυτά και άλλα όμορφα αντιιμπεριαλιστικά έλεγε ο ηλικιωμένος φίλος για να διαψευσθεί οικτρά την επόμενη χρονιά.
Το ΄70 είχε γεμάτο πρόγραμμα δοκιμαστικά στην Ανάβαση της Τρουμπέτας την Παρασκευή τ΄ απόγευμα, αγώνες ανάβασης το πρωί του Σαββάτου δοκιμαστικά του σιρκουί μοτό και αυτοκινήτων Σάββατο απόγευμα και τελικοί την Κυριακή το πρωί, με λίγα λόγια Πανδαισία για την παρέα των κερκυραίων εφήβων που είχαν μαζευτεί στη σύσκεψη κριτών. Την Παρασκευή το πρωί στο Ολυμπίκ, δίπλα μας είχε καθίσει ο Αυστραλός Μακντόναλντ για να υπογράψει το δελτίο συμμετοχής του, η ευγενική και ήρεμη μορφή του ξανθού νέου θα χανόταν για πάντα μερικές ώρες μετά.
Κάποιοι απ΄ την ίδια κερκυραϊκή παρέα με περισσό θράσος ανέβαιναν το βουνό μαζί με τους αγωνιζομένους σε νυχτιάτικες αναγνωριστικές με τ΄ αυτοκίνητα των πατεράδων τους όλη τη διάρκεια της εβδομάδας έτσι ο Νίκος Μάνεσης με ένα Σιτροέν Μεχαρί και ο Έντυ Τσαρουγκιάν με ένα Πεζώ 404 προσπάθησαν με δεξιότεχνα ανάποδα τιμόνια να πλησιάσουν τους χρόνους των αγωνιζομένων. Στον αγώνα της Τρουμπέτας ο Τζώννυ επικράτησε άνετα και δικαίωσε το παρατσούκλι του ως 'Γέρος των Βουνών'. Πίσω του είχε τον Παύλο Μαδεντζή, φοιτητή απ΄ την Αγγλία που είχε φέρει το πρώτο Έσκορτ RS 2000 στους ελληνικούς δρόμους.
Για το σιρκουί ο συναγωνισμός προβλεπόταν φοβερός υπήρχαν έξι 2002 στο γκρουπ 6 με τα καλύτερα ονόματα. Ο Γιώργος Μοσχούς με την ασπρόμαυρη Ελεκτρόνικα βγαλμένη απ΄ τα χέρια του μαέστρου Τζοβάνι Ραγκούζα, ο Κοτζαμάνης νικητής της Ρόδου με Αλπίνα, ο Ανέστης με τη Σνίτσλερ, ο Τσινιβίδης με τη γαλανόλευκη Αλπίνα, ο Κόκοτας με την πρώην του Καπετανάκη πουσαρισμένη απ΄ τον Σπανό, κι ο Τσαβός με μια πορτοκαλιά ΤΙ φτιαγμένη από τα χέρια του.
Ο Φωτιάδης μόλις είχε φέρει την GTAM - Αμερικάνα. Ο Μαύρος με το κόκκινο τρένο, ο 'Νίνο' λανσάριζε το πρώτο ελληνικό πρωτότυπο και ο Διονυσόπουλος κατέβαινε με το πρώτο αξιοπρόσεκτο γιαπωνέζικο, μια ασπροκόκκινη Τσέλικα 2000.Η καταρρακτώδης βροχή της Κυριακής όμως έφερε τα πάνω κάτω, ο Τζώννυ με 'λάστιχα βροχής' και φορώντας κάτι αρχαίες ελαφριές μαύρες ζάντες πετάχτηκε μπρος απ΄ την Ελεκτρόνικα που είχε την Πολ για να μείνει σε πείσμα των BMW που τον κυνήγησαν ανελέητα σταθερά πρώτος μέχρι το τέλος του αγώνα.
Πρώτος 'έπεσε' ο Μοσχούς που αναπτύσσοντας τεράστια ταχύτητα - πάνω από 210 χλμ - πριν τη ΝΑΟΚ έφυγε με σάλτο στο κατήφορο και προσγειώθηκε με πάταγο στο ύψος της σκάλας του δημάρχου για να εγκαταλείψει αφού του... κόπηκε η τρόμπα λαδιού. Ο Τσινιβίδης μετά όρμηξε τρελά πίσω απ΄ τη 'Στρίγγλα' σταυρώνοντας τα χέρια σε συνεχόμενα ανάποδα και πραγματοποίησε μια από τις πιο θεαματικές εμφανίσεις που είδε ποτέ η Κέρκυρα εις μάτην όμως, εγκατέλειψε κι αυτός την υπερθέρμανση. Ο Κοτζαμάνης βγήκε απ΄ τη μάχη από νωρίς γιατί είχε ξεκινήσει με στεγνά λάστιχα και τέλος ρίχτηκε στο κυνήγι ο Κόκοτας - που είχε ξεκινήσει τελευταίος γιατί δεν είχε λάβει μέρος στα δοκιμαστικά - αλλά ώριμος πια έκανε τρομερή προσπάθεια καταπίνοντας την τεράστια διαφορά αφού ξανακέρδισε το ντουμπλάρισμα που του είχε κάνει ο Τζώννυ συντρίβοντας τα ρεκόρ γύρου σταδιακά τον έφερε σε απόσταση βολής κι αν ο αγώνας είχε μερικούς γύρους ακόμη θα τον έπαιρνε στα σίγουρα.Ο Τζώννυ άξιζε τη νίκη αφού στέγνωσε - με την πλάγια φιδίσια εξάτμιση του - κυριολεκτικά την υγρή άσφαλτο, νικώντας την ολισθηρότητα και τις ευαίσθητες Γερμανίδες 2002 που ήταν μια 'χούφτα δέκατα' αργότερες απ΄ τη Στρίγγλα και ένιωθε την καυτή τους ανάσα μιάμιση ολόκληρη ώρα.Την ίδια χρονιά σαν γνήσιος φίλαθλος ταξίδεψα να δω το Τατόι που πήρε ο Μαύρος, ο αγώνας ήταν θεαματικός αλλά δεν είχε την άγρια ομορφιά της Κέρκυρας. Το ΄71 ήταν η χρονιά του Μοσχού που πάνω στην Ελεκτρόνικα έκανε το νταμπλ Ανάβαση και Αγώνα που πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά Ιούνιο για να γίνει η μοιραία Ρόδος το Σεπτέμβρη που έμελλε να είναι και ο τελευταίος αγώνας εκτός πίστας στη χώρα μας.
Αυτό το τελευταίο το έχασα όντας μαθητής στην Αθήνα δεν κατάφερα να το σκάσω και προσπάθησα να τον παρακολουθήσω με τηλεφωνική συνδιάλεξη διαρκείας από φίλο μου που μου αναμετέδιδε τις εικόνες σαν σπορτσκάστερ.
Η νεανική παρέα των 'βοηθών κριτών' δεν ξαναμαζεύτηκε πια σαν οργανικό τμήμα του αγώνα. Ο βασικός της πυρήνας όμως παρέμεινε δεμένος και σήμερα οι περισσότεροι είναι εκλεκτοί και επώνυμοι κερκυραίοι. Ένας απ΄ αυτούς δεν υπάρχει πια, ο ακριβός φίλος μου Αρσάκ Μαρκοσιάν, που μοιραζόμαστε για χρόνια το ίδιο θρανίο και συνάντησε το πεπρωμένο του εδώ και 16 χρόνια πάνω στην αγαπημένη του μοτοσικλέτα (στη μνήμη του άλλωστε αφιερώνω και τούτες τις γραμμές). Αυτές είναι κάποιες από τις ελάχιστες θύμησες που κράτησα από την αυγουστιάτικη γιορτή της Κέρκυρας. Δυστυχώς δεν μου έμεινε κανένα έντυπο, ολόκληρη σειρά από 'Αuto Express' και 'Βολάν' και 'I.X. αυτοκίνητο', θυσιάστηκαν στον Μολώχ των ιδεολογικών αναζητήσεων σε μια αλλαγή που έκανα για μια μεταχειρισμένη 'Παγκόσμια ιστορία' στο βιβλιοπωλείο του Σπανού μιας και αρχές του ΄70 άλλα ενδιαφέροντα πιο σημαντικά και άλλα ερωτήματα εισέβαλλαν εκβιαστικά στο μυαλό και τη συνείδηση.
Αν έκανα κάποια λάθη στις ημερομηνίες και τα ονόματα ας με διορθώσει όποιος τα θυμάται καλύτερα γιατί ούτε σημειώσεις είχα κρατήσει τότε που πίστευα - όπως οι περισσότεροι νέοι - ότι η μνήμη σε ακολουθεί σαν πεισματάρα σύζυγος.
