-
Αν θυμάμαι καλά το είχα ξαναβάλει πριν 5-6 χρόνια αλλά έχει χαθεί πλέον, το αναβάθμισα με λίγο φρεσκάρισμα και το ξανασερβίρω, σαν ξαναζεσταμένο φαγητό.
Της αυτοκίνησης τα χρόνια τα ασπρόμαυρα
και όπως τα έζησα στα συνεργεία του Πειραιά και της Αθήνας από τα 9 μου μέχρι τα 18 αλλά και μετέπειπα από πολλά χρόνια με διαλύματα, και πως αυτά με στοιχειώνουν ακόμα λίγες ημέρες πριν τα 71 μου.
Στα χρόνια τα ασπρόμαυρα της αυτοκίνησης στη χώρα μας, στα χρόνια τα μετεμφυλιακά που η πείνα, η έλλειψη καταλύματος με ανθρώπινες συνθήκες, η έλλειψη εργασίας, το χαμηλό βιοτικό και πνευματικό επίπεδο, η ιλιγγιώδης αύξηση της αστυφιλίας για λόγους που δεν είναι του παρόντος πονήματος, όπου στους περισσότερους δρόμους της εποχής κυριαρχούσε το χώμα το καλοκαίρι και η λάσπη τον χειμώνα, τότε που τα αυτοκίνητα ήτανε χάροι με ρόδες, τότε που αυτοί οι σιδερένιοι χάροι ούτε στα καλύτερα τους όνειρα δεν μπορούσαν να φανταστούν πως μετά από 40-50-60 χρόνια θα στοίχειωναν τα όνειρα κάποιων που επιμένουν σήμερα, όντας μέσα στο τεχνικολόρ και στα απίστευτα κινητά, στα I phone, I pad και στα GPS, να θέλουν να επιστρέφουν νοερά και με δόσεις, εκεί, σε εκείνα τα χρόνια τα ασπρόμαυρα.
Στα χρόνια της βόλτας και του πασατέμπου, του νυφοπάζαρου και του καλοκαιρινού φτηνού σινεμά που οι ξεθωριασμένες αναμνήσεις των τότε πιτσιρικάδων τους φέρνουν νοερά στον Μαρτσέλο Μαστρογιάννη, την Άννα Μανιάνι, τις βέσπες και τα διάφορα FIAT να γυρίζουν γύρω από το Κολοσσαίο στη Ρώμη και στα σιντριβάνια της, ή τον δικό μας Ανδρέα Μπάρκουλη με το Skoda Octavia κάμπριο πηγαίνοντας προς το Σούνιο με τα κορίτσια φορώντας φουρό να κάθονται επάνω από το πίσω κάθισμα στην άκρη του πόρτ-μπαγκάζ με τα μαλλιά να ανεμίζουν, ή την Μιράντα Κουνελάκη με το κάμπριο Fiat 1500, εικόνες και σήμα κατατεθέν του Ελληνικού και του Ιταλικού ασπρόμαυρου κινηματογράφου σε μια προσπάθεια αντιγραφής των ανέμελων χρόνων της άλλης άκρης του Ατλαντικού, του μίλκ σέικ και του ροκ εντ ρόλλ με τα Juke Box και τα φορητά πικάπ με τα 45άρια δισκάκια στα beach parties και των surf στις ακτές της Καλιφόρνια της 10ετίας του΄50.
Tα αυτοκίνητα ήταν και αυτά σίδερα μιας απλής ή και βαρύγδουπης φόρμας και μορφής, σίδερα και εξαρτήματα ατάκτως εριμμένα και μονταρισμένα. Ο ποιοτικός έλεγχος της παραγωγής στα σπάργανα έως ανύπαρκτος, οι εργαλειομηχανές πρωτόλυες, οι αυτοματισμοί όνειρο χαμένο στα μυαλά των μηχανικών, η παθητική ασφάλεια σε ακόμα χειρότερη μοίρα, οι ποιότητα κατασκευής και η σχετική στεγανοποίηση της καμπίνας απλά ήταν στο περίπου, πέρναγες από χωματόδρομο με κλειστά τζάμια και το χώμα που έμπαινε ήτανε τόσο, που έγραφες με το δάχτυλο υπερήφανα επάνω στη σκόνη που καθόταν στο σιδερένιο ταμπλό τoυ Ford Taunus και ζωγράφιζες και την υδρόγειο που είχε για σήμα εμπρός στο καπό.
Τα 6βολτα φώτα τους ίδια σε ένταση με τα καντήλια του κυρ-Μανώλη του καντηλανάφτη, 30/40 watt με καθρέφτες θολούς που άπλωναν αντί να συγκεντρώνουν την αδύναμη δέσμη, πήγαινες ταξίδι και οι πυγολαμπίδες που έπαιζαν το ρόλο των φώτων στα φτερά φώτιζαν την άκρη του δρόμου για να βλέπεις τα γκρέμια ή τις τάφρους που ζητούσαν να κατασπαράξουν το θεριό που τόλμησε να βγει βόλτα νυχτιάτικα. Όταν ήρθαν στα χρόνια του ΄60 τα φώτα τύπου sealed beam της General Electric είδαμε το φως το αληθινό, μετά η τεχνολογία πήρε πια το δρόμο της μέχρι τα σημερινά Xenon, bi-xenon και LED.
Ζήταγες τότε λάμπα από τον βενζινά στην επαρχία για το πίσω φανάρι και σε ρώταγε 6 ή 12 Volt ? 12 volt του έλεγες και σε ρωτούσε άνω ή κάτω σκάλα, ήτανε βλέπεις διπλό το νήμα της από τότε για την πορεία και τα stop, 15/5 watt, τεχνολογία παιδί μου τι να λέμε τώρα, 6βολτα ήτανε οι Σκαραβαίοι, κάτι Ford Ταunus και άλλα Αγγλογερμανικά τεχνολογικά και αστραφτερά οχήματα της εποχής, πολύ αστραφτερά, βαμμένα με χρώματα Duco για τα ακριβά αμάξια της εποχής, Jaguar, Mercedes, Alfa Romeo,Triumph, Singer κλπ, και Dulux για τα πιο δεύτερα, τα λαϊκά, κάτι Φιατάκια, Simca, Renault, Peugeot, Ευρωπαϊκά Ford, Austin, Morris, VW κλπ.
Όσοι οδηγοί ήτανε της περιπέτειας, είχανε πάντα στο ντουλαπάκι τους 2 φακούς και 12 μπαταρίες τετράγωνες BEREC για τα βλέπουνε να αλλάζουν κάθε 50-60 χλμ λάστιχο, βλέπεις ακόμα τα Radial και τα μοντέρνα υλικά που έδωσαν αντοχή και κράτημα στα ελαστικά δεν υπήρχαν ούτε στη σφαίρα της φαντασίας του εφευρέτη τους.
Που να τολμήσεις να πας στη Λιβαδειά για το ονομαστό τότε καλαμάκι – σουβλάκι της εποχής μέσα στα μαύρα σκοτάδια από το παλιό δρόμο ακόμα με τις λακκούβες χωρίς 3-4 λάστιχα μαζί σου, λάστιχα απίθανα, αληθινά μαύρα λαστιχένια κουλούρια υψηλού προφίλ 80 και άνω, τυλιγμένα γύρω από 4 θεόβαρες σιδερένιες ζάντες με τεράστια αντοχή για να αντιμετωπίζουν τα πηγάδια των τότε δρόμων, καλά για το πέλμα δεν το συζητάω, ίσιο ψαροκόκαλο στις στροφές με παραμόρφωση ιστιοπλοϊκού στα δευτερόπρυμα και με κράτημα βούτυρου σε πάγο, τα δε αμορτισέρ ήταν ξηράς τριβής με δίσκους ή υδραυλικά με μοχλικό στα τελευταία Αγγλικά κυρίως μοντέλα, το ξανάκανε το σύστημα μόδα η Suzuki πριν λίγα χρόνια σε κάποια μοτοσικλέτα της.
Και φρένα, βέβαια ! κάτι ταμπούρα να με το συμπάθεια, και με υδραυλικά κυλινδράκια παρακαλώ, όχι σαν κάτι παλαιά αμάξια με συρματόσχοινα, πχ σαν τα Τζέϊμς ( GM ) του στρατού, εμ τι νόμιζες ?