Καλό βέβαια θα ήταν να ξαναφέρουμε τον αγώνα ή κάποιο μηχανικό ασφάλτινο αγώνα στην Κέρκυρα (αυτή η υδάτινη φόρμουλα εμένα προσωπικά δεν με εμπνέει καθόλου) απ΄ ό,τι γνωρίζω υπάρχουν ακόμη ευρωπαϊκές και αμερικανικές πόλεις που κρατάνε αγώνες με πρώτο και καλύτερο το Μονακό. Έχω παρακολουθήσει στο 1976 το συγκεκριμένο αγώνα και τολμώ χωρίς ίχνος εθνικιστικής μεροληψίας να πως ότι δεν έχει μεγάλες διαφορές σαν διαδρομή από την Κέρκυρα. Η ποιότητα του ασφαλτοτάπητα, τα μέτρα και οι μπάρες ασφαλείας είναι πράγματα που γίνονται για να προσθέσω ότι το πριγκιπάτο ζει τις 364 μέρες του χρόνου γι΄ αυτό τον αγώνα και απ΄ αυτόν έχοντας μια καταπληκτική οργάνωση και δομή. Κι αν οι μεγάλες ιπποδυνάμεις δεν είναι πια βατές στους δρόμους μας ας γίνει κάποιος μικρότερος αγώνας, όπως η κοντινή ιταλική φόρμουλα 3 (που τρέχει και ο Έλληνας Νικολούζος) ή καρτ ή 125άρες μηχανές, ας γίνει μόνο η ανάβαση, ας γίνει κάτι τέλος πάντων που θα φέρει και έσοδα και φήμη και θα μας βγάλει απ΄ το τέλμα των στατικών πανηγυριών. ’ποψη μου είναι να κυνηγήσουμε κάποιον από τους διπλούς αγώνες του πρώην DΤΜ (νυν ITC) που γίνονται με αυτοκίνητα τουρισμού έχουν πανευρωπαϊκό ενδιαφέρον και ο ανταγωνισμός των επίσημων εταιρειών είναι τεράστιος. Αλλά για να γίνει κάτι πρέπει να ξεκινήσει κάποια δραστηριότητα να ιδρυθεί ένας τοπικός αγωνιστικός όμιλος που ν΄ αρχίσει από κάτι απλό που μπορεί να συμμετάσχει ο καθένας όπως π.χ. μια δεξιοτεχνία ή έστω ένα κυνήγι θησαυρού με στοιχεία ράλλυ όπως γίνεται ακόμα στην Πάτρα, όπως γινόταν σε πολλές επαρχιακές πόλεις. Πριν εισβάλλουν τα κουτιά που ξεκουτιαίνουν και τα πολυκαταστήματα για την επιβεβαίωση της ηλιθιότητας του καταναλωτισμού - τότε που τα χειμωνιάτικα σαββατοκύριακα ακόμα έλαμπαν κι ο καθένας ήξερε τον άλλο με το μικρό του όνομα και τα βλέμματα ήταν απλά και καθαρά...
Υστερόγραφο: Μετά από είκοσι χρόνια η ΕΛΠΑ πρότεινε στον Δήμο Κερκυραίων την συνδιοργάνωση ενός αγώνα του Εθνικού Πρωταθλήματος Formula 3. Αντιπροσωπεία της ΕΛΠΑ που επισκέφθηκε την πόλη της Κέρκυρας δήλωσε ευχαριστημένη από τους δρόμους και πρότεινε οι αγώνες να γίνονται τα επόμενα πέντε χρόνια.
Το κόστος της διργάνωσης είναι 103 εκατ. από τα οποία τα 73 είναι για την κατασκευή των δρόμων και τα 30 για την όλη διοργάνωση που θα αναλάβει η DEMA, ο επίσημος φορέας που έχει αναθέσει η ΕΛΠΑ τη διοργάνωση των εθνικών αγώνων η οποία αναλαμβάνει να φέρει 120 κριτές και χρονομέτρες, γιατρούς, ασθενοφόρα, γερανούς αλλά και τη διαφήμηση των αγώνων σε εθνικά και ευρωπαϊκά ΜΜΕ.
Η διαδρομή που προτάθηκε είναι περίπου η ίδια με την πλαιότερη: Εκκίνηση από Μποσκέτο ακολουθώντας την οδό Ελευθερίας, Λεωφόρο Δημοκρατίας, Λεωφόρο Αλεξάνδρας με στροφή από την κολώνα του Ντούγκλα, Ριζοσπαστών Βουλευτών, Ασπιώτη -μπροστά από Ορφέα-, οδός Ακαδημίας, Καποδιστρίου, Δούσμανη -και πιάτσα ταξί Πάνω Πλατείας- και εσωτερική στροφή από το Πάρκινγκ.
Ας σημειωθεί τέλος, ότι η πρόταση αυτή της ΕΛΠΑ κατατέθηκε πέρυσι τον Σεπτέμβριο, δίχως έως σήμερα το Δημοτικό Συμβούλιο Κερκυραίων να απαντήσει οριστικά...'πηγη: oasis.fortunecity.com
-
'Ενα φανταστικό άρθρο είχε κάποτε δημοσιευτεί και στο internet, από την ηλεκρονική σελίδα,
oasis.fortunecity.com...δυστυχώς πια δεν υπάρχει, αλλά ευτυχώς είχα προνοήσει να το 'σώσω' για το αρχείο μου, έτσι σας το παραθέτω αυτούσιο, προσθέτοντας επιπλέον και κάποια video,με λήψης από τους τότε αγώνες...
ίσως είναι αυτά ότι καλύτερο έχει ποτέ 'σηκωθεί' στο youtube που αφορά τους αγώνες στην Ελλαδα ...
δείτε τα...είναι τα ιδανικά για το μότο: 'για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι'...
μετά με μια ανάσα διαβάστε το ακόλουθο κείμενο!Τα χρόνια του '50 έως '70
http://www.youtube.com/watch?v=X7ogOicr66Q
http://www.youtube.com/watch?v=qFkeMfTyoXY
Youtube VideoMε αφορμή την πρόταση που έχει κατατεθεί στον Δήμο Κερκυραίων για την διεξαγωγή αγώνων αυτοκινήτου Formula 3 στην πόλη της Κέρκυρας, το ΕΧΙΤ αναζήτησε την 'προϊστορία' των αγώνων αυτών που είχαν πραγματοποιηθεί την δεκαετία του 60-70. Ο συνεργάτης του περιοδικού, Δημήτρης Λεβέντης, θυμάται, γεγονότα, περιστατικά και την γεύση μιας ολόκληρης εποχής που έχει αγκιστρωθεί στη μνήμη πολλών κερκυραίων.
Κείμενο: Δημήτρης Λεβέντης (απο το περιοδικο ΕΧΙΤ Αυγουστος'99)
'Ήταν ο αγώνας - σιρκουί αυτοκινήτου τουρισμού και μοτοσικλετών που σηματοδοτούσε για τα σκολιαρόπαιδα εκείνης της εποχής το πανηγυρικό τέλος των διακοπών.
Ο αγώνας που σταμάτησε οριστικά το 1972 για λόγους ασφαλείας όπως όλοι οι αγώνες εκτός πίστας μετά το τραγικό ατύχημα του Γιάννη Μεϊμαρίδη - 'Μαύρου' στον αγώνα της Ρόδου με την Αλφα GTAM την 'Αμερικάνα' που δεν μπόρεσε ποτέ να δαμάσει
φιγουρατζιδες και βοηθοι κριτου
Εκείνους τους χρόνους που τίποτα δεν προμήνυε τη σημερινή αλλοτρίωση, η κερκυραϊκή κοινωνία περίμενε τον αγώνα με αδημονία και η τοπική ΕΛΠΑ έκανε τα πάντα για την άρτια οργάνωση του.
Οι πρώτες συμμετοχές - μη ανταγωνιστικές περισσότερο φιγουρατζίδικες - οι 'Τζούλιες' και τα ΤΤ έφταναν από την Δευτέρα για να ανεβοκατεβαίνουν τη διαδρομή τα σούρουπα τρομάζοντας τα κορίτσια που εκείνη την ώρα έβγαιναν στην πιάτσα για βόλτα με τους θορύβους των ελευθέρων εξατμίσεων.
Ο αέρας ήταν βαρύς απ΄ το καμένο φυτικό λάδι και η πιτσιρικαρία - πλήρως ενημερωμένη για τ΄ αθλητικά - έψαχνε να βρει απ΄ τον κατάλογο των εφημερίδων και το αντίστοιχο νούμερο ποιος ήταν εκείνος που κατέβαινε τη Γαρίτσα με το πολύχρωμο 'εργαλείο' του.
Μαθαίναμε τα ξενοδοχεία που έμεναν οι αγωνιζόμενοι και τα καυτά μεσημέρια καθόμασταν με τις ώρες να χαζεύουμε τα παρδαλά τέρατα που δεν τα έβλεπες κάθε μέρα.
Σημειώναμε τους τύπους από τις ζάντες, τα λάστιχα, τα πρόσθετα φανάρια και τα φάϊμπερ - γκλας ακόμα και λίγα διαφημιστικά αυτοκόλλητα.
Οι πιο σοβαρές συμμετοχές έρχονταν την Παρασκευή. Ο Τζώννυ Πεσματζόγλου με τη λευκή 'Στρίγγλα' (Σεβρολέτ - Κορβέτ, Στινγκ - Ρευ), ο 'Μαύρος' με το κόκκινο τραίνο την Αλφα GTA και ο Φωτιάδης - αντιπρόσωπος τότε της Αλφα και της Σκόντα για την Ελλάδα - άφηναν τα καθαρόαιμα σκεπασμένα με καλύμματα έξω απ΄ το Κορφού Παλλάς και απέφευγαν την κυκλοφορία.
Οι ενήλικες και πιο περπατημένοι από μας κόλλαγαν στους υπεύθυνους της τοπικής ΕΛΠΑ για να διοριστούνε ¨βοηθοί κριτού' ώστε να ζήσουν τον αγώνα από κοντά.
Σαν τέτοιος βίωσα τον αγώνα το ΄69 και το ΄70 αλλά και σαν φανατικός φίλαθλος όλους σχεδόν τους προηγούμενους. Με τον φίλο μου τον Πέτρο περνάγαμε ώρες ατελείωτες στα προγνωστικά, στην ανάλυση των μηχανών, των σασί, των εξαρτημάτων, στο ψάξιμο του ¨πουσαρίσματος'.
Σκιτσάραμε τότε και οι δύο τις δικές μας επινοήσεις και λέγαμε να γίνουμε σχεδιαστές αυτοκινήτων. Ενημερωνόμαστε από το L΄ Automobile το Quattro Ruote και το Αuto Car που αγοράζαμε τακτικά απ΄ τον Μπούρα.
Προσπαθούσαμε να μπούμε στα ζητήματα της αρνητικής άνωσης και των κενών αέρος στα προσπεράσματα, στη σχέση του αρνητικού κάμπερ με την υπερστροφή, αγωνιζόμαστε να μπούμε στο πνεύμα του 'Βάνκελ', αναρωτιόμαστε για την εφαρμογή εκείνων των περίεργων διπλών αεροτομών όταν πρωτοεφαρμόσθηκαν στο πρωτότυπο Σάπαραλ του Τζιμ Χωλ στη Ντεϊτόνα.
Παραπέρα ονειρευόμαστε ένα ταξίδι στη Μόντσα, να δούμε τις κόκκινες Φερράρι των ’μον και Ιξ να κοντράρονται με τις γαλάζιες Ματρά των Σπούαρτ - Μπελτονάζ και τις γκριζοπράσινες λότους των Ριντ - Χιλλ και να βγαίνουν όλες μαζί απ΄ την Παραμπόλικα για τον τερματισμό - κι ας μας έπαιρνε ο χάρος που λέει ο λόγος.
όταν τα αυτοκινητα οργωναν την πολη.
Η διαδρομή του σιρκουί ήταν η εξής : Η εκκίνηση δινόταν από την είσοδο του Παλαιού Φρουρίου μέχρι το ύψος του Μαβίλη, κατέβαινε τη τεράστια ευθεία της Γαρίτσας μέχρι τη κλειστή φουρκέτα του Δεσύλλα. Γύριζε δεξιά τη Μ. Αθανασίου διέσχιζε τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας δεξιά στροφή της Μ. Δουκίσσης Μαρίας - παρατεταμένη σικαίην μεταξύ Ορφέα και Φοίνικα μετά κατηφόριζε μέχρι τον Καποδίστρια - και με καρφωμένη δευτέρα αριστερή στην Ιόνια Ακαδημία κατέβαινε γεμάτα την ευθεία της Καποδιστρίου μέχρι την ανοικτή διπλή δεξιά φουρκέτα της Κοφινέτας και ευθεία μετά μ΄ όλα τα άλογα στο δρόμο πάλι για Μποσκέτο - Μαβίλη - Γαρίτσα.
Η ανάβαση της Τρουμπέτας έγινε μόνο τα τρία τελευταία χρόνια (΄70 - ΄72) και πραγματοποιούνταν Σάββατο με δοκιμαστικά Παρασκευή απόγευμα.
Η άλλη ανάβαση του Αχιλλείου με μόνιμο σχεδόν νικητή τον Γ. Ραυτόπουλο ήταν φιλικός ανεπίσημος αγώνας που δεν μετρούσε στο πρωτάθλημα.
Πάντως η τοπική ΕΛΠΑ σχεδίασε στα τέλη του ΄60 μια διαδρομή τοπικού Ράλλυ και κάποια δεξιοτεχνία που ποτέ δεν έγιναν. Ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών Κώστας Μπότσιος ανερχόμενος αστέρας του Μπάνκιγκ Σύστεμ τότε, σημερινός διευθυντής της τοπικής Τράπεζας Εργασίας, προσπάθησε τα μάλλα αλλά η κεντρική ΕΛΠΑ δεν προχώρησε στις εδώδιμες απαιτήσεις.
Τότε δεν υπήρχαν τα οργανωμένα εργοστασιακά τιμ αλλά ηρωικοί οδηγοί που ήσαν ταυτόχρονα και μηχανικοί που έπιαναν τη βλάβη απ΄ τους ήχους της μηχανής ενώ έτρεχαν και πλήρωναν όλα τα έξοδα ή σχεδόν όλα απ΄ τη τσέπη τους - έτσι για να κάνουν το κομμάτι τους.
Ο αέρινος και ψύχραιμος 'Μαύρος' - ιδιοκτήτης των Αθηναϊκών
μεγαλοκαταστημάτων ’κρον - Ίλιον - Κρυστάλ - που τερμάτισε τη ζωή του στο τείχος της Ρόδου, ο αειθαλής Τζώννυ Πεσμαζόγλου αντιπρόσωπος της Τζένεραλ Μότορς στην Ελλάδα με τις Σέβυ και τις Όπελ, ο πληθωρικός Ψύχας με τα θηριώδη Volvo 544, ο αιώνια άτυχος Ανέστης με BMW και Πόρσε, ο δυναμικός Καπετανάκης με Ε - TYPE και BMW, ο Γιάννης Χρονίδης - ήρεμη δύναμη - με Ε - TYPE, ο μέγας ¨Είπωρχ' (Σ. Σοφιανόπουλος), που το ψευδώνυμο του ήταν αναγραμματισμός της εταιρείας του της γνωστής 'ΧΡΩΠΕΙ' και που εγκατέλειψε για πάντα τους αγώνες μετά το θάνατο του αδελφού του που συνέ-τριψε τ΄ αεροπλάνο του στα βουνά της Εύβοιας και τέλος ο καλύτερος όλων ο Γιώργος Ραυτόπουλος που πάνω σ΄ ένα δίχρονο DKW F12 των 1.300 κυβικών άφηνε πίσω τα θηρίαΤα πρώτα χρόνια αρχές του ΄60 τα περισσότερα αυτοκίνητα αγωνίζονταν τελείως νορμάλ χωρίς μετατροπές γι΄ αυτό και ο συναγωνισμός για τη κορυφή περιοριζόταν στα πολλά κυβικά. Οι Τζάγκουαρ Ε TYPE των Κοτσώνη, Μαρκομιχελάκη, Καπετανάκη, Χρονίδη και η λευκή Σέβυ VII του Τζώνυ Πεσματζόγλου, η περίφημη 'γουρούνα', μονοπωλούσαν το συναγωνισμό.
Την Αγγλοαμερικανική συμμαχία τάραξε μόνο ο Λέτο ντι Πριόλο, επίσημος δοκιμαστής της Αλφα Ρομέο με μια κόκκινη Τζουλιέτα Σπριντ 1600 που ο Κόμης Ντι Πριόλο την πήγαινε με μυαλό και καρδιά και έδειξε ότι δεν χρειαζόταν εκατοντάδες άλογα αλλά επιταχύνσεις και 'ελαστικός' κινητήρας για να πάρει κάποιος την Κέρκυρα. Μια άλλη Αλφα σπριντ που την πήγαινε επίσης πολύ γρήγορα ο Αλμπέρτο Νικόζια παρουσίασε προβλήματα και τερμάτησε τέταρτη πίσω από τον Πεσματζόγλου και την Τζουλιέττα του Θεοδωρακόπουλου.Το ίδιο απόγευμα η τρομερή ομάδα του Καίμπριτζ σε μια επίδειξη δύναμης έβγαλε άουτ τον Βύρωνα στον 7ο παίκτη και 'άφησεν πάλαν' στα 88 ρόνια.Την προηγούμενη χρονιά ο Τζώνυ είχε φέρει την Σέβυ V8 μισό γύρο μπροστά από τα ογκώδη Volvo Σ44,5 των Ψύχα και Βασιλειάδη. Σ΄ εκείνο τον αγώνα πέντε αυτοκίνητα που είχαν ήδη αφιχθεί εδώ με το 'Ανγκέλικα' δεν μπόρεσαν να δεχθούν τους οδηγούς τους που έμειναν στην Αθήνα μιας και οι ραγδαίες βροχές του σαββατοκύριακου επέφεραν ακυρώσεις στις πτήσεις. Μεταξύ τους και ο Τζων Κίνγκσεϊ, αξιωματούχος της American Embassy που θα καβάλαγε μια μαύρη τερατώδη Σεβρολέτ κοβρέτ που τον περήμενε μάταια έξω από το λιμάνι.
Το ΄63 ο Γιάννης Χρονίδης οδηγώντας συντηρητικά αλλά σταθερά γρήγορα πήρε κεφάλι από τους Πεσμαζόγλου - Ραυτόπουλο και παρά τη γερή κόντρα, πήρε την καρρώ σημαία. Στον ίδιο αγώνα θαυματούργησε με το ψευδώνυμο 'Τάκις' και ο Μπάρκουλης, όπως θα δούμε παρακάτω. Ο τοπικός ήρωας Πέτρος Ασωνίτης - ο ατρόμητος 'Τσούτσας' γνωστός επιχειρηματίας των Φέρυς και γόης εποχής που 'έφερνε' προς τον Έρολ Φλυν συμμετείχε στον αγώνα τρεις φορές. Το 1962 σε μια ανοικτή Σεβρολέτ Νας - σαν αριστοκρατικό ταξί - είχε πάει να βρει τον 'Άνταμ' στον κήπο του παλατιού μετά είχε κάνει την παρέλαση του με ένα Κονβερτιμπλ Ντεκαβέ και στο τελευταίο του αγώνα το ΄63 με το 'στρογγυλεμένο' του Auto Union - το ίδιο αμάξι που έκανε τη δουλειά του - είχε τη Τζάγκουαρ του Χρονίδη για τρεις ολόκληρους γύρους στους καθρέπτες του που ετοιμαζόταν να του ρίξει γύρο, πριν τη κατηφόρα της ΝΑΟΚ έκανε ένα τρομερό στριφογυριστό τετ - α - κε ανεβαίνοντας τα πεζοδρόμια, σκορπώντας τον πανικό στο φιλοθεάμον κοινό αλλά και στο Χρονίδη που δεν τον εμβόλισε από σπόντα.
Ένας άλλος κερκυραίος αριστοκράτης ο Μπέμπης Βελιανίτης είχε επιχειρήσει να δείξει τις οδηγικές του ικανότητες στην ανάβαση του Αχιλλείου με μια μαύρη Άρμστρονγκ Σίντλευ. Ένα πελώριο, μπαρόκ αυτοκίνητο που το θυμάμαι κάθε απόγευμα να κάνει την βόλτα του στο Λιμάνι.