Εδώ έχουμε τεχνολογία, πάταγες φρένο από την ιλιγγιώδη ταχύτητα των 60 χλμ με 4 άτομα μέσα και οι ρόδες από την άνιση κατανομή στη διάρκεια του φρεναρίσματος είχαν τόσο ισχυρή τάση αυτονόμησης που έλεγες, δε μπορεί, η ελευθερία ανακαλύφθηκε από τις ρόδες των αυτοκινήτων, η κάθε μια είχε και το δικό της μπαϊράκι, να φρενάρεις και να θέλουν να πάνε στα 4 σημεία του ορίζοντα, όταν δε τα ταμπούρα ζεσταινόντουσαν, ξεχείλωναν και γινόντουσαν σαν αυγό υπερφυσικής στρουθοκαμήλου και τότε ήταν που το ρημάδι δε σταμάταγε με τίποτα, και αν δεν ήταν οι πάστες στις σιαγώνες από αμίαντο και ήταν από τα σημερινά υλικά που λιώνουν στους 200ο Κελσίου το γκρέμι ή το δένδρο ήταν πάντα εκεί να σε υποδεχτούν, ας είναι καλά ο αμίαντος των τότε υλικών τριβής που είναι το ιδανικό υλικό τριβής και κράταγε ψηλά τη σημαία της αντοχής έχοντας και πολύ υψηλό συντελεστή τριβής.
Ε ! με τέτοια φρένα δεν ήθελες και πολύ για να πας κατά σύννεφα μεριά κάνοντας παρέα με τους αγγέλους, ειδικά αν βρισκόσουνα σε κανένα βουνό με τη γκόμενα και ήθελες να το παίξεις Φάντζιο και δεν ήσουνα υποψιασμένος με τις αντοχές που είχε το όλο σύστημα, τα γκρέμια τότε σε παραφύλαγαν κλείνοντας σου το μάτι απειλητικά, εξ ου και τα καντηλάκια με τα εκκλησάκια σε όλα τα χρώματα και σχήματα, από απλό εκκλησάκι επάνω σε βραχάκι μέχρι μητροπόλεις με τις βασιλικές τους γερά στερεωμένες σε χοντρά κοντάρια, στέρεα αρχιτεκτονήματα που μαρτυρούσαν περίλαμπρα την απώλεια του μεταστάντος, με φρέσκα ή με ξεραμένα στεφάνια γύρω τους, ανάλογα με την εποχή και την απόσταση του χρόνου της ανάνηψη στους ουρανούς από τον τυχερό σωφέρ.
Τα μικρά αυτά λαϊκά αρχιτεκτονήματα υπήρχαν σε όλες τις … δύσκολες διαδρομές όπως η περίφημη Κατάρα που είχαν κατηφορικές φουρκέτες... τα ίδια δείγματα της αγιοσύνης και της πίστης του λαού μας υπάρχουν ακόμα σε όλο το οδικό δίκτυο για να μας υπενθυμίζει ότι σήμερα που έχουν λυθεί όλα τα τεχνικά προβλήματα της 1ης, 2ης, 3ης και 4ης νιότης της αυτοκίνησης οδεύοντας πια προς την ηλεκτροπληξία, η ανίκητη βλακεία συνεχίζει να σέρνεται στους επικίνδυνους Ελληνικούς δρόμους προκαλώντας αδικαιολόγητη εκατόμβη.
( Παρένθεση ) Ο καλός θεός όταν έφτιαξε τον Έλληνα οδηγό από οργή που δεν βάζουμε μυαλό έσπασε το καλούπι του, άρα ο Έλληνας οδηγός είναι μοναδικός έχοντας εντελώς δικά χαρακτηριστικά που δεν αναλύονται από τους επιστήμονες, μια ακόμα δικής μας πρωτιά, άξιοι, άξιοι. ( κλείνει η παρένθεση )
Οι πιο πολύ θάνατοι στα ατυχήματα της εποχής είχαν σημειωθεί από καρδιακές προσβολές γιατί το ρημάδι από 80 χλμ σταμάταγε μετά από 224 μέτρα. Ευτυχώς που 1η η Jaguar έβαλε το 1954 τα πρώτα δισκόφρενα στα αυτοκίνητα που μέχρι τότε τα χρησιμοποιούσαν τα αεροπλάνα και άνοιξαν τα μάτια των σχεδιαστών της εποχής, στη συνέχεια η πάντα πρωτοπόρος Renault τοποθέτησε δισκόφρενα και στους 4 τροχούς κάνοντας το R8 το 1ο αυτοκίνητο παραγωγής παγκοσμίως που είχε 4 δισκόφρενα, μετά τα πράγματα πήραν το δρόμο τους, όχι πως σήμερα τα αυτοκίνητα δεν υποφέρουν από τα φρένα τους, απλά το θέμα είναι οικονομικό και όχι τεχνικό.
Τα μπόσικα δε σε όλο το σύστημα διεύθυνσης στα αυτοκίνητα εκείνης της εποχής ήτανε στην 1η ζήτηση, τα τιμόνια είχανε την ακρίβεια της λαγουδέρας σε ψαρόβαρκα με αέρα 8 μποφόρ, έστριβες εδώ και άκουγε εκεί, κάπου 15 μέτρα πιο κάτω, πήγαινες ευθεία και το τιμόνι το έκανες 30ο δεξιά - αριστερά για να είσαι μέσα στα όρια της άσπρης πλαστικής γραμμής που όταν ψιχάλιζε γλίστραγε σαν να την είχες αλείψει με γράσο, άλλωστε το πετρελαιοειδές αυτό ζελεδάκι ήταν της μόδας εκείνα τα χρόνια μιας και κάθε τόσο τα ρημάδια ήθελαν παντού γρασάρισμα, το σύστημα διεύθυνσης ήταν το απάυγασμα της τεχνολογία εποχής, ατέρμονας με κοχλία με ακρίβεια κατεργασίας πολλών mm κατασκευασμένα από υλικά που μετά από μερικές δεκάδες χιλιάδες χλμ αποκτούσαν τόσο τζόγο που τα αυτοκίνητα κινούνταν σαν μεθυσμένα με τους οδηγούς να στρίβουν το τιμόνι συνεχώς δεξιά – αριστερά για να κρατούν στην ευθεία το σιδερικό με τις 4 ρόδες.
Το σαλόνι ήτανε κάτι τριθέσιοι καναπέδες, που όταν έστριβες - ζωηρά – ( τρόπος του λέγειν ζωηρά ) ταξίδευες επάνω τους γλιστρώντας σαν σαπούνι στη μπανιέρα, το σιδερένιο ταμπλό, τα σιδερένια πόμολα στις πόρτες και τα επίσης σιδερένια χερούλια στα παράθυρα καθώς και οι κρέμ κοκάλινοι διακόπτες στο ταμπλό σε κοιτούσαν δολοφονικά και περίμεναν πότε θα σκάσεις επάνω τους για να σε στείλουν αδιάβαστο, κι όμως, μετά από 40+ χρόνια το μεταλλικό ταμπλό έγινε must πινελιά στο Fiat Coupe. Σχεδιαστικός παλιμπαιδισμός θα μου πεις, πούλησε όμως.
Τα φινιστρίνια στις μπροστινές πόρτες άνοιγαν μερικές μοίρες και είχαν κάτι κλείστρα λες και ήταν καριοφίλια, έτσι και έβρισκε εκεί το κεφάλι σου άνοιγε σαν ώριμο καρπούζι, οι θήκες στις ταπετσαρίες στις πόρτες ήταν με λάστιχο και χώραγαν μόλις ένα χάρτη και ένα μολύβι ίσα για να μη χαθείς στους γύρω χωματόδρομους και τα αμπέλια, επίσης έβαζες και μια μικρή κίτρινη πετσέτα καθαρισμού για το σιδερένιο ταμπλό, σήμερα δεν νοείται σοβαρό αυτοκίνητο χωρίς GPS τρομάρα μας.
Στο ταμπλό του πρώτου σκαραβαίου φιγουράριζε και ένα ανθοδοχείο, η χιτλερική τότε Γερμανία ήθελε να μας δείξει την άνοιξη κάνοντας μαύρο χιούμορ, άλλος παλιμπαιδισμός των σχεδιαστών από τη Γερμανία πάλι και αυτή τη φορά, στον καινούριο – μόνο στο όνομα – σκαραβαίο, βάλανε πάλι το ανθοδοχείο, αυτός ο λαός ρε παιδί μου όταν δεν κάνει πόλεμο και θέλει είναι πολύ ποιητικός, τρομάρα τους.