Το ΄64 ο Κώστας Τσάτσας - σήμερα τουριστικός πράκτορας στα βραδινά δοκιμαστικά του Σαββάτου καβάλησε το F12 του επιστήθιου φίλου του Γ. Ραυτόπουλου και έκανε μαγικά πράγματα πηγαίνοντας σαν τον άνεμο.
Εκείνο το Σάββατο μες το πρωινό ενώ το ασημένιο DKW ήταν παρκαρισμένο στο 'Ακταίον' κάποιος καλοθελητής έσπασε την τάπα και έριξε ζάχαρη στη βενζίνη. Το σαμποτάζ έγινε γρήγορα αντιληπτό και ο Κ.Τ. μετέφερε το τραυματισμένο αυτοκίνητο στο συνεργείο της BP του Σταύρου στη Λ. Αλεξάνδρας όπου η μηχανή λύθηκε, πλύθηκε και καθαρίστηκε μέσα σε ώρες για να είναι έτοιμη για τα δοκιμαστικά που τότε γίνονταν αργά.Ο Κώστας γεννημένος πιλότος με πάθος για τον κίνδυνο και τον αθλητισμό σακατεύτηκε νωρίς στα κάγκελα του Μποσκέτου με μια Φλορέτα και οι αγωνιστικές του φιλοδοξίες μαράθηκαν. Έτσι το παιδί - ζαρκάδι εγκατέλειψε και τα δοκάρια του τοπικού ’ρη όπου έπαιζε ως τερματοφύλακας. Και παρ΄ ότι είχε συμμετάσχει σε Ράλλυ ως συνοδηγός του Ραυτόπουλου εξήντλησε τις ικανότητες στα πούλμαν που οδηγούσε στις εκδρομές του πρακτορείου του.
Αξέχαστη σε εκείνον τον αγώνα του ΄63 έχει μείνει και η συμμετοχή του ζεν πρεμιέ Αντρέα Μπάρκουλη σ΄ ένα ανοικτό MGA, που επιβράδυνε στις ευθείες για να στείλει φιλάκια στα κορίτσια που λιώνανε. Τόσο δε είχε απορροφηθεί από την ανταπόκριση των κορασίδων όπου δεν κατάλαβε ότι η εξάτμιση του είχε 'κρεμάσει' και καιγόταν από το ύψος του ΝΑΟΚ - παρά μόνον όταν έφθασε στο 'Δεσύλλα' για να εισπράξει τη γενική θυμηδία των καραδοκούντων για ευτράπελα Κερκυραίων.
Την προηγούμενη χρονιά ένα προχειροφτιαγμένο καρτ βγήκε για επίδειξη στα πρωινά δοκιμαστικά της Κυριακής κι έτσι όπως ερχότανε σαν θορυβώδες ζουζούνι από την Καποδιστρίου για να μπει στο Λιστόν δεν πάτησε την γωνία του τέλους της κατηφόρας, βρέθηκε στον αέρα κι έσκασε εμπρός στο Κορφού του Τσιμή για να διαλυθεί στα εξών συνετέθη με τον άμοιρο οδηγό να είναι με το τιμόνι στα χέρια, καθισμένος στην άσφαλτο: 'Ω ρε σκασιά που ΄φαε σαν τον Μπάστερ Κήτον' παρατήρησε το 'καρφί' της παρέας ο αείμνηστος πνευματώδης Πίπος Αναγνώστης που καθόταν δίπλα μας με τους Ρούσσηδες (πατέρα - υιό) και όλοι ξέσπασαν σε γέλια.
Tο καλύτερο σημείο για να παρακολουθήσει κάποιος τον αγώνα ήταν κατά τη γνώμη μου η στροφή του Καποδίστρια. Ακόμα ψηλά στα ερείπια της Ακαδημίας μπορούσες να δεις το σιρκουϊ να κατεβαίνει όλη την κατηφόρα από την αυλή του Δεύτερου γυμνασίου να στρίβει αριστερά 'πατημένο' όλη την Καποδιστρίου μέχρι το Λιστόν και μετά τους έβλεπες να ξαναβγαίνουν με γεμάτη τετάρτη στο Ακταίον και να κατεβαίνουν την ΝΑΟΚ οπότε είχες τη δυνατότητα να παρατηρήσεις τις μη ορατές μεταβολές - προσπεράσματα που συνήθως γινόταν στα φρένα της Κοφινέτας .
Απ΄ τη ζηλευτή - για τους εφήβους εκείνης της εποχής - θέση του βοηθού κριτού ήσουν ενεργό μέρος του αγώνα άκουγες τα σχόλια και τα κουτσομπολιά από πρώτο χέρι, συγκέντρωνες διαφορετικές και ώριμες απόψεις για τις μετατροπές των 'εργαλείων', προσέφερες ουσιαστικό έργο ανεβοκατεβάζοντας τις σημαίες επιβράδυνσης δίπλα απ΄ τα αυτοκίνητα αλλά πάνω από όλα ήσουν κοντά σ΄ αυτή την ατμόσφαιρα του κινδύνου, που πλανιόταν σαν νέφος εκκλησιαστικού μυστηρίου, και μας παράσερνε σ΄ ένα πρωτόγνωρο γλυκό πυρετό!Δυσάρεστη στιγμή ήταν ο θάνατος του πρωταθλητή Αυστραλίας στα 500 κυβικά μοτοσικλέτας του άτυχου Μακ Ντόναλντ που μια εβδομάδα πριν είχε νικήσει στο Γκραν - Πρι της Βουδαπέστης και είχε κατέβει τον Αύγουστο του ΄70 στην πόλη μας, όπου στα απογευματινά δοκιμαστικά του Σαββάτου καρφώθηκε από τον πρώτο γύρο στα κάγκελα του κηπαρίου της Ρανιατέλας.
Την ίδια χρονιά είχε ένα παραλίγο μοιραίο ατύχημα ο Μάκης Σαλιάρης σε βραδινή αναγνωριστική της ανάβασης που έστειλε την Άλφα 1750 στους γκρεμούς αλλά βγήκε ζωντανός σε κώμα για να θερίσει τα επόμενα χρόνια τα πρωταθλήματα και την νυχτερινή ζωή της Αθήνας με τη θρυλική ντίσκο Αυτοκίνηση.
Το διαλυμένο όμορφο αυτοκίνητο είχε μείνει στη λαϊκή στο χώρο του σημερινού πάρκινγκ - ένα μήνα - σαν παρμένο λάφυρο και λεηλατήθηκε κυριολεκτικά.
Από ΄67 και δώθε είχαμε τους αγώνες των μοτοσικλετών που τους έπαιρναν πάντα ξένοι και που ήταν μετά το Ακρόπολις ο μόνος αγώνας με συμμετοχές αλλοδαπών διεθνούς εμβέλειας.Ενώ οι οδηγοί απ΄ τα αυτοκίνητα ήσαν από καλοστεκούμενες οικογένειες και καλοζωισμένοι οι Έλληνες μηχανόβιοι ήταν άλλες φάτσες, μυστήριες και πρωτόγονες, με κορμιά σπασμένα απ΄ τα καθημερινά ατυχήματα και το στοίχημα με το χάρο μες το αγριεμένο βλέμμα τους.
Ο Γκουντούφας, ο Ίσαρης, ο Λέκκας, ο Αντωνιάδης, ο Φλαμής, ο Χατζημιχάλης, ο Παπαδάτος πριν ακόμα γίνουν επίσημοι αναβάτες των μεγάλων εταιρειών ήταν παιδιά που ερχόταν εδώ, αφού ετοίμαζαν τις μηχανές τους στην αυλή του σπιτιού τους. Μετέφεραν τις κόντρες τους στην ευθεία του λιμανιού κάθε νύχτα και έκαναν τις κυράδες να χάνουν τον ύπνο τους και τους συνταξιούχους να ωρύονται. Οι αγώνες ξεκίνησαν το ΄67 και οι Αυστριακοί Βέρχεσερ και Μαξ έκαναν το 1-2 με Μάτσλες. Μισό γύρο πίσω πρώτος Έλληνας ο Γ. Παπαδάτος.Στον δεύτερο αγώνα είδαμε ένα αέρινο δίχρονο 150άρι - Αερμάκι και ένα κακομαθημένο Σπανιόλικο Μπουλντάκο να δαγκώνουν τις γιαπωνέζες 500άρες και 750άρες και τα 450άρια Μάτσλες και να κάνουν το ένα - δύο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον δεκαοχτάρη τότε Κωστόπουλο πάνω σε μια νορμάλ 350άρα Suzuki χωρίς αεροδυναμική θωράκιση (φέϊρινγκς) να στέκεται εμπρός απ΄ τον πρωταθλητή Γαλλίας Ραβέλ - στον αγώνα του ΄69 - για δέκα ολόκληρους γύρους και έκανε Έλληνες και ξένους να τρίβουν τα μάτια τους. Ο Ραβέλ - μακρυμάλλης και αγέρωχος - που τρία χρόνια μετά διάβηκε την Γαλλική Αχερουσία αφού γκρεμίστηκε με μια Καβασάκι Φάϊτερ στα βουνά της Ωβέρνης. Εκείνο τον αγώνα καθώς και τον επόμενο τον 'καθάρισαν' Ιταλοί. Ο Περόνε με Μάτσλες 500 και ο Τραμπαλζίνι με Τζιλέρα 500 που στον προηγούμενο αγώνα ήταν τρίτος.
Ο Νίκος Γκουντούφας ο καλύτερος αναβάτης όλων των εποχών για τη ώρα μας έδειξε τα δόντια του στον αγώνα του ΄70 αλλά έπεσε νωρίς.
Ο Χατζημιχάλης στην ανάβαση έφερε καλύτερο χρόνο κατά 2' από το πρώτο αυτοκίνητο. Στη βρεγμένη Κέρκυρα του ΄70 οι Ιταλοί φάνηκαν πολύ διαβασμένοι αφού χάραξαν τις γραμμές τους απάνω στα φύλλα των δένδρων που είχαν συσσωρευτεί σε στρώματα κοντά στα ρείθρα του δρόμου καλυτερεύοντας τη πρόσφυση τους.