Οι καθαριστήρες ήταν μιας ταχύτητας, 15 εκ λαστιχένιας λουρίδας που με το ένα χέρι οδηγούσες και με το άλλο κρατώντας το πετσί σκούπιζες μια έξω και μια μέσα για να ξεθολώνει το τζάμι, και βέβαια είχε εξαερισμό η καμπίνα καθώς έμπαζε από παντού, αλλά τα χνώτα των επιβατών από την αγωνία τους για το αν θα στρίψει ή αν θα φρενάρει το ρημάδι θόλωναν τα τζάμια στο τεχνολογικό καμάρι της αυτοκρατορίας της Γηραιάς Αλβιόνας, άσε που έπρεπε να είχες μέσα βαλίτσα με κουβέρτες για να μοιράζεις στους επιβάτες όταν η εξωτερική θερμοκρασία ήτανε κάτω από τους 10ο αφού έμπαζε από παντού κρύο και νερά, κυρίως από τις τρύπες των πεντάλ και το χειρόφρενο στο πάτωμα, ναι είχε κι απ΄αυτό, και έπιανε μόνο στη μία πίσω ρόδα.
Έβλεπε η μάνα σου τη βαλίτσα με τις κουβέρτες και φώναζε γιατί νόμιζε ότι χώρισες, Α ! γιόκα μου, καλά έκανες και την παράτησες την ανεπρόκοπη, στο έλεγα εγώ, αυτή δεν είναι για σένα.
Ρε μάνα της έλεγες, βόλτα θα πάμε με τους συνάδελφους από τη δουλειά, τίποτα η γριά, δεν καταλάβαινε από βόλτες με την κούρσα, το μυαλό της πάντα στο κακό για το γιόκα της, το καμάρι της, αθάνατη Ελληνίδα μάνα που ο καλός θεός μετά από το καλούπι του Έλληνα σωφεράτζα έσπασε και το δικό σου καλούπι μετά από τη δημιουργία σου.
Ρε τι είμαστε εμείς οι Έλληνες ? Ούτε οι θεοί δε μας θέλουν.
Τα ηλεκτρικά των οχημάτων του ’50 ήτανε μια σοφιστικέ εγκατάσταση όλη κι όλη 10 καλωδίων, 1 για τη μίζα, 1 για το δυναμό, 2 από την μπαταρία, 4 για τα φώτα, άντε και κανά δυό παραπάνω αν η κούρσα ήτανε ακριβή και είχε και φλας στο εξωτερικό πλάι της κολώνας σαν το χέρι του καραγκιόζη προειδοποιώντας να κάνουν στην πάντα γιατί στρίβει το πλεούμενο της ασφάλτου.
Καλά για ασφάλειες στην εγκατάσταση δεν το συζητάω, άσε που οι οδηγοί ακούγοντας ασφάλεια ένιωθαν την καυτή ανάσα του δεξιού ασφαλίτη στον σβέρκο τους από το μπέρδεμα με τις λέξεις, μια λοιπόν υπήρχε και αυτή κεντρική, στα 5 χρόνια το τρέχανε το ρημάδι στον ηλεκτρολόγο για αλλαγή όλης της ηλεκτρικής εγκατάστασης, τράβαγε καινούργια καλώδια ο παππούς καθότι εμπειρικός ηλεκτρολόγος από την Power όταν έκλεισε και έγινε ΔΕΗ, τράβαγε λοιπόν τις γραμμές με το βοηθό του που σπούδαζε ηλεκτρολόγος στο σπίτι με τα πράσινα βιβλία του ιδρύματος Ευγενίδη και τύλιγε τα καλώδια με πάνινη εμποτισμένη ταινία γιατί η πλαστική από PVC δεν είχε έρθει ακόμα στην αγροτική Ελλάδα του ΄60.
Ζήταγες στο βενζινάδικο λάδι τότε W 30-50 και πάνω γιατί τα κουζινέτα και τα στρόφαλα τότε είχαν μπόσικα επιπέδου mm, όχι συνθετικό βέβαια αφού η λέξη συνθετικό δεν αντιστοιχούσε τότε σε κανένα λεξικό, αν ζητούσες πολύτυπο πχ 20-50 ( super το έλεγαν τότε ) γύριζαν απότομα τα κεφάλια στα βενζινάδικα και πηγαίνανε στο γιατρό να τους φορέσει κολάρο στο σβέρκο για κανένα μήνα από το ξάφνιασμα, και όλοι νόμιζαν ότι έχεις Jaguar, Mercedes, Maseratti, Ferrari κλπ εξωτικά οχήματα που δεν μπορούσαν καν να τα προφέρουν, άσε που δεν είχανε αυτά τα μοντέρνα λάδια όλα τα βενζινάδικα, ποια όλα ? ούτε 200 δεν ήτανε σε όλη τη χώρα, τότε ήτανε μόνο η Shell, η Caltex με τον άσπρο Πήγασο στο σήμα και η BP, μετά ήρθε η Esso και οι υπόλοιποι πετρελαιάδες.
Αν η κούρσα ήτανε ακριβή είχε και ράδιο λαμπάτο στα μεσαία και στα βραχέα κύματα, 15 ολόκληρα λεπτά για να ζεσταθεί, στα αμέσως επόμενα χρόνια η διασκέδαση στην κούρσα πήρε άλλη διάσταση με τα αναρτησάτα πικάπ της Φίλιπς που έπαιρναν 45άρια δισκάκια, ακουγότανε Καζαντζίδης και Αγγελόπουλος και Καίτη Γκρέϋ από τα διάφορα Austin, Morris και τα Fiat 1100, κλπ. Νeαl Sedaka, Pat Boon και Speedy Gonzales ακουγόντουσαν από τα κάμπριο, Renault Caravelle, Skoda Octavia, Peugeot 403, και διάφορα Αμερικάνικα κάμπριο όπως Buick, Chevrolet, Ford, αλλά και άλλα ευρωπαϊκά και Αμερικανικά πλοία ξεχασμένα πια και από τους κατασκευαστές τους.
Τα διαστημικά κασετόφωνα ήρθαν αργότερα μαζί με την ασπρόμαυρη τηλεόραση με την Χούντα.
Α! ρε τεχνολογία, ποιος σε έχασε για να βρεθείς στον σκατότοπο που ευδοκιμούν οι κουραμπιέδες, οι δήθεν μάστοροι, τα λαμόγια, οι δικηγόροι, οι εκδότες, οι μεγαλοδημοσιογράφοι, οι επαγγελματίες συνδικαλιστές και οι πολιτικοί νταβατζήδες και οι κυβερνήτες της πλάκας.
Τελικά όμως αυτοί μας αξίζουν !
Οι προφυλακτήρες των Αμερικάνικων αυτοκινήτων της εποχής είχαν τόσο σίδερο που για να τον τοποθετήσει ο μάστορας στη θέση του, ξάπλωνε κάτω με την ξαπλώστρα, ( ένα παλιό βρώμικο και τριμμένο κόντρα πλακέ ήταν, δεν υπήρχαν τότε οι σημερινές διαμορφωμένες ξαπλώστρες με τα μαξιλαράκια και τις ρόδες που έτσι και είναι αργός ο βοηθός σε παίρνει ο ύπνος μέχρι να βρει και να σου φέρει το ρηχό πολύγωνο 13άρι ) του τον ακουμπούσαν λοιπόν τον βαρύ προφυλακτήρα στο στήθος οι δύο πιτσιρικάδες βοηθοί και όλοι μαζί τον σήκωναν με τα πιτσιρίκια να κρατάνε στα άκρα για ισορροπία μέχρι να πιάσει δυό βίδες ο μάστορας, ο οποίος παρεπιπτώντος πέταγε εκτός από τις βρισιές κάθε τόσο και κανένα σφυρί στους πιτσιρικάδες τρομοκρατώντας τους, ασπρόμαυρη ατμόσφαιρα Ελληνικού συνεργείου του΄60.
Οι μάσκες μπροστά στα αυτοκίνητα όλες από αντιμόνιο, έτσι έλεγαν το κράμα αυτό του ψευδάργυρου / κασσίτερου τα μαστόρια, το ίδιο και τα στεφάνια των φαναριών, μόνο το Peugeot 403 και αργότερα το 404 τότε είχε στεφάνια, προφυλακτήρες και πλαϊνά διακοσμητικά από βουρτσισμένο ανοξείδωτο μέταλλο… οι Γάλλοι πάντα ήτανε στην πρωτοπορία των υλικών.
Από ανοξείδωτο ήταν και τα πρόσθετα διακοσμητικά στο εσωτερικό των ταξί όπως και τα φρύδια στα φτερά που έφτιαχναν σε ένα απίστευτο μάστορα εκεί στη Λαγουμιτζή στο Κουκάκι οι ταξιτζήδες της εποχής στα Mercedes 190 του 1963 και όχι μόνο σε αυτά.
Ωραία χρόνια, έτσι νομίζαμε δηλαδή, χρόνια αγνά λέμε τώρα ξεχνώντας ότι τότε μας πήγαιναν με την γκλίτσα σαν τα Γαλόπουλα 10-15 οικογένειες αρπάζοντας τα λεφτά του σχεδίου Μάρσαλ, καθώς και αυτά των τεράστιων υποδομών που χρειαζόταν επειγόντως η χώρα μετά τον πόλεμο και τον εμφύλιο, χρόνια ασπρόμαυρα γεμάτα λάσπη 6 μήνες και χώμα τους άλλους 6, οικόπεδα με δόσεις 5 λεπτά από την Ομόνοια, οικόπεδα με μια πεντάρα στου Κωνσταντάρα, ράδια με δόσεις από τον Κωτσόβολο.
Τα κορίτσια φόραγαν τις καθημερινές φορέματα από τσίτι και είχαν φουρό για τις Κυριακές και τις γιορτές, την Κυριακή για τα αγόρια είχε γήπεδο και σινεμά όλοι μαζί το απόγευμα και Brilgrim στο κοκοράκι και βόλτα στα νυφοπάζαρα χεράκι – χεράκι για τους πιο τολμηρούς, και μπιλιάρδο, και μπάλα στις αλάνες, και Καζαντζίδη στις αυλές στις φτωχογειτονιές, και όνειρα, όνειρα πολλά και ατελείωτα, αυτή ήταν η διασκέδαση στα μεταπολεμικά χρόνια, μετά φύγαμε μετανάστες σε Γερμανίες, Αμερικές και Αυστραλίες και ερήμωσαν τα χωριά, αυτά μέχρι την έλευση της χούντας που έφτιαξε νέα τζάκια από τις κονόμες και τις αρπαχτές του δημόσιου χρήματος, γιατί όλος ο καυγάς πάντα για το δημόσιο χρήμα γίνεται, μην τσιμπάτε ότι συντρέχουν τάχα μου άλλοι λόγοι, οι μάσκες έπεσαν πια αλλά εμείς ακόμα κοιμόμαστε τον ύπνο του δικαίου περιμένοντας να μας σώσουν οι εξωγήινοι, οι Νεφελίμ και οι Ελλοχίμ αλλά και οι ίδιοι που μας κατέστρεψαν τρομάρα μας, αν δεν ήταν για κλάματα θα ήταν για πολύ γέλιο όλη η κατάσταση.
Τούτο τον τόπο πάντα τον όριζαν 10-20 οικογένειες που πήγαιναν τους υπόλοιπους σαν τα γαλιά με τη γκλίτσα, και τώρα οι ίδιες οικογένειες είναι, μη γελιόμαστε, απλά είναι λίγο περισσότερες γιατί και τα ποσά είναι μεγαλύτερα, άλλωστε το φαγοπότι συνεχίζεται με αμείωτη ένταση αφού όλοι, κόμματα και αποκόμματα, κακοί βιομήχανοι που τρώνε τα κέρδη αντί να τα επενδύσουν ( και όχι γιατί άλλωστε με αυτό το φορολογικό που έχουμε ? ) ανεξέλεγκτες πολυεθνικές και λοιπές συντεχνίες εργολάβων δημοσίων έργων, διάφοροι οργανωμένοι προμηθευτές του δημοσίου, συνδικαλιστές, ληστές, κλπ, όλοι τους κλείνουν το μάτι στο δημόσιο χρήμα και πως θα το διασπαθίσουν για να το ενθυλακώσουν, κοινώς πως θα το τσεπώσουν.
Τώρα εμείς οι ρομαντικοί ( sic ) βλέπουμε τους χάρους της ασπρόμαυρης εποχής μας με νοσταλγία, αποστασιοποιημένοι από το σημερινό γίγνεσθαι, χαμένοι σε ένα δικό μας συναίσθημα, το μόνο που δεν μπορούν να μας πάρουν οι Τροϊκανοί, ντόπιοι και ξένοι, συναίσθημα καταφύγιο για την επιβίωση της ψυχής, συναίσθημα που αν δεν το ελέγξεις καραδοκεί να σε καταπιεί και να σε καταντήσει σαν τους τραγικούς ιστορικούς που βολοδέρνουν στα διάφορα ανά την υφήλιο Forum και Blogs του internet για Vintage αυτοκίνητα, διαβάζοντας και γράφοντας ονειροπολώντας να αναστηλώσουν και να ξανατσουλήσουν σάπια λιωμένα σίδερα έχοντας τη ψευδαίσθηση ότι έχει πάτο το βαρέλι, ακόμα και όταν ο προϋπολογισμός της αναστήλωσης του μικρομεσαίου κουφαριού των ονείρων μας έχει ξεπεράσει το κόστος μιας Porsche Boxter ή ενός μεσαίου διαμερίσματος, ψάχνουν εκεί στα βάθη της ψυχής τους σημάδια από τη δική τους νιότη, των γονιών και των παππούδων τους παλιμπαιδίζοντας ακατάπαυστα.
Ρε για δες πως καταντάει ο άνθρωπος όταν είναι συναισθηματικός.
21 Quadra
-
Αν θυμάμαι καλά το είχα ξαναβάλει πριν 5-6 χρόνια αλλά έχει χαθεί πλέον, το αναβάθμισα με λίγο φρεσκάρισμα και το ξανασερβίρω, σαν ξαναζεσταμένο φαγητό.
Της αυτοκίνησης τα χρόνια τα ασπρόμαυρα
και όπως τα έζησα στα συνεργεία του Πειραιά και της Αθήνας από τα 9 μου μέχρι τα 18 αλλά και μετέπειπα από πολλά χρόνια με διαλύματα, και πως αυτά με στοιχειώνουν ακόμα λίγες ημέρες πριν τα 71 μου.
Στα χρόνια τα ασπρόμαυρα της αυτοκίνησης στη χώρα μας, στα χρόνια τα μετεμφυλιακά που η πείνα, η έλλειψη καταλύματος με ανθρώπινες συνθήκες, η έλλειψη εργασίας, το χαμηλό βιοτικό και πνευματικό επίπεδο, η ιλιγγιώδης αύξηση της αστυφιλίας για λόγους που δεν είναι του παρόντος πονήματος, όπου στους περισσότερους δρόμους της εποχής κυριαρχούσε το χώμα το καλοκαίρι και η λάσπη τον χειμώνα, τότε που τα αυτοκίνητα ήτανε χάροι με ρόδες, τότε που αυτοί οι σιδερένιοι χάροι ούτε στα καλύτερα τους όνειρα δεν μπορούσαν να φανταστούν πως μετά από 40-50-60 χρόνια θα στοίχειωναν τα όνειρα κάποιων που επιμένουν σήμερα, όντας μέσα στο τεχνικολόρ και στα απίστευτα κινητά, στα I phone, I pad και στα GPS, να θέλουν να επιστρέφουν νοερά και με δόσεις, εκεί, σε εκείνα τα χρόνια τα ασπρόμαυρα.
Στα χρόνια της βόλτας και του πασατέμπου, του νυφοπάζαρου και του καλοκαιρινού φτηνού σινεμά που οι ξεθωριασμένες αναμνήσεις των τότε πιτσιρικάδων τους φέρνουν νοερά στον Μαρτσέλο Μαστρογιάννη, την Άννα Μανιάνι, τις βέσπες και τα διάφορα FIAT να γυρίζουν γύρω από το Κολοσσαίο στη Ρώμη και στα σιντριβάνια της, ή τον δικό μας Ανδρέα Μπάρκουλη με το Skoda Octavia κάμπριο πηγαίνοντας προς το Σούνιο με τα κορίτσια φορώντας φουρό να κάθονται επάνω από το πίσω κάθισμα στην άκρη του πόρτ-μπαγκάζ με τα μαλλιά να ανεμίζουν, ή την Μιράντα Κουνελάκη με το κάμπριο Fiat 1500, εικόνες και σήμα κατατεθέν του Ελληνικού και του Ιταλικού ασπρόμαυρου κινηματογράφου σε μια προσπάθεια αντιγραφής των ανέμελων χρόνων της άλλης άκρης του Ατλαντικού, του μίλκ σέικ και του ροκ εντ ρόλλ με τα Juke Box και τα φορητά πικάπ με τα 45άρια δισκάκια στα beach parties και των surf στις ακτές της Καλιφόρνια της 10ετίας του΄50.