Σαν περνούσαν τα μηχανήματα τους έδειχναν με αρχοντιά αυτό που ήταν: απόλυτα όπλα. Στα δοκιμαστικά του Σαββάτου αυτής της χρονιάς ήμουν βοηθός κριτή στην θέση Κ1 δηλαδή λίγο πιο πέρα από την εκκίνηση προς το 'Ακταίον'. Όλοι έφυγαν μπροστά αλλά η κόκκινη 350άρα δίχρονη Χόντα του Χατζημιχάλη έμεινε ακίνητη χωρίς να μπορεί να 'βγάλει' ανάφλεξη. Αυτός μου έκανε σήμα να τον βοηθήσω σπρώχνοντας τον πράγμα που απαγορευόταν από τον κανονισμό. Δίστασα, αλλά το αίσθημα αλληλεγγύης προς τους ριψοκίνδυνους αναβάτες και το τσαμπουκαλίδικο ύφος του πρωταθλητή μας μ΄ έκαναν να αψηφήσω την απαγόρευση και να μπω μες την πίστα και βάλθηκα να τον σπρώχνω τρέχοντας.
Δεν πιστεύω να φοβάσαι... (με καθησύχασε, ενώ από το Καβαλιέρι ακούγονταν ο συριστικός ήχος του πρώτου μηχανήματος που κατέβαινε).
Όχι βέβαια! (απάντησα... ενώ με είχε κόψει κρύος ιδρώτας, γιατί είμαστε καταμεσής του δρόμου, λίγο πριν την είσοδο του ΝΑΟΚ).
Η Χόντα μετά λίγα δευτερόλεπτα έβηξε άγρια φτύνοντας κάπνα και φλόγες για να χαθεί προς τη Γαρίτσα, πήδηξα με τη ψυχή στο στόμα στο πεζοδρόμιο ενώ η πρώτη μηχανή ήταν στα 20 μέτρα. Ευτυχώς που δε φρέναρε... Γύρισα στο πόστο μου για να εισπράξω τις παρατηρήσεις του προϊσταμένου κριτή που ήταν γέροντας και τυπικός καθώς και τη χλεύη των παρισταμένων νεανίδων γιατί η λευκή φορεσιά μου είχε γίνει κατάμαυρη από πάνω ως κάτω από τα προϊόντα καύσεως της μηχανής.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω εδώ ότι οι ξένοι έφερναν μαζί τους άλλον αέρα και πιο πολιτισμένο κλίμα στους αγώνες τόσο με τον εξοπλισμό τους όσο και με την τεχνική τους. Δεν ήταν ανάγκη να μπει κανείς σε μηχανολογικές ή αεροδυναμικές λεπτομέρειες για να δει τις τεράστιες διαφορες, αρκούσε η εμφάνιση.Οι δικοί μας ήσαν ντυμένοι σαν αεροπόροι του Α΄ παγκοσμίου πολέμου παρά σαν αναβάτες αγώνων. Είχαν βαριά πέτσινα μπουφάν σαν αυτά του Μάρλον Μπράντο στον 'Ατίθασο' που έμπαζαν από παντού και φούσκωναν, αυγοειδή κράνη που έκλειναν με πέτσινες γκέτες στα πλαϊνά και άφηναν τον αυχένα ακάλυπτο και στρογγυλά γυαλιά οξυγονο-κόλλησης. Ο τρόπος που καβαλούσαν ήταν μεν ριψοκίνδυνος και εντυπωσιακός αλλά ούτε ασφαλής μήτε ο πιο γρήγορος ήταν.
Η επιρροή - έστω και οπτικά - στην Κέρκυρα με την ευρωπαϊκή εξέλιξη καθώς και το πάθος για ανταγωνισμό έφερε πρόοδο στην ελληνική μοτοσικλέτα. Χρόνο με το χρόνο μηχανές και άνθρωποι βελτιώνονταν.
Ο αγώνας ήταν βέβαια ανάμικτος και όλες οι κατηγορίες έτρεχαν μαζί σαν τ΄ αυτοκίνητα άλλωστε και όπως με είχε πληροφορήσει ο πάντα ενήμερος Πέτρος Καραλής το αγγλικό 'Motor Sport' παρομοίαζε μισοειρωνικά - μισοσοβαρά τη Κέρκυρα σαν μικρό Μαν. Σ΄ αυτό το νησί στο Ιρλανδικό κανάλι γίνεται εξάωρος αγώνας για όλες τις κατηγορίες και τύπους μοτοσικλέτας - Τράϊαλς, Εντούρο, Ρέϊσινγκ πίστας, Κρος, απλές Βέσπες - όλες μαζί ανακατωμένες κι όποιος αντέξει. Μια ακόμη ξένη βαρβάτη συμμετοχή ήταν στ΄ αυτοκίνητα αυτή του λάτρη της Κέρκυρας Γερμανού δόκτορα Μπους.
Το ΄64 με μια ασημένια με μαύρο καπό Πόρσε Καρέρα με ψυχή Άμπαρθ μπήκε επικεφαλής στον αγώνα μπροστά από την Τζάγκουαρ του Χρονίδη και τον Ραυτόπουλο να σπινάρει σφήνα στις στροφές πίσω τους.Ο αγώνας ήταν συναρπαστικός μέχρι που η Πόρσε έκαψε φλάντζες και άφησε την πρωτιά στο Γιάννη Χρονίδη που εκείνη τη χρονιά κατέκτησε το πρωτάθλημα νικώντας στον επόμενο αγώνα στο Τατόι τους Ραυτόπουλο και Ψίχα. (Το ρεκόρ γύρου εκείνης της χρονιάς του ταχύτατου Ραυτόπουλου κανένας μέχρι τώρα δεν το έχει γκρεμίσει ).
Δεύτερος τερμάτισε ο 'Νίνο' ο 'ιπτάμενος συμβολαιογράφος' με μια μπλε Τζουλιέτα. Αυτός ήταν και ο πρώτος Έλληνας που επιχείρησε να μετατρέψει μετά τρία χρόνια ένα απλό αυτοκίνητο σε πρωτοτάϊπ στα καλούπια της HF του Μουνάρι, κόβοντας οροφές, βάζοντας διπλά εμφανή ρολ μπαρ, αδειάζοντας θέσεις, προσθέτοντας πλαστικά αεροδυναμικά φτερά και αεροτομές και άνοιξε το δρόμο για την κατασκευή και προσαρμογή των ελληνικών πρωτοτύπων με τους Αντωνιάδη και Σάλιαρη που καθιέρωσαν την ειδική αυτή κατηγορία. Ο ιπτάμενος Ντίνος Σαμαρόπουλος χάθηκε κι αυτός εδώ και πέντε χρόνια σε κάποιο δρόμο προς τη Χαλκίδα.
Ο Δρ. Μπους τίμησε με τη συμμετοχή του τον αγώνα δύο ακόμα φορές χωρίς να διακριθεί ιδιαίτερα το ΄68 και το ΄70. Το εργαλείο του ’μπαρθ είχε αρχίσει να γερνάει, αλλά αυτός επέμενε συμμετέχοντας και στα Ακρόπολις με ένα γαλάζιο Φολκσβάγκεν 1600S.
Εκείνος αγώνας του ΄64 μπορεί να έχασε το ενδιαφέρον του στην κορυφή μετά τις εγκαταλείψεις των Μπους και Ραυτόπουλου αλλά πίσω έγιναν συγκλονιστικές μάχες ανάμεσα στις φευγάτες Τζούλιες, τα Κούπερ, τα κακομούτσουνα NSU PRINZ 4 (που είχαν τους αερόψυκτους κινητήρες σχεδιασμένους για το Afrika Corps και την έρημο) τα στρογγυλεμένα Σκόντα Οκτάβια και τα διαβολάκια 700άρια BΜW που είχαν στήσει τρελό χορό με νικητή τον Ειπώρχ. Τερμάτισε ακόμα και ένα πράσινο ατσούμπαλο Μόσκβιτς που οδηγήθηκε ηρωικά από τον Πετρουνάκο διευθυντή της Πρόκτερ & Γκαμπλ στην Ελλάδα. Το ίδιο αμάξι ήταν και το μοναδικό που είχε τερματίσει στο Ακρόπολις εκείνης της χρονιάς και ο οδηγός του είχε αναδειχθεί σε εθνικό ήρωα, μιας και εκείνο το εξοντωτικό ράλλυ είχε βγάλει άουτ μηχανήματα όπως εκείνη την περίφημη Μερσεντές του Μποέρινγκερ, το Ρόβερ 3000 του Ρότζερ Κλαρκ, την Πόρσε 911 Τ, του Τοϊβόνεν το Βολβο Αμαζόνα του Ούβε ’ντερσον, την Κορτίνα του Κ. Έρικσον και άλλους επαγγελματίες ραλίστες που τα μηχανήματα τους είχαν παραδώσει το πνεύμα στους θεούς των ελληνικών άγριων βουνών και ποταμών.
Το Ακρόπολις κέρδισε ο Τομ Τράνα με μια Volvo 5445 που το σκαρί της ήταν γλυπτό αριστούργημα. Τα σκληρότροχα Μόσκβιτς γνώρισαν μεγάλες πιένες στην αγορά μετά την επιτυχία - έστω στην τελευταία θέση - του τερματισμού.
Το ΄66 ήταν μια συννεφιασμένη Κυριακή μ΄ ένα συναρπαστικό αγώνα, η Αυγουστιάτικη βροχή δεν ήρθε αλλά τα μικρά αυτοκίνητα κέρδισαν πάλι τις εντυπώσεις.
Ο Σταύρος Ζαλμάς με το μαυροκόκκινο Κούπερ μπήκε μπροστά απ΄ την άλικη Τζάγκουαρ του Μαρκομιχελάκη (συζύγου της Χριστίνας Σύλβα και μεγαλογιατρού ιδιοκτήτη του ομώνυμου ιδρύματος) με οδηγό τον Κοτσώνη και με τον Γ. Ραυτόπουλο με το ασημί F12 να χώνεται πίσω τους σαν αθόρυβο σύννεφο. Στη μέση του αγώνα αφού ο Σταύρος εκείνη την ημέρα ήταν λύκος και οδηγούσε στα 10/10 ρίχνοντας άφθονα μήκη στους πάντες βρέθηκε πίσω από τον Τζώννυ που πήγαινε με μια Σέβυ V6 για να τον ντουμπλάρει, ο Γέρος εκδικητικά ξοφλώντας κάποιο λογαριασμό της περασμένης Πάρνηθας τον έκλεινε προκλητικά όλο τον υπόλοιπο αγώνα, το Κούπερ λυσσασμένα κατέβαινε με τους φανούς ιωδίου αναμένους την ευθεία της Γαρίτσας μάταια όμως. Ο έμπειρος Τζώννυ τον εκνεύρισε, έμεινε πίσω και ο Κοτσώνης τον έφτασε και τον πέρασε ένα γύρο πριν το τέλος για να πάρει την καρώ σημαία και να καταχειροκροτηθεί απ΄ το αδαές πλήθος που συνήθως υποστήριζε τα μεγάλα αυτοκίνητα.Το μαύρο ΄67 ο αγώνας έγινε σε μια καθαρή μέρα, ηλιόλουστη και γλυκιά, από ΄κείνες που μας έκαναν να ξεχνάμε έστω και για λίγο τη σκοτεινιά που είχε πλακώσει και που κάτι πανηγύρια σαν εκείνο που θα γινόταν την επόμενη εβδομάδα για την 'πολεμική αρετή την Ελλήνων και την συντριβήν των κομμουνιστοσυμοριτών', φέρναν θλίψη και εμετό. Η νεολαία συμμαζεύτηκε, 'κουρά αν χρω' στα σχολειά αρχαΐζουσα και οι μαθητές στην οικογενειακή εστία από τις 8 μ.μ. και είσοδος στα ακατάλληλα από 17 ετών και απάνω - πριν ήταν από 15 το όριο - που θεωρήθηκε από εμάς μεγαλύτερο αίσχος και απ΄ τα ξερονήσια.
Μάλιστα εκείνη την Κυριακή τα ήδη αναρτηθέντα πανώ με τα συνθήματα υπέρ της 'εθνοσωτηρίου επαναστάσεως' είχαν ανακατευθεί με εκείνα - τα διαφημιστικά - των εταιρειών και με τις αχυρόμπαλες και τα λάστιχα στις στροφές και το ντεκόρ απέπνεε μια μοναδική γελοιότητα.
Όλοι περίμεναν την κόντρα ανάμεσα στη λευκή βασίλισσα που μόλις είχε φτάσει απ΄ την Αμερική, την Στινγκ Ρέϋ, τη 'Στρίγγλα', του Τζώννυ Πεσματζόγλου και την Κόμπρα AC του Αγλούπα βγαλμένη απ΄ τα νυστέρια του Κάρολ Σέλμπυ.
Οι πιτσιρικάδες είχαν ενθουσιαστεί με το ανοιχτό ρόαντστερ και η πιάτσα όλη την εβδομάδα βούιζε για το που βρισκόταν και που άραζε το Αμερικάνικο φίδι. Μια όμορφη Ιταλίδα όμως η κόκκινη Αλφα GTA του Γιάννη Μεϊμαρίδη ήρθε να κλέψει την παράσταση και να πάρει τον αγώνα άνετα για ν΄ αναδειχθεί με το χρόνο στο πιο θρυλικό αυτοκίνητο των ελληνικών αγώνων.
Την Πολ - Ποτίσιον είχε μια ασημένια η ασημένια BMW 2000 TISA του Ειπώρχ που όμως άργησε στην εκκίνηση για να κυνηγάει με άγριες διαθέσεις - βγαίνοντας με τις μπάντες συνέχεια - το Μαύρο αλλά δεν μπόρεσε, κάποιο καπάκι την πρόδωσε. Πίσω η Στινγκ Ρέϋ δεν κατάφερε να προσαρμοστεί στον αγώνα ενώ η Κόμπρα βυθίστηκε στις τελευταίες θέσεις με τα τετρακόσια τόσα άλογα της πνιγμένα στους στενούς δρόμους και παρ΄ ότι φίλαθλοι και μη προσπαθούσαν να την ενθαρρύνουν δεν κατάφερε τίποτα. Όπως είπε κάποιος κορφιάτης ειδήμονας 'η εξάτμιση τση κόμπρας κάνει μόνο για να ψένει πατάτες'.Σ΄ αυτό τον αγώνα άρχισα να καταλαβαίνω κι εγώ ότι οι πραγματικές μάχες δεν γινόταν στην κορυφή αλλά αρκετά πίσω στα τραινάκια που σχημάτιζαν δυάδες, τριάδες, τετράδες, τα αυτοκίνητα μικρού κυβισμού - που μπορεί να αγοράσει ο καθένας - εκεί που έβγαιναν οι μελλοντικοί πρωταθλητές ή δοκίμαζαν τις πραγματικές τους δυνάμεις οι έμπειροι. Εκείνη τη χρονιά ο 'Μέλας' (Γιώργος Μεϊμαρίδης ) στάθηκε πεισματικά μπροστά απ΄ τον 'Υψηλάντη' (Αλέκο Μανιατόπουλο) με το ΤΤ και το Ντάτσουν 1600 του γερόλυκου Κουλεντιανού πέρασε στα φρένα του Δεσύλλα το στριγγλιάρισμα χιλιάρι του NSU TT του νεαρού και πολλά υποσχόμενου Λέκκα.
Την επόμενη χρονιά το ΄68 ήταν η σειρά του Ζαλμά να πάρει τη ρεβάνς. Ήταν η πρώτη χρονιά που είχαν πρωτοέρθει οι BWM 2002 τα αυτοκίνητα που θα σφράγιζαν μια εποχή σε όλη την Ευρώπη.Η λευκή Σνίτσλερ του Είπωρχ που έσπασε τα χρονόμετρα στα δοκιμαστικά, η κόκκινη Αλπίνα του Καπετανάκη, η γαλάζια του Σπυρίδωνα Τσιβινίδη, του ανθρώπου που δάνειζε το πηγαίο ταλέντο του ως κασκαντέρ στις σκηνές καταδιώξεως των ελληνικών φιλμ νουαρ της εποχής που είχαν ως πρότυπο το 'Μπούλιτ' με τον αξέχαστο Στηβ Μακ Κουϊν.
Στα δοκιμαστικά των μοτοσικλετών είχε συμμετάσχει και τοπικός μυστακοφόρος αναβάτης με μία γηραλέα BMW και με στολή Γερμανού μοτοσικλετιστή του ΄40 που αποκλείστηκε απ΄ τον αγώνα παρ΄ όλη την ευγενή προσπάθεια.
Στον αγώνα του ΄68 άνοιξαν οι κερκυραϊκοί ουρανοί λίγο πριν την εκκίνηση, τα φαβορί βούλιαξαν και τα πολύστροφα μικρά αυτοκίνητα διέπρεψαν. Το αγαπημένο μου γαλάζιο Ρενώ Γκορντίνι R8 του Γιώργου Κρητικού πετάχτηκε μπροστά με το Ζαλμά δεύτερο και οι BMW πίσω να προσπαθούν να βάλουν τα άλογα τους το δρόμο, η Στρίγγλα του Τζώννυ και η Άλφα του Μαύρου ήταν να τις λυπάσαι...
Ο Σταύρος Ζαλμάς πέρασε μπροστά μετά μερικούς γύρους για να μείνει εκεί μέχρι τέλος γλιστρώντας σαν να ήταν επάνω σε ράγες στις στροφές που τις έπαιρνε με χειρόφρενο (!!) όπως δήλωσε μετά ο ίδιος. Ένας άλλος νεαρός με ένα νορμάλ 1000άρι κουπεράκι τερμάτισε στην έβδομη θέση διασύροντας τις BMW. Ήταν ο μελλοντικός πρωταθλητής Γιώργος Μοσχούς που άρχισε να ξεδιπλώνει τις τεράστιες οδηγικές του ικανότητες.
Ο Σταμάτης Κόκοτας με την λευκή Τζάγκουαρ Ε Τάϊπ, πήρε τις αχυρόμπαλλες της Κοφινέτας παραμάζωμα κι έφθασε μέχρι την πύλη της Τροχαίας, τρομοκρατώντας το πλήθος.
Ανοίγοντας μια παρένθεση εδώ θέλω να θυμίσω ότι η Ε Τάϊπ του λαϊκού τροβαδούρου ήταν η ίδια που ΄χε νικήσει στη Ρόδο λίγους μήνες πριν με τον Ιωακειμίδη στο βολάν της και άνηκε στον Ι. Χατζημιχάλη γόνο της γνωστής Αθηναϊκής οικογένειας (κοσμήματα - ρολόγια Ωμέγα - κρασιά κ.λ.π.). Ο Ιωακειμίδης, λαϊκό παιδί αλλά και κλέφτης αυτοκινήτων είχε βάλει σε χοντρό λούκι τον Χατζημιχάλη, που τον είχε εισάγει στα κοσμικά σαλόνια και είχε ιδρύσει την πρώτη οργανωμένη αγωνιστική ομάδα την OMEGA RACING TEAM. Αυτός ο τύπος παρέσυρε τον φίλο του - που του τα ΄χωνε χοντρά - σε κάποια ληστεία εις βάρος ώριμης θελκτικής κυρίας (που σήμερα ως γεγονός δεν θα περνούσε ούτε στα ψιλά) με αποτέλεσμα να ξεσπάσει σκάνδαλο ολκής και η Τζάγκουαρ να ξεπουληθεί κακήν κακώς για να ταλαιπωρηθεί στα χέρια του αρχάριου τότε Κόκοτα αλλά και η κοινή γνώμη με πρωτοσέλιδα του τύπου, Ραλλίστες = αλήτες = τζιζ - μπουμ - κακά κ.λ.π.