Tα αυτοκίνητα ήταν και αυτά σίδερα μιας απλής ή και βαρύγδουπης φόρμας και μορφής, σίδερα και εξαρτήματα ατάκτως εριμμένα και μονταρισμένα. Ο ποιοτικός έλεγχος της παραγωγής στα σπάργανα έως ανύπαρκτος, οι εργαλειομηχανές πρωτόλυες, οι αυτοματισμοί όνειρο χαμένο στα μυαλά των μηχανικών, η παθητική ασφάλεια σε ακόμα χειρότερη μοίρα, οι ποιότητα κατασκευής και η σχετική στεγανοποίηση της καμπίνας απλά ήταν στο περίπου, πέρναγες από χωματόδρομο με κλειστά τζάμια και το χώμα που έμπαινε ήτανε τόσο, που έγραφες με το δάχτυλο υπερήφανα επάνω στη σκόνη που καθόταν στο σιδερένιο ταμπλό τoυ Ford Taunus και ζωγράφιζες και την υδρόγειο που είχε για σήμα εμπρός στο καπό.
Τα 6βολτα φώτα τους ίδια σε ένταση με τα καντήλια του κυρ-Μανώλη του καντηλανάφτη, 30/40 watt με καθρέφτες θολούς που άπλωναν αντί να συγκεντρώνουν την αδύναμη δέσμη, πήγαινες ταξίδι και οι πυγολαμπίδες που έπαιζαν το ρόλο των φώτων στα φτερά φώτιζαν την άκρη του δρόμου για να βλέπεις τα γκρέμια ή τις τάφρους που ζητούσαν να κατασπαράξουν το θεριό που τόλμησε να βγει βόλτα νυχτιάτικα. Όταν ήρθαν στα χρόνια του ΄60 τα φώτα τύπου sealed beam της General Electric είδαμε το φως το αληθινό, μετά η τεχνολογία πήρε πια το δρόμο της μέχρι τα σημερινά Xenon, bi-xenon και LED.
Ζήταγες τότε λάμπα από τον βενζινά στην επαρχία για το πίσω φανάρι και σε ρώταγε 6 ή 12 Volt ? 12 volt του έλεγες και σε ρωτούσε άνω ή κάτω σκάλα, ήτανε βλέπεις διπλό το νήμα της από τότε για την πορεία και τα stop, 15/5 watt, τεχνολογία παιδί μου τι να λέμε τώρα, 6βολτα ήτανε οι Σκαραβαίοι, κάτι Ford Ταunus και άλλα Αγγλογερμανικά τεχνολογικά και αστραφτερά οχήματα της εποχής, πολύ αστραφτερά, βαμμένα με χρώματα Duco για τα ακριβά αμάξια της εποχής, Jaguar, Mercedes, Alfa Romeo,Triumph, Singer κλπ, και Dulux για τα πιο δεύτερα, τα λαϊκά, κάτι Φιατάκια, Simca, Renault, Peugeot, Ευρωπαϊκά Ford, Austin, Morris, VW κλπ.
Όσοι οδηγοί ήτανε της περιπέτειας, είχανε πάντα στο ντουλαπάκι τους 2 φακούς και 12 μπαταρίες τετράγωνες BEREC για τα βλέπουνε να αλλάζουν κάθε 50-60 χλμ λάστιχο, βλέπεις ακόμα τα Radial και τα μοντέρνα υλικά που έδωσαν αντοχή και κράτημα στα ελαστικά δεν υπήρχαν ούτε στη σφαίρα της φαντασίας του εφευρέτη τους.
Που να τολμήσεις να πας στη Λιβαδειά για το ονομαστό τότε καλαμάκι – σουβλάκι της εποχής μέσα στα μαύρα σκοτάδια από το παλιό δρόμο ακόμα με τις λακκούβες χωρίς 3-4 λάστιχα μαζί σου, λάστιχα απίθανα, αληθινά μαύρα λαστιχένια κουλούρια υψηλού προφίλ 80 και άνω, τυλιγμένα γύρω από 4 θεόβαρες σιδερένιες ζάντες με τεράστια αντοχή για να αντιμετωπίζουν τα πηγάδια των τότε δρόμων, καλά για το πέλμα δεν το συζητάω, ίσιο ψαροκόκαλο στις στροφές με παραμόρφωση ιστιοπλοϊκού στα δευτερόπρυμα και με κράτημα βούτυρου σε πάγο, τα δε αμορτισέρ ήταν ξηράς τριβής με δίσκους ή υδραυλικά με μοχλικό στα τελευταία Αγγλικά κυρίως μοντέλα, το ξανάκανε το σύστημα μόδα η Suzuki πριν λίγα χρόνια σε κάποια μοτοσικλέτα της.
Και φρένα, βέβαια ! κάτι ταμπούρα να με το συμπάθεια, και με υδραυλικά κυλινδράκια παρακαλώ, όχι σαν κάτι παλαιά αμάξια με συρματόσχοινα, πχ σαν τα Τζέϊμς ( GM ) του στρατού, εμ τι νόμιζες ?
Εδώ έχουμε τεχνολογία, πάταγες φρένο από την ιλιγγιώδη ταχύτητα των 60 χλμ με 4 άτομα μέσα και οι ρόδες από την άνιση κατανομή στη διάρκεια του φρεναρίσματος είχαν τόσο ισχυρή τάση αυτονόμησης που έλεγες, δε μπορεί, η ελευθερία ανακαλύφθηκε από τις ρόδες των αυτοκινήτων, η κάθε μια είχε και το δικό της μπαϊράκι, να φρενάρεις και να θέλουν να πάνε στα 4 σημεία του ορίζοντα, όταν δε τα ταμπούρα ζεσταινόντουσαν, ξεχείλωναν και γινόντουσαν σαν αυγό υπερφυσικής στρουθοκαμήλου και τότε ήταν που το ρημάδι δε σταμάταγε με τίποτα, και αν δεν ήταν οι πάστες στις σιαγώνες από αμίαντο και ήταν από τα σημερινά υλικά που λιώνουν στους 200ο Κελσίου το γκρέμι ή το δένδρο ήταν πάντα εκεί να σε υποδεχτούν, ας είναι καλά ο αμίαντος των τότε υλικών τριβής που είναι το ιδανικό υλικό τριβής και κράταγε ψηλά τη σημαία της αντοχής έχοντας και πολύ υψηλό συντελεστή τριβής.
Ε ! με τέτοια φρένα δεν ήθελες και πολύ για να πας κατά σύννεφα μεριά κάνοντας παρέα με τους αγγέλους, ειδικά αν βρισκόσουνα σε κανένα βουνό με τη γκόμενα και ήθελες να το παίξεις Φάντζιο και δεν ήσουνα υποψιασμένος με τις αντοχές που είχε το όλο σύστημα, τα γκρέμια τότε σε παραφύλαγαν κλείνοντας σου το μάτι απειλητικά, εξ ου και τα καντηλάκια με τα εκκλησάκια σε όλα τα χρώματα και σχήματα, από απλό εκκλησάκι επάνω σε βραχάκι μέχρι μητροπόλεις με τις βασιλικές τους γερά στερεωμένες σε χοντρά κοντάρια, στέρεα αρχιτεκτονήματα που μαρτυρούσαν περίλαμπρα την απώλεια του μεταστάντος, με φρέσκα ή με ξεραμένα στεφάνια γύρω τους, ανάλογα με την εποχή και την απόσταση του χρόνου της ανάνηψη στους ουρανούς από τον τυχερό σωφέρ.
Τα μικρά αυτά λαϊκά αρχιτεκτονήματα υπήρχαν σε όλες τις … δύσκολες διαδρομές όπως η περίφημη Κατάρα που είχαν κατηφορικές φουρκέτες... τα ίδια δείγματα της αγιοσύνης και της πίστης του λαού μας υπάρχουν ακόμα σε όλο το οδικό δίκτυο για να μας υπενθυμίζει ότι σήμερα που έχουν λυθεί όλα τα τεχνικά προβλήματα της 1ης, 2ης, 3ης και 4ης νιότης της αυτοκίνησης οδεύοντας πια προς την ηλεκτροπληξία, η ανίκητη βλακεία συνεχίζει να σέρνεται στους επικίνδυνους Ελληνικούς δρόμους προκαλώντας αδικαιολόγητη εκατόμβη.