Μετά τον αγώνα έκανα μια βόλτα στα πιτ που ήταν στο πεζοδρόμιο απέναντι από το Μποσκέτο, εκεί όταν είδα τους μηχανικούς βουτηγμένους στη λάσπη και στη κάπνα τα εξαρτήματα χυμένα φίρδην μίγδην και τις μηχανές λυμένες κατάλαβα καλά ότι αυτό που βλέπαμε ήταν μια αστραφτερή βιτρίνα και ότι ο πραγματικός αγώνας παιζόταν αλλού.Ο Ζαλμάς όμως ήταν και πάλι άτυχος. Έχασε τον αγώνα στα χαρτιά κατόπιν ένστασης του Κρητικού για το γκρουπ του Κούπερ και το R8 μετά το Τατόι πήρε το πρωτάθλημα στην κατηγορία του.
Το ΄69 το γρήγορο πολύχρωμο τσίρκο ξαναμαζεύτηκε με πολύ λίγες αλλαγές στη σύνθεση του. Ο Ανέστης με μια τερατώδη Ασημένια Σνίτσερ 2002 είχε σπάσει το συναγωνισμό στα δοκιμαστικά παίρνοντας την Πολ Ποζίσιον. Πίσω ο Μαύρος, η Στρίγγλα τρίτη και τέταρτος ο εκπληκτικός εκείνη τη χρονιά Υψηλάντης με ένα λευκό NSU 1200 TT 24βάλβιδο που την ατίθαση καρδιά του είχε χτίσει ο Σπιτς στη Γερμανία και το είχε κατεβάσει ο ίδιος στην Πάρνηθα πριν μερικούς μήνες προκαλώντας με τον στριγκό βρυχηθμό του το φάντασμα του μακαρίτη Φον Τριπς που το ρεκόρ του με μια Μερσεντές 300 SEL είχε στοιχειώσει το βουνό απ΄ τη δεκαετία του ΄50. Αλλά κάποιο από τα διπλά μπουζί του κλάταρε και το πνεύμα του Γερμανού Βαρώνου κοιμάται ακόμα ήσυχο.
Ο Ανέστης πάντα άτυχος δεν κατάφερε να ολοκληρώσει ούτε τρεις γύρους και ο Μαύρος μπήκε μπροστά από τον Τζώννυ για να μείνει μέχρι το τέλος στην κορυφή ο μικροκαμωμένος αθηναίος δανδής οδήγησε σαν προγραμματισμένο ρομπότ και θριάμβευσε. Στα μέσα του αγώνα έγινε το θαύμα. Το λευκό ΤΤ πέρασε μπροστά απ΄ την Στινγκ Ρέυ και έγινε το σώσε για μερικούς γύρους που τα 1300 κυβικά του ΤΤ άντεξαν καβάλα στα 7000 cm3 της Στρίγγλας. Θυμάμαι ακόμα ζωντανά την εικόνα απ΄ το νευρώδες μικρό αυτοκίνητο να κατεβαίνει τρελά την Καποδιστρίου με το πίσω καπό ανοιχτό με λάστιχα και μέσα να είναι ορατοί οι κύλινδροι έτοιμοι να εκραγούν απ΄ την υπερπροσπάθεια. Αυτό το έστω προσωρινό προσπέρασμα έχει μείνει στα ελληνικά αγωνιστικά χρονικά σαν μονομαχία Δαβίδ - Γολιάθ.Πιο πίσω έγινε ένας τρομερός αγώνας ανάμεσα σε δύο ζευγάρια οδηγών που άφησαν εποχή, στο πρώτο ο Μάκης Φωτιάδης με μια σκούρα Μπερλίνα 1750 S είχε στους προφυλακτήρες του το Όπελ Καντετ 1900 Ραλλύ του Μπάμπη Λιβιεράτου αγνώστου με το ψευδώνυμο 'Σιρόκο' - γαμπρού του Τζώννυ - που θέρισε τίτλους τα επόμενα χρόνια με την γαλάζια Αλπίν.
Λίγα δευτερόλεπτα πιο κάτω ο Σ. Ζουμπούλης με ΤΤ αγωνιζόταν να κρατηθεί μπροστά από τον Κορφιάτη που είχε κληρονομήσει το DKW του Ραυτόπουλου και πήγαινε σαν τον άνεμο αλλά του είχε σπάσει η τάπα του ρεζερβουάρ και οι σταγόνες της βενζίνης σχημάτιζαν ένα παράξενο τόξο στον αέρα.
Η κατάταξη στην κορυφή έμεινε η ίδια μ΄ αυτή της εκκίνησης, ο αγώνας ήταν χορταστικός και άφησε ικανοποιημένους ακόμα και τους ηλικιωμένους Κερκυραίους που γκρίνιαζαν επειδή ο αγώνας τους χάλαγε το κυριακάτικο πρωινό τους στου Ζήσιμου.
Ένας απ΄ αυτούς μάλιστα έχων άποψη επί παντός επιστητού σχολίαζε μεγαλόφωνα την ποιότητα των αμερικάνικων μηχανών μετά την ήττα της Κορβέτ ότι δηλαδή 'οι Αμερικανοί καλά θα κάνουνε να πάνε να μαζέψουν τα καλαμπόκια τους παρά να σιάχνουνε τέτοια κάρα που τα περνάνε ως και τα κατσαριδάκια και που να δεις τι κάζο θα γένει τώρα που φτάνουνε τα ρούσικα'. Αυτά και άλλα όμορφα αντιιμπεριαλιστικά έλεγε ο ηλικιωμένος φίλος για να διαψευσθεί οικτρά την επόμενη χρονιά.
Το ΄70 είχε γεμάτο πρόγραμμα δοκιμαστικά στην Ανάβαση της Τρουμπέτας την Παρασκευή τ΄ απόγευμα, αγώνες ανάβασης το πρωί του Σαββάτου δοκιμαστικά του σιρκουί μοτό και αυτοκινήτων Σάββατο απόγευμα και τελικοί την Κυριακή το πρωί, με λίγα λόγια Πανδαισία για την παρέα των κερκυραίων εφήβων που είχαν μαζευτεί στη σύσκεψη κριτών. Την Παρασκευή το πρωί στο Ολυμπίκ, δίπλα μας είχε καθίσει ο Αυστραλός Μακντόναλντ για να υπογράψει το δελτίο συμμετοχής του, η ευγενική και ήρεμη μορφή του ξανθού νέου θα χανόταν για πάντα μερικές ώρες μετά.
Κάποιοι απ΄ την ίδια κερκυραϊκή παρέα με περισσό θράσος ανέβαιναν το βουνό μαζί με τους αγωνιζομένους σε νυχτιάτικες αναγνωριστικές με τ΄ αυτοκίνητα των πατεράδων τους όλη τη διάρκεια της εβδομάδας έτσι ο Νίκος Μάνεσης με ένα Σιτροέν Μεχαρί και ο Έντυ Τσαρουγκιάν με ένα Πεζώ 404 προσπάθησαν με δεξιότεχνα ανάποδα τιμόνια να πλησιάσουν τους χρόνους των αγωνιζομένων. Στον αγώνα της Τρουμπέτας ο Τζώννυ επικράτησε άνετα και δικαίωσε το παρατσούκλι του ως 'Γέρος των Βουνών'. Πίσω του είχε τον Παύλο Μαδεντζή, φοιτητή απ΄ την Αγγλία που είχε φέρει το πρώτο Έσκορτ RS 2000 στους ελληνικούς δρόμους.
Για το σιρκουί ο συναγωνισμός προβλεπόταν φοβερός υπήρχαν έξι 2002 στο γκρουπ 6 με τα καλύτερα ονόματα. Ο Γιώργος Μοσχούς με την ασπρόμαυρη Ελεκτρόνικα βγαλμένη απ΄ τα χέρια του μαέστρου Τζοβάνι Ραγκούζα, ο Κοτζαμάνης νικητής της Ρόδου με Αλπίνα, ο Ανέστης με τη Σνίτσλερ, ο Τσινιβίδης με τη γαλανόλευκη Αλπίνα, ο Κόκοτας με την πρώην του Καπετανάκη πουσαρισμένη απ΄ τον Σπανό, κι ο Τσαβός με μια πορτοκαλιά ΤΙ φτιαγμένη από τα χέρια του.
Ο Φωτιάδης μόλις είχε φέρει την GTAM - Αμερικάνα. Ο Μαύρος με το κόκκινο τρένο, ο 'Νίνο' λανσάριζε το πρώτο ελληνικό πρωτότυπο και ο Διονυσόπουλος κατέβαινε με το πρώτο αξιοπρόσεκτο γιαπωνέζικο, μια ασπροκόκκινη Τσέλικα 2000.Η καταρρακτώδης βροχή της Κυριακής όμως έφερε τα πάνω κάτω, ο Τζώννυ με 'λάστιχα βροχής' και φορώντας κάτι αρχαίες ελαφριές μαύρες ζάντες πετάχτηκε μπρος απ΄ την Ελεκτρόνικα που είχε την Πολ για να μείνει σε πείσμα των BMW που τον κυνήγησαν ανελέητα σταθερά πρώτος μέχρι το τέλος του αγώνα.