( Παρένθεση ) Ο καλός θεός όταν έφτιαξε τον Έλληνα οδηγό από οργή που δεν βάζουμε μυαλό έσπασε το καλούπι του, άρα ο Έλληνας οδηγός είναι μοναδικός έχοντας εντελώς δικά χαρακτηριστικά που δεν αναλύονται από τους επιστήμονες, μια ακόμα δικής μας πρωτιά, άξιοι, άξιοι. ( κλείνει η παρένθεση )
Οι πιο πολύ θάνατοι στα ατυχήματα της εποχής είχαν σημειωθεί από καρδιακές προσβολές γιατί το ρημάδι από 80 χλμ σταμάταγε μετά από 224 μέτρα. Ευτυχώς που 1η η Jaguar έβαλε το 1954 τα πρώτα δισκόφρενα στα αυτοκίνητα που μέχρι τότε τα χρησιμοποιούσαν τα αεροπλάνα και άνοιξαν τα μάτια των σχεδιαστών της εποχής, στη συνέχεια η πάντα πρωτοπόρος Renault τοποθέτησε δισκόφρενα και στους 4 τροχούς κάνοντας το R8 το 1ο αυτοκίνητο παραγωγής παγκοσμίως που είχε 4 δισκόφρενα, μετά τα πράγματα πήραν το δρόμο τους, όχι πως σήμερα τα αυτοκίνητα δεν υποφέρουν από τα φρένα τους, απλά το θέμα είναι οικονομικό και όχι τεχνικό.
Τα μπόσικα δε σε όλο το σύστημα διεύθυνσης στα αυτοκίνητα εκείνης της εποχής ήτανε στην 1η ζήτηση, τα τιμόνια είχανε την ακρίβεια της λαγουδέρας σε ψαρόβαρκα με αέρα 8 μποφόρ, έστριβες εδώ και άκουγε εκεί, κάπου 15 μέτρα πιο κάτω, πήγαινες ευθεία και το τιμόνι το έκανες 30ο δεξιά - αριστερά για να είσαι μέσα στα όρια της άσπρης πλαστικής γραμμής που όταν ψιχάλιζε γλίστραγε σαν να την είχες αλείψει με γράσο, άλλωστε το πετρελαιοειδές αυτό ζελεδάκι ήταν της μόδας εκείνα τα χρόνια μιας και κάθε τόσο τα ρημάδια ήθελαν παντού γρασάρισμα, το σύστημα διεύθυνσης ήταν το απάυγασμα της τεχνολογία εποχής, ατέρμονας με κοχλία με ακρίβεια κατεργασίας πολλών mm κατασκευασμένα από υλικά που μετά από μερικές δεκάδες χιλιάδες χλμ αποκτούσαν τόσο τζόγο που τα αυτοκίνητα κινούνταν σαν μεθυσμένα με τους οδηγούς να στρίβουν το τιμόνι συνεχώς δεξιά – αριστερά για να κρατούν στην ευθεία το σιδερικό με τις 4 ρόδες.
Το σαλόνι ήτανε κάτι τριθέσιοι καναπέδες, που όταν έστριβες - ζωηρά – ( τρόπος του λέγειν ζωηρά ) ταξίδευες επάνω τους γλιστρώντας σαν σαπούνι στη μπανιέρα, το σιδερένιο ταμπλό, τα σιδερένια πόμολα στις πόρτες και τα επίσης σιδερένια χερούλια στα παράθυρα καθώς και οι κρέμ κοκάλινοι διακόπτες στο ταμπλό σε κοιτούσαν δολοφονικά και περίμεναν πότε θα σκάσεις επάνω τους για να σε στείλουν αδιάβαστο, κι όμως, μετά από 40+ χρόνια το μεταλλικό ταμπλό έγινε must πινελιά στο Fiat Coupe. Σχεδιαστικός παλιμπαιδισμός θα μου πεις, πούλησε όμως.
Τα φινιστρίνια στις μπροστινές πόρτες άνοιγαν μερικές μοίρες και είχαν κάτι κλείστρα λες και ήταν καριοφίλια, έτσι και έβρισκε εκεί το κεφάλι σου άνοιγε σαν ώριμο καρπούζι, οι θήκες στις ταπετσαρίες στις πόρτες ήταν με λάστιχο και χώραγαν μόλις ένα χάρτη και ένα μολύβι ίσα για να μη χαθείς στους γύρω χωματόδρομους και τα αμπέλια, επίσης έβαζες και μια μικρή κίτρινη πετσέτα καθαρισμού για το σιδερένιο ταμπλό, σήμερα δεν νοείται σοβαρό αυτοκίνητο χωρίς GPS τρομάρα μας.
Στο ταμπλό του πρώτου σκαραβαίου φιγουράριζε και ένα ανθοδοχείο, η χιτλερική τότε Γερμανία ήθελε να μας δείξει την άνοιξη κάνοντας μαύρο χιούμορ, άλλος παλιμπαιδισμός των σχεδιαστών από τη Γερμανία πάλι και αυτή τη φορά, στον καινούριο – μόνο στο όνομα – σκαραβαίο, βάλανε πάλι το ανθοδοχείο, αυτός ο λαός ρε παιδί μου όταν δεν κάνει πόλεμο και θέλει είναι πολύ ποιητικός, τρομάρα τους.
Οι καθαριστήρες ήταν μιας ταχύτητας, 15 εκ λαστιχένιας λουρίδας που με το ένα χέρι οδηγούσες και με το άλλο κρατώντας το πετσί σκούπιζες μια έξω και μια μέσα για να ξεθολώνει το τζάμι, και βέβαια είχε εξαερισμό η καμπίνα καθώς έμπαζε από παντού, αλλά τα χνώτα των επιβατών από την αγωνία τους για το αν θα στρίψει ή αν θα φρενάρει το ρημάδι θόλωναν τα τζάμια στο τεχνολογικό καμάρι της αυτοκρατορίας της Γηραιάς Αλβιόνας, άσε που έπρεπε να είχες μέσα βαλίτσα με κουβέρτες για να μοιράζεις στους επιβάτες όταν η εξωτερική θερμοκρασία ήτανε κάτω από τους 10ο αφού έμπαζε από παντού κρύο και νερά, κυρίως από τις τρύπες των πεντάλ και το χειρόφρενο στο πάτωμα, ναι είχε κι απ΄αυτό, και έπιανε μόνο στη μία πίσω ρόδα.
Έβλεπε η μάνα σου τη βαλίτσα με τις κουβέρτες και φώναζε γιατί νόμιζε ότι χώρισες, Α ! γιόκα μου, καλά έκανες και την παράτησες την ανεπρόκοπη, στο έλεγα εγώ, αυτή δεν είναι για σένα.
Ρε μάνα της έλεγες, βόλτα θα πάμε με τους συνάδελφους από τη δουλειά, τίποτα η γριά, δεν καταλάβαινε από βόλτες με την κούρσα, το μυαλό της πάντα στο κακό για το γιόκα της, το καμάρι της, αθάνατη Ελληνίδα μάνα που ο καλός θεός μετά από το καλούπι του Έλληνα σωφεράτζα έσπασε και το δικό σου καλούπι μετά από τη δημιουργία σου.
Ρε τι είμαστε εμείς οι Έλληνες ? Ούτε οι θεοί δε μας θέλουν.
Τα ηλεκτρικά των οχημάτων του ’50 ήτανε μια σοφιστικέ εγκατάσταση όλη κι όλη 10 καλωδίων, 1 για τη μίζα, 1 για το δυναμό, 2 από την μπαταρία, 4 για τα φώτα, άντε και κανά δυό παραπάνω αν η κούρσα ήτανε ακριβή και είχε και φλας στο εξωτερικό πλάι της κολώνας σαν το χέρι του καραγκιόζη προειδοποιώντας να κάνουν στην πάντα γιατί στρίβει το πλεούμενο της ασφάλτου.
Καλά για ασφάλειες στην εγκατάσταση δεν το συζητάω, άσε που οι οδηγοί ακούγοντας ασφάλεια ένιωθαν την καυτή ανάσα του δεξιού ασφαλίτη στον σβέρκο τους από το μπέρδεμα με τις λέξεις, μια λοιπόν υπήρχε και αυτή κεντρική, στα 5 χρόνια το τρέχανε το ρημάδι στον ηλεκτρολόγο για αλλαγή όλης της ηλεκτρικής εγκατάστασης, τράβαγε καινούργια καλώδια ο παππούς καθότι εμπειρικός ηλεκτρολόγος από την Power όταν έκλεισε και έγινε ΔΕΗ, τράβαγε λοιπόν τις γραμμές με το βοηθό του που σπούδαζε ηλεκτρολόγος στο σπίτι με τα πράσινα βιβλία του ιδρύματος Ευγενίδη και τύλιγε τα καλώδια με πάνινη εμποτισμένη ταινία γιατί η πλαστική από PVC δεν είχε έρθει ακόμα στην αγροτική Ελλάδα του ΄60.
Ζήταγες στο βενζινάδικο λάδι τότε W 30-50 και πάνω γιατί τα κουζινέτα και τα στρόφαλα τότε είχαν μπόσικα επιπέδου mm, όχι συνθετικό βέβαια αφού η λέξη συνθετικό δεν αντιστοιχούσε τότε σε κανένα λεξικό, αν ζητούσες πολύτυπο πχ 20-50 ( super το έλεγαν τότε ) γύριζαν απότομα τα κεφάλια στα βενζινάδικα και πηγαίνανε στο γιατρό να τους φορέσει κολάρο στο σβέρκο για κανένα μήνα από το ξάφνιασμα, και όλοι νόμιζαν ότι έχεις Jaguar, Mercedes, Maseratti, Ferrari κλπ εξωτικά οχήματα που δεν μπορούσαν καν να τα προφέρουν, άσε που δεν είχανε αυτά τα μοντέρνα λάδια όλα τα βενζινάδικα, ποια όλα ? ούτε 200 δεν ήτανε σε όλη τη χώρα, τότε ήτανε μόνο η Shell, η Caltex με τον άσπρο Πήγασο στο σήμα και η BP, μετά ήρθε η Esso και οι υπόλοιποι πετρελαιάδες.
Αν η κούρσα ήτανε ακριβή είχε και ράδιο λαμπάτο στα μεσαία και στα βραχέα κύματα, 15 ολόκληρα λεπτά για να ζεσταθεί, στα αμέσως επόμενα χρόνια η διασκέδαση στην κούρσα πήρε άλλη διάσταση με τα αναρτησάτα πικάπ της Φίλιπς που έπαιρναν 45άρια δισκάκια, ακουγότανε Καζαντζίδης και Αγγελόπουλος και Καίτη Γκρέϋ από τα διάφορα Austin, Morris και τα Fiat 1100, κλπ. Νeαl Sedaka, Pat Boon και Speedy Gonzales ακουγόντουσαν από τα κάμπριο, Renault Caravelle, Skoda Octavia, Peugeot 403, και διάφορα Αμερικάνικα κάμπριο όπως Buick, Chevrolet, Ford, αλλά και άλλα ευρωπαϊκά και Αμερικανικά πλοία ξεχασμένα πια και από τους κατασκευαστές τους.
Τα διαστημικά κασετόφωνα ήρθαν αργότερα μαζί με την ασπρόμαυρη τηλεόραση με την Χούντα.
Α! ρε τεχνολογία, ποιος σε έχασε για να βρεθείς στον σκατότοπο που ευδοκιμούν οι κουραμπιέδες, οι δήθεν μάστοροι, τα λαμόγια, οι δικηγόροι, οι εκδότες, οι μεγαλοδημοσιογράφοι, οι επαγγελματίες συνδικαλιστές και οι πολιτικοί νταβατζήδες και οι κυβερνήτες της πλάκας.
Τελικά όμως αυτοί μας αξίζουν !
Οι προφυλακτήρες των Αμερικάνικων αυτοκινήτων της εποχής είχαν τόσο σίδερο που για να τον τοποθετήσει ο μάστορας στη θέση του, ξάπλωνε κάτω με την ξαπλώστρα, ( ένα παλιό βρώμικο και τριμμένο κόντρα πλακέ ήταν, δεν υπήρχαν τότε οι σημερινές διαμορφωμένες ξαπλώστρες με τα μαξιλαράκια και τις ρόδες που έτσι και είναι αργός ο βοηθός σε παίρνει ο ύπνος μέχρι να βρει και να σου φέρει το ρηχό πολύγωνο 13άρι ) του τον ακουμπούσαν λοιπόν τον βαρύ προφυλακτήρα στο στήθος οι δύο πιτσιρικάδες βοηθοί και όλοι μαζί τον σήκωναν με τα πιτσιρίκια να κρατάνε στα άκρα για ισορροπία μέχρι να πιάσει δυό βίδες ο μάστορας, ο οποίος παρεπιπτώντος πέταγε εκτός από τις βρισιές κάθε τόσο και κανένα σφυρί στους πιτσιρικάδες τρομοκρατώντας τους, ασπρόμαυρη ατμόσφαιρα Ελληνικού συνεργείου του΄60.
Οι μάσκες μπροστά στα αυτοκίνητα όλες από αντιμόνιο, έτσι έλεγαν το κράμα αυτό του ψευδάργυρου / κασσίτερου τα μαστόρια, το ίδιο και τα στεφάνια των φαναριών, μόνο το Peugeot 403 και αργότερα το 404 τότε είχε στεφάνια, προφυλακτήρες και πλαϊνά διακοσμητικά από βουρτσισμένο ανοξείδωτο μέταλλο… οι Γάλλοι πάντα ήτανε στην πρωτοπορία των υλικών.
Από ανοξείδωτο ήταν και τα πρόσθετα διακοσμητικά στο εσωτερικό των ταξί όπως και τα φρύδια στα φτερά που έφτιαχναν σε ένα απίστευτο μάστορα εκεί στη Λαγουμιτζή στο Κουκάκι οι ταξιτζήδες της εποχής στα Mercedes 190 του 1963 και όχι μόνο σε αυτά.
Ωραία χρόνια, έτσι νομίζαμε δηλαδή, χρόνια αγνά λέμε τώρα ξεχνώντας ότι τότε μας πήγαιναν με την γκλίτσα σαν τα Γαλόπουλα 10-15 οικογένειες αρπάζοντας τα λεφτά του σχεδίου Μάρσαλ, καθώς και αυτά των τεράστιων υποδομών που χρειαζόταν επειγόντως η χώρα μετά τον πόλεμο και τον εμφύλιο, χρόνια ασπρόμαυρα γεμάτα λάσπη 6 μήνες και χώμα τους άλλους 6, οικόπεδα με δόσεις 5 λεπτά από την Ομόνοια, οικόπεδα με μια πεντάρα στου Κωνσταντάρα, ράδια με δόσεις από τον Κωτσόβολο.
Τα κορίτσια φόραγαν τις καθημερινές φορέματα από τσίτι και είχαν φουρό για τις Κυριακές και τις γιορτές, την Κυριακή για τα αγόρια είχε γήπεδο και σινεμά όλοι μαζί το απόγευμα και Brilgrim στο κοκοράκι και βόλτα στα νυφοπάζαρα χεράκι – χεράκι για τους πιο τολμηρούς, και μπιλιάρδο, και μπάλα στις αλάνες, και Καζαντζίδη στις αυλές στις φτωχογειτονιές, και όνειρα, όνειρα πολλά και ατελείωτα, αυτή ήταν η διασκέδαση στα μεταπολεμικά χρόνια, μετά φύγαμε μετανάστες σε Γερμανίες, Αμερικές και Αυστραλίες και ερήμωσαν τα χωριά, αυτά μέχρι την έλευση της χούντας που έφτιαξε νέα τζάκια από τις κονόμες και τις αρπαχτές του δημόσιου χρήματος, γιατί όλος ο καυγάς πάντα για το δημόσιο χρήμα γίνεται, μην τσιμπάτε ότι συντρέχουν τάχα μου άλλοι λόγοι, οι μάσκες έπεσαν πια αλλά εμείς ακόμα κοιμόμαστε τον ύπνο του δικαίου περιμένοντας να μας σώσουν οι εξωγήινοι, οι Νεφελίμ και οι Ελλοχίμ αλλά και οι ίδιοι που μας κατέστρεψαν τρομάρα μας, αν δεν ήταν για κλάματα θα ήταν για πολύ γέλιο όλη η κατάσταση.
Τούτο τον τόπο πάντα τον όριζαν 10-20 οικογένειες που πήγαιναν τους υπόλοιπους σαν τα γαλιά με τη γκλίτσα, και τώρα οι ίδιες οικογένειες είναι, μη γελιόμαστε, απλά είναι λίγο περισσότερες γιατί και τα ποσά είναι μεγαλύτερα, άλλωστε το φαγοπότι συνεχίζεται με αμείωτη ένταση αφού όλοι, κόμματα και αποκόμματα, κακοί βιομήχανοι που τρώνε τα κέρδη αντί να τα επενδύσουν ( και όχι γιατί άλλωστε με αυτό το φορολογικό που έχουμε ? ) ανεξέλεγκτες πολυεθνικές και λοιπές συντεχνίες εργολάβων δημοσίων έργων, διάφοροι οργανωμένοι προμηθευτές του δημοσίου, συνδικαλιστές, ληστές, κλπ, όλοι τους κλείνουν το μάτι στο δημόσιο χρήμα και πως θα το διασπαθίσουν για να το ενθυλακώσουν, κοινώς πως θα το τσεπώσουν.