Πρώτος 'έπεσε' ο Μοσχούς που αναπτύσσοντας τεράστια ταχύτητα - πάνω από 210 χλμ - πριν τη ΝΑΟΚ έφυγε με σάλτο στο κατήφορο και προσγειώθηκε με πάταγο στο ύψος της σκάλας του δημάρχου για να εγκαταλείψει αφού του... κόπηκε η τρόμπα λαδιού. Ο Τσινιβίδης μετά όρμηξε τρελά πίσω απ΄ τη 'Στρίγγλα' σταυρώνοντας τα χέρια σε συνεχόμενα ανάποδα και πραγματοποίησε μια από τις πιο θεαματικές εμφανίσεις που είδε ποτέ η Κέρκυρα εις μάτην όμως, εγκατέλειψε κι αυτός την υπερθέρμανση. Ο Κοτζαμάνης βγήκε απ΄ τη μάχη από νωρίς γιατί είχε ξεκινήσει με στεγνά λάστιχα και τέλος ρίχτηκε στο κυνήγι ο Κόκοτας - που είχε ξεκινήσει τελευταίος γιατί δεν είχε λάβει μέρος στα δοκιμαστικά - αλλά ώριμος πια έκανε τρομερή προσπάθεια καταπίνοντας την τεράστια διαφορά αφού ξανακέρδισε το ντουμπλάρισμα που του είχε κάνει ο Τζώννυ συντρίβοντας τα ρεκόρ γύρου σταδιακά τον έφερε σε απόσταση βολής κι αν ο αγώνας είχε μερικούς γύρους ακόμη θα τον έπαιρνε στα σίγουρα.Ο Τζώννυ άξιζε τη νίκη αφού στέγνωσε - με την πλάγια φιδίσια εξάτμιση του - κυριολεκτικά την υγρή άσφαλτο, νικώντας την ολισθηρότητα και τις ευαίσθητες Γερμανίδες 2002 που ήταν μια 'χούφτα δέκατα' αργότερες απ΄ τη Στρίγγλα και ένιωθε την καυτή τους ανάσα μιάμιση ολόκληρη ώρα.Την ίδια χρονιά σαν γνήσιος φίλαθλος ταξίδεψα να δω το Τατόι που πήρε ο Μαύρος, ο αγώνας ήταν θεαματικός αλλά δεν είχε την άγρια ομορφιά της Κέρκυρας. Το ΄71 ήταν η χρονιά του Μοσχού που πάνω στην Ελεκτρόνικα έκανε το νταμπλ Ανάβαση και Αγώνα που πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά Ιούνιο για να γίνει η μοιραία Ρόδος το Σεπτέμβρη που έμελλε να είναι και ο τελευταίος αγώνας εκτός πίστας στη χώρα μας.
Αυτό το τελευταίο το έχασα όντας μαθητής στην Αθήνα δεν κατάφερα να το σκάσω και προσπάθησα να τον παρακολουθήσω με τηλεφωνική συνδιάλεξη διαρκείας από φίλο μου που μου αναμετέδιδε τις εικόνες σαν σπορτσκάστερ.
Η νεανική παρέα των 'βοηθών κριτών' δεν ξαναμαζεύτηκε πια σαν οργανικό τμήμα του αγώνα. Ο βασικός της πυρήνας όμως παρέμεινε δεμένος και σήμερα οι περισσότεροι είναι εκλεκτοί και επώνυμοι κερκυραίοι. Ένας απ΄ αυτούς δεν υπάρχει πια, ο ακριβός φίλος μου Αρσάκ Μαρκοσιάν, που μοιραζόμαστε για χρόνια το ίδιο θρανίο και συνάντησε το πεπρωμένο του εδώ και 16 χρόνια πάνω στην αγαπημένη του μοτοσικλέτα (στη μνήμη του άλλωστε αφιερώνω και τούτες τις γραμμές). Αυτές είναι κάποιες από τις ελάχιστες θύμησες που κράτησα από την αυγουστιάτικη γιορτή της Κέρκυρας. Δυστυχώς δεν μου έμεινε κανένα έντυπο, ολόκληρη σειρά από 'Αuto Express' και 'Βολάν' και 'I.X. αυτοκίνητο', θυσιάστηκαν στον Μολώχ των ιδεολογικών αναζητήσεων σε μια αλλαγή που έκανα για μια μεταχειρισμένη 'Παγκόσμια ιστορία' στο βιβλιοπωλείο του Σπανού μιας και αρχές του ΄70 άλλα ενδιαφέροντα πιο σημαντικά και άλλα ερωτήματα εισέβαλλαν εκβιαστικά στο μυαλό και τη συνείδηση.
Αν έκανα κάποια λάθη στις ημερομηνίες και τα ονόματα ας με διορθώσει όποιος τα θυμάται καλύτερα γιατί ούτε σημειώσεις είχα κρατήσει τότε που πίστευα - όπως οι περισσότεροι νέοι - ότι η μνήμη σε ακολουθεί σαν πεισματάρα σύζυγος.
Καλό βέβαια θα ήταν να ξαναφέρουμε τον αγώνα ή κάποιο μηχανικό ασφάλτινο αγώνα στην Κέρκυρα (αυτή η υδάτινη φόρμουλα εμένα προσωπικά δεν με εμπνέει καθόλου) απ΄ ό,τι γνωρίζω υπάρχουν ακόμη ευρωπαϊκές και αμερικανικές πόλεις που κρατάνε αγώνες με πρώτο και καλύτερο το Μονακό. Έχω παρακολουθήσει στο 1976 το συγκεκριμένο αγώνα και τολμώ χωρίς ίχνος εθνικιστικής μεροληψίας να πως ότι δεν έχει μεγάλες διαφορές σαν διαδρομή από την Κέρκυρα. Η ποιότητα του ασφαλτοτάπητα, τα μέτρα και οι μπάρες ασφαλείας είναι πράγματα που γίνονται για να προσθέσω ότι το πριγκιπάτο ζει τις 364 μέρες του χρόνου γι΄ αυτό τον αγώνα και απ΄ αυτόν έχοντας μια καταπληκτική οργάνωση και δομή. Κι αν οι μεγάλες ιπποδυνάμεις δεν είναι πια βατές στους δρόμους μας ας γίνει κάποιος μικρότερος αγώνας, όπως η κοντινή ιταλική φόρμουλα 3 (που τρέχει και ο Έλληνας Νικολούζος) ή καρτ ή 125άρες μηχανές, ας γίνει μόνο η ανάβαση, ας γίνει κάτι τέλος πάντων που θα φέρει και έσοδα και φήμη και θα μας βγάλει απ΄ το τέλμα των στατικών πανηγυριών. ’ποψη μου είναι να κυνηγήσουμε κάποιον από τους διπλούς αγώνες του πρώην DΤΜ (νυν ITC) που γίνονται με αυτοκίνητα τουρισμού έχουν πανευρωπαϊκό ενδιαφέρον και ο ανταγωνισμός των επίσημων εταιρειών είναι τεράστιος. Αλλά για να γίνει κάτι πρέπει να ξεκινήσει κάποια δραστηριότητα να ιδρυθεί ένας τοπικός αγωνιστικός όμιλος που ν΄ αρχίσει από κάτι απλό που μπορεί να συμμετάσχει ο καθένας όπως π.χ. μια δεξιοτεχνία ή έστω ένα κυνήγι θησαυρού με στοιχεία ράλλυ όπως γίνεται ακόμα στην Πάτρα, όπως γινόταν σε πολλές επαρχιακές πόλεις. Πριν εισβάλλουν τα κουτιά που ξεκουτιαίνουν και τα πολυκαταστήματα για την επιβεβαίωση της ηλιθιότητας του καταναλωτισμού - τότε που τα χειμωνιάτικα σαββατοκύριακα ακόμα έλαμπαν κι ο καθένας ήξερε τον άλλο με το μικρό του όνομα και τα βλέμματα ήταν απλά και καθαρά...
Υστερόγραφο: Μετά από είκοσι χρόνια η ΕΛΠΑ πρότεινε στον Δήμο Κερκυραίων την συνδιοργάνωση ενός αγώνα του Εθνικού Πρωταθλήματος Formula 3. Αντιπροσωπεία της ΕΛΠΑ που επισκέφθηκε την πόλη της Κέρκυρας δήλωσε ευχαριστημένη από τους δρόμους και πρότεινε οι αγώνες να γίνονται τα επόμενα πέντε χρόνια.
Το κόστος της διργάνωσης είναι 103 εκατ. από τα οποία τα 73 είναι για την κατασκευή των δρόμων και τα 30 για την όλη διοργάνωση που θα αναλάβει η DEMA, ο επίσημος φορέας που έχει αναθέσει η ΕΛΠΑ τη διοργάνωση των εθνικών αγώνων η οποία αναλαμβάνει να φέρει 120 κριτές και χρονομέτρες, γιατρούς, ασθενοφόρα, γερανούς αλλά και τη διαφήμηση των αγώνων σε εθνικά και ευρωπαϊκά ΜΜΕ.
Η διαδρομή που προτάθηκε είναι περίπου η ίδια με την πλαιότερη: Εκκίνηση από Μποσκέτο ακολουθώντας την οδό Ελευθερίας, Λεωφόρο Δημοκρατίας, Λεωφόρο Αλεξάνδρας με στροφή από την κολώνα του Ντούγκλα, Ριζοσπαστών Βουλευτών, Ασπιώτη -μπροστά από Ορφέα-, οδός Ακαδημίας, Καποδιστρίου, Δούσμανη -και πιάτσα ταξί Πάνω Πλατείας- και εσωτερική στροφή από το Πάρκινγκ.
Ας σημειωθεί τέλος, ότι η πρόταση αυτή της ΕΛΠΑ κατατέθηκε πέρυσι τον Σεπτέμβριο, δίχως έως σήμερα το Δημοτικό Συμβούλιο Κερκυραίων να απαντήσει οριστικά...'πηγη: oasis.fortunecity.com
Κείμενο για το σιρκουί της Κέρκυρας