Τώρα εμείς οι ρομαντικοί ( sic ) βλέπουμε τους χάρους της ασπρόμαυρης εποχής μας με νοσταλγία, αποστασιοποιημένοι από το σημερινό γίγνεσθαι, χαμένοι σε ένα δικό μας συναίσθημα, το μόνο που δεν μπορούν να μας πάρουν οι Τροϊκανοί, ντόπιοι και ξένοι, συναίσθημα καταφύγιο για την επιβίωση της ψυχής, συναίσθημα που αν δεν το ελέγξεις καραδοκεί να σε καταπιεί και να σε καταντήσει σαν τους τραγικούς ιστορικούς που βολοδέρνουν στα διάφορα ανά την υφήλιο Forum και Blogs του internet για Vintage αυτοκίνητα, διαβάζοντας και γράφοντας ονειροπολώντας να αναστηλώσουν και να ξανατσουλήσουν σάπια λιωμένα σίδερα έχοντας τη ψευδαίσθηση ότι έχει πάτο το βαρέλι, ακόμα και όταν ο προϋπολογισμός της αναστήλωσης του μικρομεσαίου κουφαριού των ονείρων μας έχει ξεπεράσει το κόστος μιας Porsche Boxter ή ενός μεσαίου διαμερίσματος, ψάχνουν εκεί στα βάθη της ψυχής τους σημάδια από τη δική τους νιότη, των γονιών και των παππούδων τους παλιμπαιδίζοντας ακατάπαυστα.
Ρε για δες πως καταντάει ο άνθρωπος όταν είναι συναισθηματικός.
21 Quadra
-
Πολύ καλά κάνεις και είσαι συναισθηματικός. Η ζωή είναι μια και ο,τι και αν πιστεύουμε, άμα υπάρχει πάθος θα το κάνουμε πιο σωστά και θα το χαρούμε περισσότερο.
-
Σε ευχαριστούμε για την κατάθεση εμπειριών και ψυχής. Να μαθαίνουμε και κάτι εμείς οι νεότεροι...
-
Πολύ όμορφο κείμενο! Τα σέβη μου.
-
Ωραίο κείμενο 21 Quadra!
-
Ωραίο πόνημα,Quadra!
, μόνο το Peugeot 403 και αργότερα το 404 τότε είχε στεφάνια, προφυλακτήρες και πλαϊνά διακοσμητικά από βουρτσισμένο ανοξείδωτο μέταλλο… οι Γάλλοι πάντα ήτανε στην πρωτοπορία των υλικών.
Μου έφερες μνήμες γράφοντας για αυτά τα δύο Peugeot.. Kάπου στις αρχές -μέσα του 60' (δεν είχα γεννηθεί) ο παππούς μου είχε ένα μπλε 403. Δεν το θυμάμαι πολύ, γιατί όταν το άλλαξε το 75'-76' για ένα μπορντώ-βυσσινί 404 ήμουν 3-4χρονών.Το 404 όμως το κράτησε μέχρι το 1993' και το θυμάμαι μια χαρά, με το λεβιέ των ταχυτήτων στο τιμόνι και με τα μπεζ καθίσματα.Και θυμάμαι όταν πηγαίναμε Λάρισα στην τότε εθνική του 1980-90' κι άνοιγαμε λίγο τα παράθυρα,νόμιζες ότι ήσουν σε κατάστρωμα πλοίου! (ποιος θόρυβος τροχασμού κι αεροδυναμικός που λένε για τα σύγχρονα αυτοκίνητα,εκεί να δεις) χαχαχα! Όμως μου άρεσε κι είχε βγει σκυλί..
Υ.Γ. Ο άλλος παππούς μου είχε πάρει το 75' μια πράσινη-κυπαρισσί Lancia Beta (τι όμορφο αυτοκίνητο!).Δεν πρόλαβε να το χαρεί όμως γιατί σε ένα χρόνο πέθανε από έμφραγμα.. Την κράτησε ο θείος μου μέχρι το 1990 (η αλήθεια είναι ότι είχε αρχίσει να βγάζει κάτι μικρές σκουριές,αλλά κάθε καλοκαίρι για βδομάδες ήταν σε παραθαλάσσιο μέρος, 100μ. από τη θάλασσα).
-
Ωραίος Κουάντρα ...
Ξέχασες όμως να πεις ότι όλα τα Γαλλικά αμάξια εκείνης της εποχής είχαν κίτρινα φώτα , τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 60 .
-
Απολαυστικός Παναγιώτη! Σε ευχαριστούμε!
ΥΓ: Θα ήθελα να σε ευχαριστήσω και για το θέμα με το αλουμίνιο, αλλά οι λιγοστές τεχνικές μου γνώσεις δεν μου επιτρέπουν να το καταννοήσω σε βάθος. Τα σέβη μου πάντως για το μεράκι σου και την διάθεσή σου να τα μοιραστείς μαζί μας.
-
Ωραίος Κουάντρα ...
Ξέχασες όμως να πεις ότι όλα τα Γαλλικά αμάξια εκείνης της εποχής είχαν κίτρινα φώτα , τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 60 .
Δίκηο έχεις αλλά δεν σταμάτησαν στο 1960, το Renault 21 Turbo που είχα του 1992 είχε μπροστά διπλούς προβολείς και οι εσωτερικοί ήταν κίντρινοι, είχε έρθει από την Γαλλία, το είχε φέρει ένας γιατρός δικός μας, και όταν το 2003 έφυγε πάλι για μόμιμη εγκατάσταση το αγόρασα εγώ, Είχε μπροστά από την λάμπα ένα κίτρινο πλαστικό το οποίο μπορούσες να αφαιρέσεις με λίγο κόπο, στα χρόνια που αναφέρεσαι κίτρινες ήταν οι ίδιες οι λάμπες, παράγονται ακόμα για διάφορες αγορές.
-
Αυτό το Peugeot νομίζω, είχε κυκλοφορήσει και ως ταξί.
Πιτσιρίκι πρέπει να είχα κάνει μερικά δρομολόγια. -
...και εκεί που γυρνούσα βαριεστημενα απ' τη δουλειά την Παρασκευή το βράδυ από τον παλιο "με τη φόρα" (90-110), έβλεπα πίσω κάτι φανάρια μισά μπλε, μισά κίτρινα να πλησιάζουν. "Βρε τι να 'ναι, βρε τι να 'ναι" σκεφτομουν. Πονταριζα σε κάτι γαλλικό, αφήνω πονηρά το γκάζι κάτω από τη γέφυρα Αγ. Στεφάνου να πυροβολήσει η εξάτμιση, δίνει και αυτός, μπαίνουμε εθνική και... Triumph Herald, καμαρωτο-καμαρωτο. Υπέροχο και ουχί ασπρόμαυρο! Είναι απλά θαυμάσιο να βλέπεις κάτι τέτοιο το 2021...
ΥΓ: Εκεί μου ελειψε το ΜG Γυρε αλλά για να είμαι ειλικρινής το Triumph πρέπει να έχει χαλάσει πιο λίγες φορές!
-
Με τι κυκλοφορείς τώρα;
-
Με το Saxo. Η πλάκα είναι ότι επειδή δεν παίζει χρήμα και για δεύτερο ΙΧ έχω κράτησει τα κατραμια φιμε που ειχε για να μη φαίνεται το cage και δε θα έχει καθόλου αυτοκολλητα. Μολις κοντύνει το σασμάν θα ξαναγυρίσω στο ΚΤΕΛ* μέχρι να πάρω κάνα σωστο Pandaκι δεύτερης γενιάς σε καλή τιμή αφού έχω άκρη σε στόλους ενοικιαζομενων σε Ρόδο αλλά και Κρητη...
*Έχουμε πάθει ζημιά όσοι λόγω δουλειάς πηγαινοερχομαστε με ΚΤΕΛ από τον ιό και μετά. Αραίωσαν τα δρομολόγια αλλά το χειρότερο είναι πως ο δρόμος που αφήναμε τα ΙΧ μας τώρα οδηγεί στο νέο νοσοκομείο οπότε δεν παρκάρεις πια γιατί σε γράφουν. Πέρσι με το λοκνταουν σώθηκα σε αυτό το θεμα, ήταν σαν καλοκαίρι όλη η χρονιά, τρελή εξοικονόμηση. Τώρα έχω λαλήσει ολιγον με τη βενζίνη, αλλά η ανωμαλία πάνω απ'ολα. Άσε που έχει γίνει πρακτικό, πετάω μέσα το ηλεκτροκίνητο (ναιαιαιαι) GT-R του μικρού, άνετος. Μη σου πω για το ράφι που κάνει το σασί και κάθονται τα βιβλία...
Ασπρόμαυρες αναμνήσεις